Ε
ντός του γηπέδου δεν φαίνονται μόνο τα πόδια των παικτών αλλά και το αθλητικό ήθος και… έθος που κουβαλούν. Οι ποδοσφαιριστές πολλές φορές κλωτσούν την πειθαρχία και γίνονται σκόρερ κακής συμπεριφοράς απέναντι στις αποφάσεις των προπονητών. Οι… «λαμπεροί αλλά άσωτοι υιοί» της μπάλας συχνά νιώθουν το γρασίδι να χάνεται από τα πόδια τους, όταν το χέρι του προπονητή δείχνει τον πάγκο κατά την επιλογή της ενδεκάδας. Αυτοί ξέρουν να… μετρούν ως το έντεκα. Πώς να δεχτούν ότι στο φύλλο αγώνα δεν θα υπάρχει το όνομά τους στη βασική σύνθεση της ομάδας. Αντιδρούν τότε με ενέργειες όπως αυτή του Ιλια Ιβιτς, ο οποίος δεν θέλησε να καθήσει στον πάγκο του Ολυμπιακού, όταν ανακοινώθηκε από τον προπονητή του η ενδεκάδα στον αγώνα με τη Μοζίρ. Ο Ντούσαν Μπάγεβιτς δήλωσε ότι ο 26χρονος επιθετικός θα τιμωρηθεί με χρηματικό πρόστιμο και συμπλήρωσε «έχει ακόμη μια ευκαιρία». Την αντιαθλητική συμπεριφορά παικτών ή εκδηλώσεις απειθαρχίας αντιμετωπίζουν κατά καιρούς όλες οι ομάδες.


Τι κρύβεται πίσω από αυτήν την εικόνα των παικτών; Υπάρχει γόνιμο έδαφος για να διαμορφωθεί; Επιβάλλονται πρόστιμα ή υπάρχει μεροληπτική αντιμετώπιση ανάλογα με το όνομα; Μήπως έχει γίνει μέρος του παιχνιδιού η… άφεση αμαρτιών; «Ο βεντετισμός και η έλλειψη παιδείας των παικτών δημιουργούν το πρόβλημα ενώ η δομή του ελληνικού ποδοσφαίρου διατηρεί τα φαινόμενα απειθαρχίας και της αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς ποδοσφαιριστών» σύμφωνα με τον προπονητή Μίλτο Παπαποστόλου. «Ορισμένοι παίκτες έχουν τέτοια νοοτροπία που δεν θέλουν να είναι δεύτεροι. Είναι ο εσωτερικός υποβιβασμός που νιώθουν και δεν μπορούν να δεχτούν τη μείωση. Αυτοί οι ποδοσφαιριστές έχουν μάθει, μπαίνοντας στα αποδυτήρια, να υπακούουν οι άλλοι παίκτες σε αυτούς, μπαίνοντας στο γήπεδο να είναι εκείνοι που θα δίνουν τις διαταγές κ.ο.κ. Οταν έρθει η στιγμή και ο προπονητής δείξει ότι εμπιστεύεται κάποιους άλλους παίκτες, τότε γίνεται μια στροφή μέσα στο μυαλό τους, στην ψυχολογία τους, στο είναι τους και νιώθουν τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια τους. Τους φαίνεται ότι βουλιάζουν. Και αυτό γιατί ίσως δεν έχουν υψηλό επίπεδο μόρφωσης, οικογενειακής ανατροφής, κοινωνικής μόρφωσης ­ το σπουδαιότερο από όλα».


Η λογική της ιεραρχίας δεν υπάρχει στο μυαλό αυτών των παικτών όχι μόνο λόγω ιδιορρυθμίας χαρακτήρα αλλά και λόγω του ότι αυτή έχει καταργηθεί στο ελληνικό ποδόσφαιρο, όπως επισημαίνει ο κ. Παπαποστόλου. Πολλές φορές οι παίκτες ως ευνοούμενοι παραγόντων ή του προέδρου χαίρουν ασυλίας σε ό,τι κάνουν πέρα από τον προπονητή που είναι ο αρμόδιος. «Μόνο στην Ελλάδα γίνεται πρωτάθλημα προέδρων και όχι παικτών και προπονητών. Αντί ο προπονητής να είναι κυρίαρχος από την είσοδο του γηπέδου και πέρα και ο πρόεδρος να είναι η κεφαλή έξω από το γήπεδο, έξω από τα αποδυτήρια, στα γραφεία της ΠΑΕ, γίνονται αλλοπρόσαλλα πράγματα. Εχει συμβεί προτού να προσληφθεί προπονητής να έχουν γίνει μετεγγραφές! Αν το πω αυτό σε συναδέλφους στο εξωτερικό, στα σεμινάρια όπου πάω, σίγουρα θα με περάσουν για τρελό. Αυτό γίνεται στην Ελλάδα. Το πρωτάθλημα εξαρτάται από τι γνωριμίες έχει ο πρόεδρος, πόσα χρήματα έχει και τι γίνεται με τη διαιτησία… Ποιότητα δεν έχουμε, ταλέντα δεν βγάζουμε, κυρίαρχοι των αγώνων δεν είναι οι προπονητές. Ο,τι και να γίνει τελευταίος αναφέρεται ο προπονητής, ενώ όταν χάνει η ομάδα είναι πρώτος γιατί πρέπει να φύγει».


