Εχει υπογράψει μερικά από τα πλέον εμβληματικά κτίρια της Αθήνας και έχει μελετήσει και επιβλέψει περισσότερα από 800 έργα κάθε είδους: από υπουργεία, νοσοκομεία, μουσεία, δημαρχεία και βιβλιοθήκες ως εμπορικά κέντρα, γραφεία, κινηματογραφικές αίθουσες, πολυκατοικίες και επαύλεις. Αλλά εκείνα με τα οποία έχει ταυτιστεί στη συνείδηση των Ελλήνων είναι οι ψηλές γυάλινες κατασκευές του, ιδίως αυτές που παρατάσσονται στη λεωφόρο Κηφισιάς, για τις οποίες μάλιστα δεν κρύβει την προτίμησή του – και ας λειτουργούν ως κόκκινο πανί για πολλούς ομοτέχνους του. Ο Ιωάννης Βικέλας, έχοντας συμπληρώσει 50 χρόνια σε αυτόν τον χώρο, έχει τη δική του άποψη. «Θέλω να το ξεκαθαρίσωότι είμαι υπέρ της αστικής φυσιογνωμίας της πόλης» δηλώνει. «Αλλά τα ψηλά κτίρια πρέπει να περιβάλλονται οπωσδήποτε από ελεύθερο χώρο, όπως συμβαίνει στο εξωτερικό,στο Λονδίνο, στη Φραγκφούρτη, στο Παρίσι».

Κατόπιν αυτών περίμενα ότι θα τον συναντήσω στον τελευταίο όροφο ενός από τα γυάλινα κτίρια που έχει σχεδιάσει ο ίδιος στη λεωφόρο Κηφισιάς και ότι από το γραφείο του θα κοιτούσαμε αφ΄ υψηλού τον δρόμο, τα αυτοκίνητα και τους κοινούς θνητούς. Η πρώτη ανατροπή ήρθε όταν άρχισα να ψάχνω την είσοδο του κομψότατου μεγάρου «Αtrina» μέσα στο σκοτάδι. Η δεύτερη, όταν χρειάστηκε να κατεβώ, αντί να ανεβώ, σκαλοπάτια και η συνέχεια όταν βρέθηκα σε έναν ημιυπόγειο χώρο, αφού εκεί βρίσκεται το γραφείο του. Με δεδομένο ότι, εκτός των άλλων, ο άνθρωπος αυτός έχει σχεδιάσει τον πρώτο και μοναδικό ουρανοξύστη της Αθήνας, αυτό είναι (το λιγότερο) παράδοξο.

– Το δικό σας γραφείο γιατί δεν είναι ψηλά,όπως των άλλων;

Κτίριο γραφείων στο Χαλάνδρι με γυάλινο κλιμακοστάσιo, σχεδιασμένο το 1979

«Είναι μια ιστορία ολόκληρη. Ο επιχειρηματίας είχε ξεχάσει την αμοιβή μου για το έργο και τελικά πρότεινε να μου παραχωρήσει μια ιδιοκτησία. Είχε κάνει τον λογαριασμό μάλιστα ότι δικαιούμαι 180 τ.μ. σε όποιον όροφο ήθελα. Και πράγματι ο τελευταίος όροφος είναι μεγαλειώδης. Σκέφτηκα όμως ότι εκτός από τους επωνύμους στο γραφείο μου θα έρχονταν και απλοί άνθρωποι, φοβήθηκα λοιπόν μήπως τους τρομάξει. Ετσι το διαπραγματεύτηκα διπλασιάζοντας τα τετραγωνικά αλλά κατέβηκα στο υπόγειο».

– Πώς αισθάνεστε εδώ στη λεωφόρο Κηφισιάς,όπου τόσα κτίρια είναι δικά σας;

«Θυμηθείτε πώς ήταν πριν η λεωφόρος Κηφισίας. Τα κτίρια, η αρχιτεκτονική, η αισθητική ήταν απαράδεκτα».

– Προσωπικά θυμάμαι μικρούς ελαιώνες.

