Περί τουρισμού συνέχεια με τα ερωτήματα:


Τι σημαίνει «ποιοτικός τουρισμός»; Μπορούμε και πώς θα φθάσουμε σε αυτόν τον στόχο;


Πολύ απλά «ποιοτικός τουρισμός» στην τουριστική ορολογία σημαίνει υψηλής ποιότητας υπηρεσίες, άρα ακριβότερα πακέτα και συνεπώς λιγότεροι τουρίστες. Είναι πολλοί αυτοί που υποστηρίζουν ότι στόχος της νέας στρατηγικής δεν πρέπει να είναι ο αριθμός των τουριστών αλλά τα χρήματα που αφήνουν στη χώρα.


Δεν είναι όμως απλή και εύκολη η υλοποίηση αυτής της στρατηγικής. Είναι ακόμη συζητήσιμο αν πρέπει να ακολουθηθεί μια τέτοια επιλεκτική πολιτική, η οποία θα περιορίζεται στον «ακριβό τουρισμό» και θα αποκλείει τον φθηνό.


Να διευκρινίσουμε αυτές τις απόψεις.


Πρώτον, δεν είναι εφικτή αυτή η στρατηγική. Οπως περιγράψαμε στο άρθρο της περασμένης Κυριακής, οι περισσότερες κλίνες ανήκουν σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια τα οποία μόνο τουρίστες χαμηλών εισοδημάτων μπορούν να φιλοξενήσουν. Οι ιδιοκτήτες δεν έχουν τη δυνατότητα – ούτε και λόγο – να βελτιώσουν τις υποδομές και να αναβαθμίσουν τις προσφερόμενες υπηρεσίες.


Ούτε βέβαια μπορεί να συζητηθεί η λύση του κλεισίματος ξενοδοχείων και καταλυμάτων Δ’ και E’ κατηγορίας, τα οποία άλλωστε «ενδημούν» σε πολλές χώρες που έχουν κάνει ανοίγματα στον «μαζικό» τουρισμό.


Δεύτερον, ο «μαζικός» τουρισμός και τα ενοικιαζόμενα δωμάτια έχουν ως αποτέλεσμα την ευρύτατη διασπορά του τουριστικού εισοδήματος. Εστιατόρια, ταβέρνες, καφετέριες και σουπερμάρκετ εξαρτούν την επιβίωσή τους από τους τουρίστες των ενοικιαζομένων δωματίων και των μικρών ξενοδοχείων.


Το μεγαλύτερο ποσοστό του ενεργού πληθυσμού στις τουριστικές περιοχές απασχολείται στην «τουριστική βιομηχανία», γι’ αυτό και η ανεργία είναι η μικρότερη στη χώρα μας και πολύ κάτω από το μέσο ποσοστό ανεργίας στην Ευρώπη.


Εχουμε συνεπώς μια δεδομένη οικονομική και κοινωνική κατάσταση. H ανατροπή της δεν είναι μόνο αδύνατη αλλά θα είναι και καταστροφική, με ανυπολόγιστες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες.


Κάποιοι επικαλούνται την περίπτωση της Ιμπιθα (στην Ελλάδα την γνωρίζουμε ως Ιμπιζα). Ολοι οι τουριστικοί παράγοντες του νησιού βλέποντας τη συνεχή υποβάθμιση των πελατών τους αύξησαν τις τιμές στα ξενοδοχεία, στα εστιατόρια και στα μπαρ, αναβάθμισαν την ποιότητα των υπηρεσιών τους και επέβαλαν ειδικό τέλος ενός ευρώ την ημέρα για κάθε τουρίστα για την προστασία του περιβάλλοντος.


Καλό το παράδειγμα αυτό. Υποδεικνύει κάποια κατεύθυνση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων τα οποία προκαλεί σε ορισμένες περιπτώσεις ο «νεανικός τουρισμός», ο οποίος έχει την αφετηρία του, χρόνια πριν, στον «κοινωνικό τουρισμό» της Θάτσερ.


Κάτι ανάλογο με την Ιμπιζα έγινε και στις Μπενίτσες στην Κέρκυρα. Είναι από τα ωραιότερα τουριστικά θέρετρα των Κερκυραίων. Γρήγορα έγινε το κέντρο των νεαρών βρετανών τουριστών, τους οποίους επιδοτούσε η Θάτσερ για να «εκτονώνονται» εκτός Βρετανίας.


