Για δεύτερη συνεχή χρονιά μετά τη συμμετοχή τού «My sweet home» του Φίλιππου Τσίτου ταινία έλληνα σκηνοθέτη συμπεριλαμβάνεται στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα του κινηματογραφικού Φεστιβάλ Βερολίνου, το οποίο εφέτος θα διεξαχθεί από τις 6 ως και τις 17 του ερχόμενου μήνα. Η είδηση της συμμετοχής του «Δεκαπενταύγουστου» του Κωνσταντίνου Γιάνναρη στην Μπερλινάλε ανακοινώθηκε επισήμως από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, ενώ εκκρεμεί η γνωστοποίηση από το ίδιο το Φεστιβάλ των υπολοίπων ταινιών του διαγωνιστικού προγράμματος καθώς προς το παρόν έχουν ανακοινωθεί μόνο 14 τίτλοι.


Η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στις περιπτώσεις Τσίτου και Γιάνναρη είναι ότι ο μεν πρώτος στηρίχθηκε αποκλειστικώς από τη Γερμανία (κατά το μεγαλύτερο μέρος της η παραγωγή είναι γερμανική και ο σκηνοθέτης γερμανοσπουδαγμένος) ενώ, αντιθέτως, η όποια προσπάθεια στήριξης του Γιάνναρη έγινε μόνο από την Ελλάδα και δη το ΕΚΚ, που ούτως ή άλλως υποχρεούται να την κάνει. Με άλλα λόγια, η ελληνική ταυτότητα του κινηματογραφιστή δεν συνεπάγεται απαραιτήτως ελληνική ταινία. Το «My sweet home» π.χ. δεν ήταν μια ελληνική ταινία, όπως ελληνική δεν είναι και η ταινία του Ελληνα Κώστα Γαβρά, ο οποίος επίσης «κατεβαίνει» εφέτος στην Μπερλινάλε με το «Amen». Η παραγωγή της ταινίας (που αναφέρεται στη σχέση της Καθολικής Εκκλησίας με το Τρίτο Ράιχ την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και είναι βασισμένη στο θεατρικό έργο του Ροθ Χόχουθ) ουδεμία σχέση έχει με τη χώρα μας καθώς το «Amen» γυρίστηκε με γαλλογερμανικά κεφάλαια.


Συνεπώς για τα ελληνικά δεδομένα και όχι μόνο όσων ασχολούνται με τα φεστιβάλ η ένταξη του «Δεκαπενταύγουστου» στην Μπερλινάλε θα πρέπει να θεωρείται άθλος καθώς με την εξαίρεση της περίπτωσης Θόδωρου Αγγελόπουλου κάτι τέτοιο έχει να συμβεί σε Ελληνα ένας Θεός ξέρει από πότε. Δεν μιλάμε βέβαια για τα φεστιβάλ της πέμπτης Εθνικής τύπου Ρότερνταμ και Θεσσαλονίκης αλλά για τα διαγωνιστικά τμήματα (όχι, δηλαδή, τα παράλληλα) του τριπτύχου της ελίτ των φεστιβάλ που, ως γνωστόν, είναι των Καννών, της Βενετίας και του Βερολίνου. Και για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, τα εν λόγω φεστιβάλ θεωρούν τιμή τους να συμπεριλάβουν στο διαγωνιστικό τμήμα τους την οποιαδήποτε ταινία του Theo, την ώρα που για όλους ανεξαιρέτως τους υπόλοιπους έλληνες σκηνοθέτες (που εργάζονται στην Ελλάδα) ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Τα φεστιβάλ είναι που τους κάνουν την τιμή και τους προσκαλούν (για την ιστορία, ανάμεσα στους λίγους που τα έχουν καταφέρει είναι ο Λάκης Παπαστάθης, ο Γιώργος Πανουσόπουλος, ο Νίκος Περάκης, ο Παντελής Βούλγαρης και ο Κώστας Φέρρης). Πράγμα που δικαιολογημένα μας φέρνει στο εξής δίλημμα: ‘Η η προώθηση των ελληνικών ταινιών από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου γίνεται με δημοσιοϋπαλληλίστικους ρυθμούς ή οι ταινίες δεν είναι άξιες για παρουσία σε φεστιβάλ κύρους. Μάλλον η απάντηση βρίσκεται κάπου ανάμεσα στα δύο.


Οι άλλοι διεκδικητές


Η μάχη του Γιάνναρη με τους υπόλοιπους συναδέλφους του στο διαγωνιστικό της Μπερλινάλε θα είναι αρκετά σκληρή για τον 43χρονο σκηνοθέτη, ο οποίος στην ταινία του καταπιάστηκε με ένα ψηφιδωτό ρεαλιστικών ιστοριών με φόντο τις διακοπές του Δεκαπενταύγουστου και με κοινό παρονομαστή το «θαύμα». Προς το παρόν έχει ανάμεσα σε άλλους να αντιμετωπίσει:


α) Τον Γαβρά.


β) Τον εκκεντρικό Γάλλο Φρανσουά Οζόν («Sitcom») που παρουσιάζει την ήδη δημοφιλή ταινία του «8 γυναίκες» («8 femmes») στην οποία πρωταγωνιστεί η αφρόκρεμα της γαλλικής γυναικείας υποκριτικής: Κατρίν Ντενέβ, Ιζαμπέλ Υπέρ, Εμμανυέλ Μπεάρ, Φανί Αρντάν, Βιρζινί Λεντουαγέν.


γ) Τον επίσης Γάλλο Μπερτράν Ταβερνιέ, ο οποίος επανέρχεται με την ταινία «Laissez-passer».


δ) Τον βετεράνο Ούγγρο Ιστβαν Σάμπο, ο οποίος επανέρχεται με το «Taking sides», στο οποίο πρωταγωνιστούν ο Χάρβεϊ Καϊτέλ και ο Στέλαν Σκάσγκαρντ.


ε) Τον πολυβραβευμένο Κινέζο Ζανγκ Γιμού, ο οποίος έχει ήδη κερδίσει την Αργυρή Αρκούδα στο προπέρσινο φεστιβάλ (για τον «Δρόμο προς το σπίτι») και τώρα παρουσιάζει την προτελευταία ταινία του «Happy time».


στ) Τον Αμερικανό Γουές Αντερσον, του οποίου η ταινία «The Royal Tenenbaums» υπήρξε μία από τις εκπλήξεις στον χώρο της κωμωδίας, διεκδικεί βραβεία Χρυσών Σφαιρών και προβλέπεται ότι θα συμμετέχει στα Οσκαρ.


ζ) Τον έμπειρο Γεωργιανό Οτάρ Ιοσελιάνι, ο οποίος επίσης επανέρχεται ύστερα από αρκετά χρόνια με την ταινία «Δευτέρα πρωί».


η) Τον άγνωστο μεν ελβετό σκηνοθέτη Μαρκ Φόστερ, ο οποίος όμως συμμετέχει με την ταινία «Monster’s ball», ένα έξοχο δράμα με φόντο την αμερικανική ύπαιθρο, που έχει υμνηθεί από την κριτική στην Αμερική και επίσης διεκδικεί Χρυσή Σφαίρα για την ερμηνεία της Χέιλι Μπέρι.