Αν το καλοσκεφτούμε, διανύουμε μια χρονική περίοδο οικονομικής κρίσης που αναπόφευκτα επιφέρει κοινωνικές εντάσεις, το σύνολο των οποίων δεν έχει διαφανεί ακόμη. Στο πλαίσιο αυτό η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να λάβει υπόψη της ότι οι αυξήσεις των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, των πρώτων υλών και των πολύτιμων μετάλλων και των τροφίμων προκαλούν πιέσεις στα εισοδήματα των εργαζομένων και των συνταξιούχων, πέραν των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι επιχειρηματίες και οι υποψήφιοι επενδυτές.
Εκ των πραγμάτων, η κρίση επιφέρει αύξηση του πληθωρισμού, μείωση της ζήτησης, αναστολή εκτέλεσης επενδυτικών σχεδίων, μείωση του ρυθμού ανάπτυξης και μείωση της απασχόλησης. Ως εδώ έχουμε τη «διάγνωση» του προβλήματος, στην οποία λίγοπολύ συμφωνούν όλοι. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: Ποια ή ποιες είναι οι λύσεις του προβλήματος;
Στην πραγματικότητα όμως δεν υπάρχουν και πολλές εναλλακτικές λύσεις. Η Ελλάδα, ως μέλος της ευρωζώνης, έχει χαράξει μια συγκεκριμένη οικονομική πολιτική την οποία πρέπει να εφαρμόσει το ταχύτερο δυνατόν. Για να ξεκαθαρίσουμε ποια είναι η πολιτική αυτή, αρκεί να θυμηθούμε τις δεσμεύσεις και τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση έναντι της ΕΕ.
Κατ΄ αρχήν, συμφωνήθηκε ότι « είναι απαραίτητο να αποφευχθεί ο εφησυχασμός και να συνεχισθούν οι μεταρρυθμίσεις μέσω της πλήρους εφαρμογής των εθνικών προγραμμάτων των μεταρρυθμίσεων και των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών για την ανάπτυξη και την απασχόληση ».
Εξάλλου στις τελευταίες συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς την Ελλάδα, που υιοθέτησε και το Εco/Fin, αναφέρονται ως «προκλήσεις υψίστης προτεραιότητας» τα εξής: η μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών, η εφαρμογή του προγράμματος μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση, η εδραίωση ενεργητικών πολιτικών στην αγορά εργασίας, η αντιμετώπιση της υψηλής ανεργίας των νέων και της αδήλωτης εργασίας και η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων στην εκπαίδευση και στη διά βίου μάθηση.
Δυστυχώς, όμως, αν εξαιρέσει κανείς την προσπάθεια για τη συγκράτηση των ελλειμμάτων, οι άλλες συστάσεις (μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, εδραίωση ενεργητικών πολιτικών στην αγορά εργασίας κτλ.) δεν μετουσιώνονται σε πολιτικές.
Ο υπουργός Οικονομίας μπορεί να χαρακτηρίζει κατ΄ επανάληψη το Δημόσιο «μέγα ασθενή», αλλά ο συνάδελφός του από το υπουργείο Δημόσιας Διοίκησης δεν του απαντά… Αλλωστε τι να του πει;
Στην αγορά εργασίας η εδραίωση ενεργητικών πολιτικών για την αντιμετώπιση της υψηλής ανεργίας των νέων και την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας συμπεριλαμβάνεται στις προτεραιότητες του υπουργείου Απασχόλησης μόνο στα χαρτιά. Οσο για τις μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση και στη διά βίου μάθηση, δεν συμπεριλαμβάνονται ούτε καν στο λεξιλόγιο των συναρμόδιων υπουργείων.