Η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Επενδυτικού Ταμείου που μέσω κρατικών εγγυήσεων θα απελευθερώσει τις τράπεζες να τροφοδοτήσουν με ρευστότητα τις επιχειρήσεις ίσως είναι το «κλειδί» που θα ανοίξει την πόρτα προς την ανάπτυξη και την καταπολέμηση της ανεργίας. Αυτό σημειώνει μιλώντας στο «Βήμα της Κυριακής» ο Μαρσέλ Φράτσερ, πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW), που πριν από λίγες ημέρες δημοσίευσε μια έκθεση που ήδη έχει προκαλέσει μεγάλη συζήτηση σε πολλές πρωτεύουσες, με τίτλο «Μια επενδυτική ατζέντα για την Ευρώπη».
Το τρίπτυχο της ανάκαμψης


Οπως παρατηρεί ο κ. Φράτσερ, ένας εκ των τριών συγγραφέων της μελέτης, «η οικονομική κρίση στην ευρωζώνη δεν έχει τελειώσει, παρά το γεγονός ότι υπάρχει μια μικρή ανάκαμψη. Υπάρχουν άλλωστε τέσσερις πτυχές της κρίσης: η κρίση χρέους, η τραπεζική κρίση, η οικονομική κρίση και η κρίση εμπιστοσύνης. Είναι πολύ δύσκολο να βγούμε από αυτό το ελικοειδές σχήμα διότι, όταν πάμε να κάνουμε κάτι για να αντιμετωπίσουμε μια κρίση, χειροτερεύουν οι άλλες».
Το κλειδί βρίσκεται στο τρίπτυχο «περισσότερη ανάπτυξη, περισσότερη απασχόληση, περισσότερο εισόδημα». Το θέμα όμως είναι ότι, «παρά τα όσα λένε ο Ματέο Ρέντσι και ο Φρανσουά Ολάντ περί ανάπτυξης με σκοπό την οικονομική ανάκαμψη, η διάγνωσή τους είναι σωστή μεν αλλά αυτό που χρειάζεται δεν είναι τόσο δημόσιες όσο ιδιωτικές επενδύσεις».
Αυτό είναι όμως ευκολότερο να λέγεται παρά να γίνεται. «Η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι τραυματική» παρατηρεί ο κ. Φράτσερ. «Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ασφυκτιούν από την έλλειψη ρευστότητας. Η ΕΚΤ προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα δανείζοντας τις τράπεζες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτές θα δανείσουν με τη σειρά τους τις επιχειρήσεις. Υπάρχει επίσης τόσο οικονομική όσο και πολιτική αβεβαιότητα για μια σειρά λόγων που σχετίζονται με τη φορολογία, το εργατικό κόστος κ.ά.» προσθέτει.
Το μείζον πρόβλημα στην ΕΕ και στην ευρωζώνη ειδικότερα είναι το «επενδυτικό κενό» (investment gap) που παρατηρείται ήδη πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης. Το κενό εντοπίζεται μάλιστα σε τομείς κρίσιμους, όπως η εκπαίδευση, η υγεία και η ενέργεια, με τη Γερμανία να είναι ένας από τους αρνητικούς πρωταγωνιστές σε αυτή την κατάσταση. Σύμφωνα δε με τους υπολογισμούς του κ. Φράτσερ και των συνεργατών του, «το επενδυτικό κενό στην Ευρώπη ανέρχεται σε περίπου 180 δισ. ευρώ ετησίως».
Σύμφωνα με τον κ. Φράτσερ, η χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (SGP) δεν αποτελεί τη λύση. Το δημόσιο χρέος και το έλλειμμα παραμένουν υψηλά, ενώ ουδείς μπορεί να διασφαλίσει ότι χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία δεν θα αξιοποιήσουν τη χαλάρωση του Συμφώνου για να τονώσουν τις επενδύσεις αλλά την κατανάλωση. Η λύση όμως θα μπορούσε να δοθεί με τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Επενδυτικού Ταμείου.

