Τα χημικά δεν ήσαν άγνωστα όπλα στα χέρια της ανθρωπότητας. Χρήση τους, δυστυχώς, γινόταν ήδη από την αρχαιότητα και μπορεί εύκολα να ανιχνευθεί στη μυθολογία μας. Αρκεί να θυμίσουμε τη Λερναία Υδρα που σκότωνε ζώα και ανθρώπους με την αναπνοή της, ή τον Ηρακλή που, όπως και η θεά Αρτεμις, κατασκεύαζε δηλητηριώδη βέλη. Χρήση τους πιθανότατα είχαμε και στον Τρωικό Πόλεμο, με βεβαιότητα όμως γνωρίζομε ότι χρησιμοποιήθηκαν από σκύθες και ινδούς τοξότες στη διάρκεια εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου. Αργότερα οι Βυζαντινοί χρησιμοποίησαν το υγρό πυρ (μείγμα από θειάφι, ρετσίνι και πετρέλαιο), ενώ στη χρήση βιολογικών όπλων μάστορες αναδείχθηκαν οι Ασσύριοι που ήδη τον 16ο αιώνα π.Χ. μόλυναν με βακτήρια το πόσιμο νερό των εχθρών τους…
Παρά την απαγόρευση χρήσης πολεμικών αερίων που αποφασίστηκε στη Διάσκεψη της Χάγης το 1899, χημικά όπλα χρησιμοποιήθηκαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο από τους Γερμανούς εναντίον των γαλλικών στρατευμάτων επιφέροντας τον θάνατο χιλιάδων στρατιωτών αλλά και αμάχων, καθώς το αέριο μεταφέρθηκε με τον άνεμο αρκετά χιλιόμετρα στα μετόπισθεν. Το 1915 εμφανίστηκαν και άλλα αέρια, όπως το φωσγένιο που πάλι χρησιμοποίησαν πρώτοι οι Γερμανοί, αλλά στη συνέχεια και οι Βρετανοί. Ενα άλλο είδος χημικού όπλου ήταν και το καυστικό αέριο της μουστάρδας που έριξαν οι Γερμανοί στις 12 Ιουλίου 1917 εναντίον των βρετανικών στρατευμάτων στη γαλλική πόλη Υπρ. Από την ονομασία της πόλης οι Γάλλοι ονόμασαν το συγκεκριμένο χημικό όπλο υπερίτη. Αργότερα οι Σύμμαχοι το χρησιμοποίησαν εναντίον των Γερμανών και μάλιστα σε μία από τις επιθέσεις τους τον Οκτώβριο του 1918 ένα από τα θύματα ήταν και ο τότε νεαρός δεκανέας Αδόλφος Χίτλερ που νοσηλεύτηκε για αρκετούς μήνες σε νοσοκομείο κοντά στο Βερολίνο με φριχτούς πόνους στα μάτια.
Το φάντασμα του εναέριου πολέμου


Το ζήτημα φαίνεται να απασχόλησε έκτοτε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις σε ολόκληρη τη διάρκεια του μεσοπολέμου. Στο πρωτόκολλο μάλιστα της Γενεύης «Περί απαγορεύσεως της χρήσεως εν καιρώ πολέμου ασφυξιογόνων, δηλητηριωδών ή παρομοίων αερίων, ως και βακτηριολογικών μέσων» που η χώρα μας επεκύρωσε στις 10 Φεβρουαρίου 1931 και κατέθεσε επισήμως στην Κοινωνία των Εθνών στις 30 Μαΐου του ιδίου έτους (ΑΠ 27173, ΥΠΕΞ Τμήμα Κοινωνίας των Εθνών, 9 Νοεμβρίου 1932), προσεχώρησαν και κράτη πολύ μακράν της ηπείρου, όπως το Σιάμ και το Μεξικό.
Το ίδιο έτος, σε μυστικές συνεδριάσεις στη Γενεύη της Διεθνούς Επιτροπής του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού υπό την προεδρία του Μαξ Χούβερ, όπως πληροφορούσε ο Ραφαήλ (πρεσβευτής στο Παρίσι και μόνιμος αντιπρόσωπος στην ΚτΕ), λαμβάνονταν αποφάσεις σχετικά με την προστασία του άμαχου πληθυσμού από χημικό και εναέριο πόλεμο μετά τη διαπίστωση σώματος νομομαθών που κατέληγε σε «σχετικήν αδυναμίαν του Δικαίου όπως προασπίση λυσιτελώς τους αμάχους πληθυσμούς από των αφαντάστων δεινών ενδεχομένου μελλοντικού πολέμου» (ΑΠ 2777 Δ.Φ., Γενεύη 7 Δεκεμβρίου 1931).
Η προστασία των αμάχων