Πολλοί ποδοσφαιριστές έχουν φιγουράρει στη συνείδηση του φίλαθλου κόσμου αλλά και στις εφημερίδες υπό τον τίτλο «στα μαχαίρια με τον προπονητή του». Γνωστές οι ολέθριες σχέσεις του Θωμά Μαύρου με τον Νίκο Αλέφαντο, των Κρίστο Βαζέχα – Στράτου Αποστολάκη με τον Βέλιμιρ Ζάετς, του Χουάν Χοσέ Μπορέλι και του Δημήτρη Σαραβάκου με τον Ιβιτσα Οσιμ, του Οκόνσκι με τον Ντούσαν Μπάγεβιτς, των Νίκου Αναστόπουλου και Τάσου Μητρόπουλου επί προεδρίας Σταύρου Νταϊφά που έπαιζαν μεν καλό ποδόσφαιρο αλλά στις προπονήσεις μπορούσες να τους βρεις στο Κολωνάκι να απολαμβάνουν τον καφέ τους… Αλλοι πάλι έχουν συνδεθεί με τον ιδιόρρυθμο χαρακτήρα του αψύ, του «άντρα του πολλά βαρύ» ή του «παλιόπαιδου τ’ ατίθασου». Οπως ο Νίκος Βαμβακούλας, ο Χρήστος Αρδίζογλου, ο Βαγγέλης Βλάχος που δεν έκαναν ποτέ «κράτει» στα λόγια και στις χειρονομίες αγανάκτησης.


Πάντως ο Νίκος Στράτος, γενικός διευθυντής της ΠΑΕ ΑΕΚ, πιστεύει ακράδαντα ότι «σε καμία περίπτωση δεν υπήρξαν παίκτες που η συμπεριφορά τους να εμπεριείχε δόλο με στόχο να κάνουν κακό στην ομάδα». Επισημαίνει μάλιστα πως «τα τελευταία 15 χρόνια οι ποδοσφαιριστές γενικά έχουν αλλάξει τη συμπεριφορά τους προς το καλύτερο. Μπορώ να πω ότι από όλο το κύκλωμα του ποδοσφαίρου η καλυτέρευση είναι μόνο στους ποδοσφαιριστές. Παλαιά οι βεντέτες ποδοσφαιριστές έδιωχναν και τους προπονητές. Δεν φαίνονταν προσωπικά οι ίδιοι αλλά επηρέαζαν τη διοίκηση και η διοίκηση απέλυε τους προπονητές. Ολα αυτά βέβαια συνέβαιναν όταν το ποδόσφαιρο ήταν ερασιτεχνικό, προ του ’79. Σήμερα, στις μεγάλες ομάδες δεν γίνεται αυτό. Επίσης, οι μεγάλοι παίκτες σήμερα ξέρουν το συμφέρον τους και δεν συμπεριφέρονται άσχημα. Είναι επαγγελματίες. Ομως κακά τα ψέματα, οι παίκτες – μεγάλα ονόματα γεμίζουν τα γήπεδα. Αυτοί έχουν την αίγλη. Γι’ αυτό πολλές φορές οι ιδιοτροπίες τους παραβλέπονται, η ομάδα υποκύπτει και γίνονται συμβιβασμοί».