«Το Ταμείο αυτό θα είναι προσωρινό, ίσως για μία πενταετία. Αλλωστε αποτελεί εργαλείο αντιμετώπισης της κρίσης»
εξηγεί ο επικεφαλής του DIW. «Η αρχική ιδέα είναι να λειτουργήσει στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (EIB). Σήμερα υπάρχει εντός ΕΙΒ ένα ανάλογο επενδυτικό ταμείο (EIF) που χρηματοδοτεί κυρίως μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μέσω π.χ. ειδικών επενδυτικών οχημάτων (special purpose vehicles). Εμείς πιστεύουμε ότι αυτό το Ταμείο πρέπει να διευρυνθεί ώστε οι τράπεζες να έρθουν στην ΕΙΒ και αυτή με τη σειρά της να μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο δανειοδότησης παρέχοντάς τους ένα μεγάλο ποσοστό χρηματοδότησης». Καθώς μάλιστα η ΕΙΒ έχει πολύ καλή αξιολόγηση στις διεθνείς αγορές (ΑΑΑ), θα μπορέσουν με τον τρόπο αυτόν να μειωθούν και τα επιτόκια των επιχειρηματικών δανείων.
Το πλεονέκτημα της πρότασης του DIW είναι ότι δεν θα χρειαστεί τα κράτη-μέλη της ΕΕ, που είναι μέτοχοι της ΕΙΒ, να καταβάλουν κεφάλαια. «Δεν θα γίνει ό,τι έγινε με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας» μας λέει ο κ. Φράτσερ. «Μιλάμε για εγγυήσεις. Το κόστος για τα κράτη-μέλη θα είναι μικρό και η Γερμανία μπορεί να πειστεί. Με αυτή την ιδέα δεν τίθεται ζήτημα χαλάρωσης του Συμφώνου Σταθερότητας, ενώ το Βερολίνο δεν αντιδρά στην ιδιωτική αλλά στη δημόσια χρηματοδότηση» εκτιμά. Μέσω των εγγυήσεων το ταμείο θα μπορεί να εκδίδει ομόλογα και να προσελκύει κεφάλαια από τις αγορές, που στη συνέχεια θα τροφοδοτούν τις τράπεζες μειώνοντας τον κίνδυνο.
Το Ταμείο αυτό θα μπορεί να επενδύει σε όποια χώρα θέλει και σε όποιον τομέα της οικονομίας κρίνει σκόπιμο –με δύο εξαιρέσεις: τον χρηματοπιστωτικό τομέα και τον κατασκευαστικό τομέα των ακινήτων. Ο λόγος; «Και στους δύο μπορούν εύκολα να δημιουργηθούν φούσκες» ξεκαθαρίζει ο κ. Φράτσερ.
Το δόγμα της λιτότητας


Μετά τις ευρωεκλογές έχει ξεκινήσει εκ νέου η συζήτηση για μετατόπιση της Ευρώπης από τη λιτότητα στην ανάπτυξη. Στα δύο άκρα του φάσματος βρίσκονται η καγκελάριος της Γερμανίας Ανγκελα Μέρκελ και ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Ματέο Ρέντσι.
Ο Ρέντσι επιμένει, σε συνεργασία με τον πρόεδρο της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ, ότι πρέπει να υπάρξει μια χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Εχουν κυκλοφορήσει διάφορες ιδέες, όπως π.χ. να δοθεί περισσότερος χρόνος για τη μείωση των ελλειμμάτων, να εξαιρεθούν από τα ελλείμματα οι επενδύσεις σε συγκεκριμένους τομές (π.χ., Παιδεία), ακόμη και να υπάρχει ένα ευρωπαϊκό «New Deal» (πρόκειται για γαλλική πρόταση). .
Ωστόσο είναι σαφές, ότι η παρουσία των Σοσιαλδημοκρατών στην κυβέρνηση του «μεγάλου συνασπισμού» έχει τουλάχιστον μεταβάλει το κλίμα. Ηδη, τόσο στο υπουργείο Οικονομίας του Γκάμπριελ όσο και στο υπουργείο Εξωτερικών υπάρχει έντονη κινητικότητα για την ανάληψη πρωτοβουλιών και τη διαμόρφωση προτάσεων στο μέτωπο της ανάπτυξης στην Ευρώπη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