«Κοιτάξτε, παντού στον κόσμο, σε όλες τις μεγάλες αρτηρίες δημιουργούνται επεκτάσεις των πόλεων, ήταν μοιραίο να γίνει αυτό. Και εσείς, αν είχατε ένα οικόπεδο στη λεωφόρο Κηφισιάς και σας έδιναν μερικά εκατομμύρια θα αντιστεκόσασταν γιατί δεν θα έβλεπε μια φίλη σας τον Υμηττό; Το ίδιο συνέβη και στη λεωφόρο Συγγρού. Τα κτίρια έδωσαν μια υπεραξία στον άξονα της πόλης με την αισθητική τους φυσιογνωμία αλλά και με τους δημόσιους χώρους που δημιούργησαν».

– Πόσο άσχημα είναι τα πράγματα στην Αθήνα σήμερα; Χρειάζεται κατεδάφιση;

«Είναι ακραία άσχημα. Αυτή είναι η εικόνα. Αλλά και η κατεδάφιση είναι ουτοπία, γιατί είναι το κόστος τεράστιο».

– Τα λάθη που έγιναν ποια είναι; «Η αντιπαροχή ήταν το βασικό. Εχτιζαν οι πάντες τότε. Είχα γνωρίσει έναν κρεοπώλη ο οποίος στο πίσω μέρος του πακέτου των τσιγάρων του έκανε σκιτσάκια των διαμερισμάτων. Τέτοιες εικόνες έζησα. Οσο για την έννοια του αρχιτέκτονα, ήταν άγνωστη. “Δηλαδή τι ακριβώς κάνετε; ” με ρωτούσαν. Μεγάλο λάθος ήταν και η κατεδάφιση των νεοκλασικών. Μετά ήταν η κατάτμηση της γης σε πολύ μικρές ιδιοκτησίες με συνέπεια την αδυναμία εφαρμογής οποιουδήποτε ρυθμιστικού σχεδίου και πολεοδομικού σχεδιασμού. Το κράτος είχε φθάσει να επιτρέπει την οικοδόμηση σε οικόπεδα 60 τ.μ. ενώ από την άλλη δεν ελάμβανε καμία πρόνοια για ελεύθερους χώρους». – Ευκαιρίες δεν υπήρξαν; «Πολλές, και υπάρχουν ακόμη, αλλά δεν τις εκμεταλλεύθηκε κανείς. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν ένα στοίχημα που χάθηκε, ενώ αντίθετα στη Βαρκελώνη έμεινε προίκα τεράστια. Θέλετε κι άλλα; Ο Βοτανικός καρκινοβατεί, στου Γουδή που είναι η μεγάλη ανάσα της Αθήνας η γη κατατμίζεται σε κομμάτια, για το Ελληνικό ακούμε σχέδια, το ένα πιο προβληματικό από το άλλο…».

– Εσείς λαμβάνετε υπόψη σας το περιβάλλον στον σχεδιασμό;

Το συγκρότημα «Αtrina» στον Παράδεισο Αμαρουσίου (1973), το κομψότατο μέγαρο στο οποίο στεγάζεται και το γραφείο του δημιουργού του, Ιωάννη Βικέλα

«Κάθε κτίριο οφείλει να σέβεται το περιβάλλον και να αφομοιώνεται μέσα σε αυτό. Οταν όμως το περιβάλλον είναι άθλιο, δεν συζητείται ότι πρέπει να υπάρξει ταύτιση με την ασχήμια. Πριν να κάνω εγώ τα κτίρια της λεωφόρου Κηφισιάς η Αθήνα κατακλυζόταν από πανάσχημες, τσιμεντένιες οικοδομές. Αυτό έχει ξεχαστεί σήμερα, εγώ όμως απλώς ανταποκρίθηκα στο κοινό αίτημα για βελτίωση της εικόνας της πόλης».

– Τα κτίρια επηρεάζουν τη ζωή των ανθρώπων; Είναι διαφορετικό να ζει κανείς σε έναν ουρανοξύστη ή σε ένα νεοκλασικό;

«Ασφαλώς, γιατί περνούμε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας μέσα σε αυτά. Συγκεκριμένα εγώ, αν οι συνθήκες της ζωής μου τα έφερναν έτσι ώστε να μείνω σε ένα νεοκλασικό κτίριο, δεν θα ήμουν ευχαριστημένος. Γιατί πιστεύω ότι ο άνθρωπος πρέπει να ζει σύμφωνα με την εποχή του. Διαφορετικά είναι, πώς να το πω, σαν να με αναγκάζετε να φάω προχθεσινό φαγητό».

