«Ηταν μοιραία και πέρα από κάθε προβλεπόμενη διεθνώς διαδικασία η απόφαση του καπετάνιου του νοτιοκορεατικού πλοίου να ζητήσει από τους επιβάτες να μείνουν στις καμπίνες τους και να περιμένουν οδηγίες. Ο,τι και να είχε συμβεί, έπρεπε να τους μαζέψει σε προβλεπόμενους χώρους συγκέντρωσης και έχοντας προβλέψει να φορέσουν τα σωσίβιά τους.
Στη συνέχεια, αφού έβλεπε ότι δεν υπήρχε περίπτωση επαναφοράς του πλοίου από την κλίση που είχε πάρει, έπρεπε να ζητήσει να ρίξουν τις σωσίβιες λέμβους, τις ανεμόσκαλες και τα επονομαζόμενα “βαρελάκια” (ανοίγουν στο νερό και γίνονται βάρκες) και στη συνέχεια να ζητήσει από τον κόσμο να εγκαταλείψει το πλοίο. Αυτό έπρεπε να συμβεί από την ελέγξιμη κλίση 10-15 μοιρών που είχε πάρει το φεριμπότ. Ετσι, αν έπεφταν στη θάλασσα, θα μπορούσαν μετά να ανεβούν στα “βαρελάκια” με τη βοήθεια άλλων επιβατών, όπως έχει συμβεί σε παρόμοια ναυάγια. Αλλά και στη θάλασσα να έμεναν φορώντας τα σωσίβιά τους, θα μπορούσαν να ζήσουν, όσο χαμηλή και αν ήταν η θερμοκρασία του νερού, για αρκετή ώρα τουλάχιστον. Δεν θα έπρεπε να γίνει αυτό που συνέβη, να έχουν εγκλωβιστεί στις καμπίνες τους ή λόγω της κλίσης των 80°-90° να μην μπορούν να αναρριχηθούν στα κατακόρυφα πια πατώματα του πλοίου. Είχαν πλέον με αυτόν τον τρόπο τα καταστρώματα και τις εξόδους στην πάνω πλευρά ενός ψηλού, ανυπέρβλητου τοίχου.
Αν είχε πράξει όλα τα προβλεπόμενα ο καπετάνιος, όσο άσχημες και αν ήταν οι καιρικές συνθήκες ή τα δεδομένα του ατυχήματος, οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές θα ήταν κατά πολύ μικρότερες από τους περίπου 315 νεκρούς και αγνοουμένους που φαίνεται να καταγράφονται σε αυτό το ναυάγιο».
Σε αυτή την επισήμανση προχώρησε μιλώντας προς «Το Βήμα» ο ναυπηγός-μηχανολόγος, ειδικός πραγματογνώμονας και αναλυτής ναυτικών ατυχημάτων κ. Αχιλλέας Κακαράντζας, για το ναυάγιο του πλοίου «Sewol» το οποίο βυθίστηκε τη Μεγάλη Τετάρτη κατά τη διάρκεια του δρομολογίου που εκτελούσε από το λιμάνι Ιντσεον στο τροπικό νησί Τζεζού, το οποίο αποτελεί γνωστό ταξιδιωτικό προορισμό στη Νότια Κορέα. Ο απολογισμός το απόγευμα της Τρίτης έκανε λόγο για περισσότερους από 100 νεκρούς και 215 αγνοουμένους από τους 476 επιβαίνοντες στο φέρι, εκ των οποίων 352 μαθητές που πραγματοποιούσαν σχολική εκδρομή.
Οι τρεις ενδεχόμενες αιτίες
Οπως επισημαίνει ο ειδικός πραγματογνώμονας, «για τα αίτια του ναυαγίου προφανώς μπορεί να γίνουν μόνο πιθανολογήσεις αφού δεν γνωρίζουμε τα πλήρη δεδομένα. Το πλοίο φέρεται να μετέφερε τουλάχιστον 150 οχήματα και μία βασική εκδοχή είναι να μην είχε υπάρξει ειδική πρόσδεσή τους. Ετσι λόγω της τρικυμίας να υπήρξε μοιραία μετατόπιση φορτίου. Αυτό που ανέφεραν πολλοί επιβάτες για έναν δυνατό θόρυβο μπορεί να προέρχεται από την πτώση μεγάλου αριθμού μετακινηθέντων ΙΧ στα πλευρά του πλοίου λόγω του μεγάλου κυματισμού. Ετσι μπορεί ίσως να εξηγηθεί η μεγάλη κλίση που πήρε σχετικά γρήγορα το φεριμπότ.
Η δεύτερη εκδοχή είναι να δημιουργήθηκε ένα μεγάλο ρήγμα στο πλοίο από ύφαλο. Ετσι μπορεί να εκτιμηθεί ότι, όπως έχει συμβεί και σε άλλα ναυάγια, δεν ήταν κλεισμένες οι πόρτες ανάμεσα στους 10-15 στεγανούς χώρους του πλοίου. Πιθανόν γι’ αυτό, αμέσως λόγω της εισροής υδάτων σε μεγάλο τμήμα του πλοίου, να πήρε γρήγορα τη μεγάλη αυτή κλίση.
Ενα τρίτο ενδεχόμενο ήταν να υπήρξε κάποια έκρηξη στο μηχανοστάσιο με ανεξέλεγκτες συνέπειες. Εκτιμώ όμως ότι όλα θα αναδειχθούν από την περαιτέρω έρευνα. Υπάρχουν εσφαλμένες αναφορές για την υπόθεση, όπως φέρ’ ειπείν αυτές που μιλούν για παράτυπη και μη δικαιολογημένη παρουσία μιας νεαρής αξιωματικού στη γέφυρα και απουσία του καπετάνιου. Μπορεί να συμβεί αυτό, καθώς δεν είναι υποχρεωμένος να βρίσκεται συνέχεια στη γέφυρα. Τα μοιραία λάθη ωστόσο ήταν οι μη ορθές και μη έγκαιρες αποφάσεις του πλοιάρχου για τη διάσωση των επιβατών».
HeliosPlus