Σε όλες τις περιόδους του ελληνικού ποδοσφαίρου υπήρχαν μέσα στο γήπεδο οι παίκτες – μαγνήτες της… εξέδρας. Ολοι συνήθως θυμούνται τα παλιά με νοσταλγία και μιλούν για τον ρομαντισμό της φανέλας που έκανε τη βεντέτα να υποτάσσεται στις ανάγκες της ομάδας και λιγότερο στην προσωπική προβολή. Υπέρμαχος της παρελθούσης «ηθικής» και ατμόσφαιρας του ποδοσφαίρου προ εικοσαετίας είναι ο Μ. Παπαποστόλου, που σημειώνει ένα περιστατικό ως αντίπαλο δέος της περίπτωσης Ιβιτς: «Οταν ο Νεστορίδης ήταν ο καλύτερος ποδοσφαιριστής στην Ελλάδα ­ είχα την τύχη να παίζω μαζί του στην ΑΕΚ ­, το 1963 που ήρθε ο Τσάκναντι, τσεχοσλοβάκος προπονητής, που είχε πολιτογραφηθεί Γερμανός, τον άφησε απ’ έξω. Του είπε: ξέρω ποιος είσαι, τι έχεις κάνει και τι κάνεις, κάθε χρόνο πρώτος σκόρερ, αλλά ή θα προσαρμοστείς να παίζεις όπως θέλω εγώ προς όφελος της ομάδας ή θα μείνεις εκτός ομάδας. Πράγματι για δύο παιχνίδια δεν τον χρησιμοποίησε. Κάτι που δεν μπορούσε να το διανοηθεί κανείς. Και όμως μετά ο Νεστορίδης ξαναβγήκε, διότι προσαρμόστηκε και διέπρεψε εκ νέου. Αλλο το κριτήριο των φιλάθλων και των δημοσιογράφων που κάνουν κριτική και ανάλυση των αγώνων, και άλλο το κριτήριο του προπονητή, που πρέπει να έχει τον πρώτο λόγο».


«Μάλιστα, θα έλεγα για τον Ιβιτς, ότι δεν θα έπρεπε να παίζει στον σημερινό Ολυμπιακό. Κρίνοντας τον παίκτη που ξέρω από πέρυσι, λέω ότι δεν έχει θέση σε αυτήν την ομάδα και στο ποδόσφαιρο που παίζει τώρα ο Ολυμπιακός, όπου υπάρχει αρμονία. Ο συγκεκριμένος ποδοσφαιριστής τη χαλάει. Είναι πολύ καλός παίκτης ως άτομο, δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Ισως ο καλύτερος που υπάρχει στην Ελλάδα. Ομως ο τρόπος ανάπτυξης παιγνιδιού του και η ατομικότητα γενικά τέτοιων παικτών είναι τροχοπέδη για το σύγχρονο ποδόσφαιρο».


Το μεγάλο ερώτημα είναι αν επιβάλλονται ποινές, πρόστιμα και τιμωρίες στους παίκτες που έχουν αντιαθλητική συμπεριφορά. Υπάρχει εσωτερικός κανονισμός των ομάδων που προβλέπει ποινές για πειθαρχικά παραπτώματα αλλά και η δυνατότητα για «καμπάνες» από τους αθλητικούς δικαστές όταν παίκτες πρωταγωνιστούν σε επεισόδια ή εξύβριση διαιτητή και φιλάθλων. «Οι ομάδες επιβάλλουν αλλά δεν ανακοινώνουν τα πρόστιμα και τις ποινές. Τα πρόστιμα ξεκινούν από 200.000 δραχμές και φθάνουν ως 2.000.000 δραχμές, ποσό που έχει επιβληθεί σε παίκτη της ΑΕΚ. Συνήθως είναι 500.000 – 1.000.000 δραχμές» επισημαίνει ο Ν. Στράτος. «Οι παίκτες έχουν μισθό, πριμ. Εκτός αυτών καθορίζονται από τον εσωτερικό κανονισμό έξτρα πριμ, από όπου κόβονται τα χρήματα των προστίμων. Εκτός σπανίων περιπτώσεων τα πρόστιμα εισηγούνται και επιβάλλονται από τον προπονητή. Τα πάντα εξαρτώνται από την προσωπικότητα του προπονητή, γιατί αυτός έρχεται σε καθημερινή επαφή με τους παίκτες.


Η ΑΕΚ δεν έφτασε ποτέ στο σημείο να επιβάλει την ακραία ποινή της διακοπής συμβολαίου με παίκτη λόγω κακής συμπεριφοράς του. Αντίθετα με τον Παναθηναϊκό που το έκανε. Ο Βαγγέλης Βλάχος ήταν παίκτης της ομάδας το 1989, όταν τιμωρήθηκε με διακοπή συμβολαίου για δύο μήνες λόγω των δηλώσεων που έκανε εναντίον του προπονητή του Γκούντερ Μπένγκτσον. Είχε δηλώσει τότε: «Είναι κομπλεξικός. Εχει κόμπλεξ με μένα γιατί έχω ισχυρή προσωπικότητα. Τα ίδια έκανε και στον Ζάετς. Προσπαθεί να με φέρει σε κόντρα με τον πρόεδρο, κάτι που δεν θα το καταφέρει. Οτιδήποτε πει ο Μπένγκτσον δεν μπορεί να το κάνει αν δεν είμαι σύμφωνος εγώ. Ξέρει να εφαρμόζει την πειθαρχία μόνο σε ορισμένους….». Ο Βαγγέλης Βλάχος στην απολογία του δεν έκανε πίσω, δήλωσε ότι δεν μετανιώνει και έτσι έμεινε για δύο μήνες εκτός ομάδας.