Ειδικά δε προκειμένου περί χημικού πολέμου γινόταν αναφορά στη «συμβατική αναγνώριση της αρχής της πραγματικής αμοιβαιότητος έναντι του μη προσφεύγοντος εις τον χημικόν πόλεμον εμπολέμου» ακόμα και για τα κράτη εκείνα που τύγχανε να μη δεσμεύονται από το πρωτόκολλο της Γενεύης της 17ης Ιουνίου 1925 που έκανε άμεση και ρητή αναφορά περί απαγορεύσεως χρήσεως ασφυξιογόνων αερίων.
Επιπλέον, επιχειρούσε εξαιτίας της διαπίστωσης «ανεπαρκείας των μέχρι τότε ισχυουσών διεθνών συμβάσεων προς προστασίαν του αστικού πληθυσμού» την κεφαλαιώδους σημασίας διάκριση μεταξύ μαχίμων και αμάχων πληθυσμών, κατατάσσοντας στους τελευταίους ακόμη και εκείνους «εκ των εργατών και ιδιωτικών υπαλλήλων οίτινες εν ώρα πολέμου ασχολούνται με έργα συνδεόμενα με την διεξαγωγήν πολέμου (μεταφοραί, κατασκευή πολεμοφοδίων κ.λπ.)».
Τέλος, ειδική μνεία γινόταν στην προστασία αμάχων από εναέριες επιθέσεις που θα έπρεπε να στρέφονται αποκλειστικά κατά «στρατιωτικών αντικειμενικών σκοπών (objectifs militaires), του τυχόν εξυπηρετούντος αυτούς αστικού πληθυσμού, μη θεωρουμένου ως αποτελούντος αναπόσπαστον τμήμα (λ.χ. παρακειμένου συνοικισμού εργατών ηλεκτρικού μεμονωμένου εργοστασίου)», που παρέλειπε να αναφέρει η Σύμβαση της Ουάσιγκτον (6 Φεβρουαρίου 1922).
Η γαλλική πρωτοβουλία


Μέσα στον ίδιο μήνα, Δεκέμβριο του 1931, μια γαλλική πρωτοβουλία υπό την προεδρία του πρώην πρωθυπουργού της χώρας Ερριώ να συγκαλέσει στο Τροκαντερό διεθνές συνέδριο για τον αφοπλισμό θα κατέληγε σε μια τόσο σφοδρή πολιτική κρίση στο εσωτερικό της χώρας εξαιτίας επιθέσεων που δέχθηκαν η κυβέρνηση και ο ίδιος ο γάλλος πρωθυπουργός Α. Μπριάν από τον δεξιό Τύπο, ώστε ο τελευταίος να αναγκασθεί να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από το γαλλικό Κοινοβούλιο λαμβάνοντας 324 ψήφους έναντι 266 (ΑΠ 4341, πρεσβευτής Ν. Πολίτης, 12 Δεκεμβρίου 1931). Σε εκείνο το συνέδριο η χώρα μας συμμετείχε με συμβολική συνεισφορά 1.416,95 γαλλικών φράγκων (ΑΠ 473/Α/18 εισήγηση ΥΠΕΞ).
Αρχές της επόμενης χρονιάς και συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 1932, με αφορμή τη σύγκληση παγκόσμιας Διάσκεψης για τον Αφοπλισμό, σε επιστολή του Σοσιαλιστικού Κόμματος προς την ελληνική κυβέρνηση γινόταν έκκληση προκειμένου να ληφθούν πρωτοβουλίες και να αποδοθεί «επί τέλους εις την Ανθρωπότητα η ασφάλεια της Παγκοσμίου Ειρήνης διά του Αφοπλισμού» (23 Ιανουαρίου 1932). Στην ίδια επιστολή η ελληνική κυβέρνηση εκαλείτο «να γίνη εις την Γενεύην υπέρμαχος της πολιτικής του γενικού, αμέσου και πλήρους αφοπλισμού όλων των λαών» επισημαίνοντας ότι μεγάλα ποσά (21%) των δημοσίων εσόδων εδαπανώντο «εις πολεμικάς προπαρασκευάς την στιγμήν που όλος ο μισθωτός και εργαζόμενος λαός γονατίζει από το αφάνταστον φορολογικόν βάρος που επέβαλλαν οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι της περιόδου 1917-1922 και αι καταστροφαί των» (οπ.π.).
Νευροπαραλυτικά και Zyklon Β