– Αν σας ζητούσαν να σχεδιάσετε εργατικές πολυκατοικίες,πώς θα τις φτιάχνατε;

«Εχουμε κτίσει μια πολυκατοικία στη Δραπετσώνα. Πιστεύω ότι σε αυτές τις περιπτώσεις δεν πρέπει να υπάρχει η παραμικρή σπατάλη πουθενά ενώ ταυτόχρονα να εξασφαλίζεται μια αξιοπρεπής και ευχάριστη διαβίωση για τους κατοίκους. Και ωραίο και φθηνό. Αυτό είναι το στοίχημα στη λαϊκή πολυκατοικία».

– Λάθη έχετε κάνει;

Η νέα πτέρυγα του υπουργείου Εξωτερικών,έργο των Βικέλα – Μιχαλέα (1974)

«Εχω κάνει. Οταν βρέθηκα σε στιγμές που η αρχιτεκτονική μου επάρκεια δεν ήταν αυτή που θα ήθελα αλλά και όταν δεν υπερασπίστηκα στον βαθμό που έπρεπε κάποια ιδέα μου και υποχώρησα. Ευτυχώς όμως είναι ελάχιστες αυτές οι περιπτώσεις».

– Ποιο κτίριο δικό σας θα θέλατε να διασωθεί από μια καταστροφή;

«Το υπουργείο Εξωτερικών. Σε αυτό το έργο προσπάθησα να εκφράσω έστω και σημειολογικά κάτι από το κλασικό μας πνεύμα προκειμένου να αποδοθεί ο δημόσιος χαρακτήρας που οφείλει να έχει». – Και ποιο θα γκρεμίζατε ευχαρίστως;

«Υπάρχουν πάρα πολλά, αλλά το Πολεμικό Μουσείο είναι σίγουρα ένα από αυτά».

– Πώς νομίζετε ότι θα είναι η αρχιτεκτονική ύστερα από έναν αιώνα;

«Ηδη η αρχιτεκτονική γίνεται διαστημική, πράγμα που δεν με ενθουσιάζει. Η Ζάχα Χαντίντ για παράδειγμα, που έχει κάνει υπέροχα γλυπτικά έργα, οργανικά πιστεύω ότι παρουσιάζει πολύ σοβαρή αδυναμία όταν μεταφέρει αυτόν τον οίστρο της στην ανθρώπινη κατοικία, στο κέλυφος της ζωής μας. Τα σπίτια της έχουν μια παγερή αύρα, μια ψυχρότητα που αυτή τη στιγμή είναι μια τάση στην πρωτοπορία της αρχιτεκτονικής που τρομάζει». – Τι θα θέλατε να σχεδιάσετε ακόμη;

«Θα ήθελα πραγματικά να κάνω μια εκκλησία, γιατί στενοχωριέμαι που όλες στην Ελλάδα είναι αποκομμένες από την εποχή μας. Και ενώ σε όλον τον κόσμο έχουν γίνει θαυμάσια θρησκευτικά μνημεία, που είναι σύγχρονα αλλά παράλληλα προκαλούν έντονα το θρησκευτικό συναίσθημα, εμείς έχουμε μείνει πίσω. Αυτά τα δύο πράγματα είναι μεγάλο ερέθισμα να τα αντιμετωπίσει κανείς».