Πάντως η έλλειψη πειθαρχίας και τα φαινόμενα αντιαθλητικής συμπεριφοράς διατηρούνται όσο υπάρχουν «δύο μέτρα και δύο σταθμά ανάλογα με το όνομα του παίκτη και της ομάδας» ακόμη και όταν επιβάλλονται πρόστιμα. «Μόνο στην Ελλάδα ισχύει αυτός ο μανιχαϊσμός ανάμεσα σε “καλούς” και “κακούς” λόγω ονόματος» διαπιστώνει ο Μ. Παπαποστόλου. «Δεν μπορούμε να προσαρμοστούμε στα ευρωπαϊκά δεδομένα και να έχουμε σταθερά ανοδική πορεία, με αυτόν τον τρόπο και χωρίς να φροντίζουμε για την υποδομή. Μια λέξη που όλοι την πιπιλίζουν, παίρνουν και χρήματα από τον ΟΠΑΠ για να δημιουργήσουν ακαδημίες αλλά τα δίνουν μετά σε μετεγγραφές για να πάρουν παίκτες από την Αλβανία». «Ημουν άτακτος παίκτης»





«·ς παίκτης ήμουν ατακτούλης.
Ημουν ατίθασος λόγω χαρακτήρα. Πολλές φορές ήξερα ότι κάνω λάθος και έριχνα την μπουνιά στο μαχαίρι. Δεν μπορούσα να τιθασεύσω αυτά τα συναισθήματα, αν και καταλάβαινα ότι είχα άδικο. Ημουν πολύ εγωιστής. Τώρα που πέρασαν αυτά και ασχολούμαι με την προπονητική, βλέπω τι λάθη είχα κάνει, πόσο τα πλήρωσα αυτά τα λάθη στην ποδοσφαιρική μου ζωή και προσπαθώ να μεταφέρω την εμπειρία μου» μας είπε ο Βαγγέλης Βλάχος. «Τότε, θυμάμαι τον πρόεδρο που μου έλεγε “είσαι ο μοναδικός άνθρωπος που συναντώ, που γεμίζει την κανάτα το γάλα με τόση ευκολία και μόλις τη γεμίσεις, λες και είναι βίτσιο, της δίνεις μια κλωτσιά και τη διαλύεις”. Πάντα μιλούσα. Αν έβλεπα κάτι που δεν μου άρεσε, κάτι άδικο, πάντα μιλούσα. Ε, όλα αυτά τα χρόνια έμαθα ότι θα πρέπει να βλέπεις, να ακούς και να μη μιλάς ποτέ. Υπάρχουν κάποιοι κανόνες που αφορούν τον επαγγελματισμό τους οποίους πρέπει να ακολουθείς. Ο παίκτης είναι υποχρεωμένος να υπακούσει στον ανώτερό του, αλλά και να οδεύει σύμφωνα με τις κοινές προσδοκίες και στόχους. Αν κάποιος βγει από τη ρότα θα προκαλέσει τη δυσαρμονία του συνόλου. Αρα πρέπει να απομακρυνθεί εις όφελος του συνόλου».


Εκ πείρας πάντως ο Β. Βλάχος τονίζει ότι οι ποινές που αγγίζουν την τσέπη του επαγγελματία παίκτη πονάνε πολύ. «Καλώς ή κακώς πρέπει να τίθεται σε λειτουργία ο εσωτερικός κανονισμός. Μου έγινε μάθημα η τιμωρία μου, τότε, όχι μόνο γιατί έχασα προπονήσεις ή χρήματα αλλά και γιατί ο κόσμος μετά σε βάζει στο μάτι του κυκλώνα όταν γίνεται κάτι στην ομάδα. Το μεγαλύτερο πρόστιμο που θυμάμαι να επιβλήθηκε είναι όταν έπαιζα στην ΑΕΚ, πριν από 12 χρόνια, ήταν 150.000 δραχμές. Σήμερα οι τιμωρίες είναι σιωπηρές για να μην εκτίθεται ούτε ο προπονητής ούτε ο ποδοσφαιριστής. Πολλές φορές ο παίκτης έχει την άφεση αμαρτιών από κάποιους παράγοντες, δυστυχώς και ο προπονητής δεν είναι κύριος. Ομως η προσωπικότητα και το μέγεθος του προπονητή είναι τα στοιχεία που δεν επιτρέπουν να γίνεται φερέφωνο κανενός και να είναι κυρίαρχος στις αποφάσεις του».