Ολα έδειχναν ότι η διεθνής κοινή γνώμη και οι κυβερνήσεις ανησυχούσαν. Και δυστυχώς οι φόβοι τους δεν διαψεύσθηκαν. Γρήγορα, προτού καν κλείσει η δεκαετία, θα άρχιζε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Στη διάρκειά του ο Χίτλερ εκμεταλλευόμενος την εμπειρία από τον τραυματισμό του, αλλά και την εξ ιδίας γνώσεως αποτελεσματικότητα των όπλων μαζικής καταστροφής, φρόντισε να χρηματοδοτήσει εκτεταμένα ερευνητικά προγράμματα για την παρασκευή χημικών όπλων, όπως το αέριο των νεύρων που προκαλούσε παράλυση και εν τέλει τον θάνατο των αντιπάλων του. Στην κατηγορία όπλων μαζικής εξόντωσης άλλωστε ανήκε και το αέριο Zyklon Β, με το οποίο εκατομμύρια Εβραίοι εξοντώθηκαν στους θαλάμους αερίων των διαβόητων στρατοπέδων θανάτου Αουσβιτς – Μπίρκεναου.
Με τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τόσο η ΕΣΣΔ όσο και οι ΗΠΑ στράφηκαν στην έρευνα ενός άλλου είδους όπλου που απεδείχθη εξίσου αποτελεσματικό. Επρόκειτο για τα βιολογικά όπλα, χρήση των οποίων έκαναν οι Αμερικανοί στο Βιετνάμ.


Γενεύη
Η προφητική σύμβαση

Η πρώτη σελίδα της εγκυκλίου που κυκλοφόρησε υπό τύπον φυλλαδίου και αναφερόταν στο κείμενο της «Συμβάσεως περί ενισχύσεως των μέσων προλήψεως του πολέμου». Υπεγράφη στη Γενεύη στις 26 Σεπτεμβρίου 1931 από 21 κράτη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάς (πρέσβης Ν. Πολίτης). Είχε προηγηθεί ακριβώς έναν χρόνο πριν (26 Σεπτεμβρίου 1930) η Σύμβαση «Περί οικονομικής αρωγής εις τα κράτη τα υφιστάμενα άδικον επίθεσιν» (ΑΠ 13040, ΥΠΕΞ, ΚτΕ). Εντυπωσιάζει η απουσία χωρών του λεγόμενου αγγλοσαξονικού άξονα, ενώ προφητική αναδεικνύεται η επιμονή της Πολωνίας να τροποποιηθεί σχετική παράγραφος του άρθρου 2 της Σύμβασης «ίνα μην υπάρχη η αμφιβολία ήτις εγεννάτο εκ του αρχικού κειμένου ότι πάσαι κατ’ αρχήν αι επί του εθνικού εδάφους εισβολαί θα εθεωρούντο ως απειλαί μόνον πολέμου» (ΑΠ 2078/2055/ΙΧ/4.δ, πρεσβευτής Ρ. Ραφαήλ, μόνιμος αντιπρόσωπος στην ΚτΕ, Γενεύη 4 Οκτωβρίου 1931).
Οκτώ χρόνια αργότερα τα γερμανικά στρατεύματα θα εισέβαλλαν στην Πολωνία. Φυσικά ουδείς εκ των συμβαλλομένων έκανε λόγο για οικονομική αρωγή της. Αλλωστε τα γεγονότα έπεσαν ως χιονοστιβάδα: ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε μόλις αρχίσει…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