Τσαρούχης: «Εσύ,παιδί μου,να γίνεις αρχιτέκτων πρέπει»
Ο Ιωάννης Βικέλας θυμάται: «Ο πατέρας μου με έκανε όταν ήταν σχεδόν 60 χρονών.Ζούσε στο Παρίσι και ήταν πάμπλουτος,είχε μεγάλες αντιπροσωπείες.Η μητέρα μου,μια πολύ νόστιμη και έξυπνη γυναίκα,ήταν από την Κωνσταντινούπολη.Είχαν μεγάλη διαφορά ηλικίας,30 χρόνια σχεδόν,αλλά όταν τον γνώρισε,τον χώρισε από τη γαλλίδα γυναίκα του και τον έφερε στην Αθήνα,γιατί δεν της πήγαινε το Παρίσι.Εγώ πάντως γεννήθηκα στο Παρίσι το 1931. Η αγάπη μου για την αρχιτεκτονική ξεκίνησε από πολύ νωρίς. Μένοντας στην περιοχή Αγγελοπούλου,νεαρούλης με κοντά παντελονάκια,έβλεπα σε ένα ισόγειο χαμηλό παράθυρο, γωνία 3ης Σεπτεμβρίου και Κοδριγκτώνος,μια ωραία φυσιογνωμία με καλλιτεχνικά, πλούσια μαλλιά να δουλεύει σκυμμένη σε ένα εργαστήριο σχεδίων,χρωμάτων και μακετών.Μου κίνησε το ενδιαφέρον,πράγμα που αντιλήφθηκε ο άνθρωπος και κάποια στιγμή με κάλεσε για να μου δείξει πώς γίνονται οι μακέτες.Ο μακετοποιός αυτός ήταν ο Τσαρούχης,που έκανε θεατρικές μακέτες,συν τοις άλλοις.Οταν έμαθα την τεχνική,του παρουσίασα το δικό μου έργο- θα πρέπει να ήμουν δεκατριών χρονών τότε-,που ήταν ένας δρόμος με πολυκατοικίες.“Εσύ,παιδί μου,να γίνεις αρχιτέκτων πρέπει” μου είπε.

Ενάμιση χρόνο μετά,καθώς περνούσα με εκείνα τα λεωφορεία τα γκαζοζέν από την Πανεπιστημίου,έμεινα έκθαμβος βλέποντας αυτά τα πανέμορφα κτίρια στη σειρά και ιδιαίτερα το μεσαίο,το Πανεπιστήμιο.Κάθησα και το έφτιαξα όλο και επειδή μέτρα δεν είχα,έκανα τους υπολογισμούς με τα βήματα.Αργότερα,στο Πολυτεχνείο,όταν μας δόθηκε ως θέμα μια εξοχική κατοικία,ήταν τέτοια η υπομονή και ο ρεαλισμός μου,που έκανα ένα-ένα τα κεραμιδάκια της στέγης από χαρτί. Σαν ψειρίτσες ήταν,φοβερή λεπτοδουλειά.Μια εφημερίδα έγραψε μάλιστα για τον νεαρό που έφτιαξε μακέτα με 1.600 κεραμιδάκια».

«Δεν είμαι “ο αρχιτέκτονας του γυαλιού”»
– Στην Αττική τρία είναι τα κυρίαρχα στοιχεία: ο ήλιος,το χώμα και η πέτρα. Εσείς προσθέσατε και το γυαλί και μάλιστα σε έναν τόπο όπου οι 300 ημέρες τον χρόνο είναι ηλιόλουστες.

«Κάποιοι εύκολοι κατήγοροι μου προσάπτουν ότι είμαι ο αρχιτέκτονας του γυαλιού. Είναι πολύ μεγάλη κακεντρέχεια αυτό γιατί από τις εκατοντάδες μελέτες που έχω κάνει τα γυάλινα κτίρια είναι μόνο 23. Θεωρώ ότι η κριτική που ακούγεται είναι όχι μόνο ανέξοδη αλλά και άδικη, είναι απλώς ένας ακόμη στρουθοκαμηλισμός». – Πόσο ενεργοβόρα είναι αυτά τα γυάλινα κτίρια;

«Κατ΄ αρχάς είναι μόνο κατ΄ ευφημισμόν γυάλινα. Πίσω από το γυαλί υπάρχει μπετόν θερμομονωμένο. Δηλαδή το μισό κτίριο είναι από μπετόν και το άλλο μισό από γυαλί. Κανένα από αυτά τα κτίρια δεν είναι ενεργοβόρο. Τέτοια κτίρια σπανίζουν ακόμη και στις μεγάλες πρωτεύουσες- και δεν είμαι υπερόπτης που το λέω. Ξέρετε, δεν είναι το υλικό που κάνει την καλή αρχιτεκτονική, είναι ο αρχιτέκτονας. Και το γυαλί δεν είναι πανάκεια, μπορεί να έχει κάκιστο αποτέλεσμα, όπως έχει συμβεί σε πολλά κτίρια που χρησιμοποίησαν το υλικό χωρίς όμως να υπάρχει έμπνευση και δημιουργία».