H συμπεριφορά των νεαρών Βρετανών ήταν ανάλογη με αυτήν που βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες στο Φαληράκι της Ρόδου. Μέσα όμως από το χωριό περνούσε ο κεντρικός δρόμος που ενώνει την Κέρκυρα με το νότιο τμήμα στο οποίο υπάρχουν πολλά και καλά ξενοδοχεία. Το πέρασμα τις βραδινές ώρες ήταν επικίνδυνο. H κατάσταση απερίγραπτη…


Σήμερα οι Μπενίτσες έχουν «βρει την ησυχία τους». Αλλης «ποιότητας» τουρίστες και Κερκυραίοι – και εγώ με τη γυναίκα μου – απολαμβάνουν και χαίρονται την ωραία και καθαρή παραλία και γεύονται φρέσκο ψάρι στα συμπαθή ταβερνάκια.


H «αποκατάσταση της τάξης» δεν έγινε από την Αστυνομία αλλά από τους ίδιους τους επιχειρηματίες. H Αστυνομία μόνο κατασταλτικά μπορεί να επέμβει. Τα φαινόμενα όμως «τύπου Φαληράκι» είναι δημιουργήματα των διαφόρων «επιχειρηματιών» και της αδιαφορίας της τοπικής αυτοδιοίκησης.


H κυβέρνηση, η τοπική αυτοδιοίκηση και οι επιχειρηματίες οφείλουν να συνειδητοποιήσουν ότι ο ελληνικός τουρισμός έχει εισέλθει σε νέα τροχιά υπό την πίεση έντονου ανταγωνισμού.


Είναι ουτοπία η στρατηγική η οποία θα έχει ως στόχο τη μετάλλαξη του μαζικού, άρα και «φθηνού», τουρισμού σε «ποιοτικό», άρα ακριβό. H «συνύπαρξη» «ακριβού – ποιοτικού» με αναβάθμιση του «φθηνού» σε καλό «φθηνό τουρισμό» είναι ο μόνος εφικτός στόχος.


H ισοπέδωση προς τα κάτω θα έχει τραγικές συνέπειες και η συνολική αναβάθμιση προς τα πάνω είναι ανέφικτη. Και επειδή οι τιμές είναι το προσφιλές θέμα των ημερών, καλό είναι οι ασχολούμενοι με την αντιμετώπιση της ακρίβειας και της αισχροκέρδειας, αλλά και οι δημοσιογράφοι που επιδίδονται σε περιγραφές και συγκρίσεις, να γνωρίζουν ότι οι γενικεύσεις δεν αποδίδουν την πραγματικότητα, άρα ζημιώνουν την εικόνα του τουρισμού!


Οι τιμές πρέπει να είναι ανάλογες με τις προσφερόμενες υπηρεσίες και τον χώρο, δηλαδή το περιβάλλον. Από την προσωπική μου εμπειρία το πρόβλημα εντοπίζεται στις περιπτώσεις – και δυστυχώς είναι πολλές – στις οποίες οι τιμές είναι δυσανάλογα υψηλές με τις προσφερόμενες υπηρεσίες. Αλλο πλαστική καρέκλα, άλλο μπαμπού. Αλλο το Λιστόν της Κέρκυρας και άλλο ο Κάβος…


Τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 είχε επικρατήσει το μήνυμα-σύνθημα ότι οι Ελληνες δεν πρέπει να γίνουν «γκαρσόνια» των Ευρωπαίων αλλά γεωργοί και βιομηχανικοί εργάτες! «Γκαρσόνια» όμως είναι και οι Ισπανοί και οι Ιταλοί και οι Γάλλοι και οι Πορτογάλοι. Αλλά είναι λίγο καλύτεροι από εμάς. Ας γίνουμε και εμείς καλύτεροι.


H κυβέρνηση έχει την ευθύνη για τη χάραξη της γενικής στρατηγικής, τη βελτίωση των υποδομών και την προβολή της χώρας.


H τοπική αυτοδιοίκηση και οι επιχειρηματίες έχουν την ευθύνη της «αυτορρύθμισης». Διότι αυτοί γνωρίζουν «τα του οίκου τους», αυτοί χάνουν όταν χάνονται οι τουρίστες, αυτοί κερδίζουν όταν ξανάρχονται…