ΑΚΡΑΙΑ ΚΑΙΡΙΚΑ φαινόμενα. Από τις καταστροφικές πλημμύρες τις πρώτες ημέρες του μήνα στις ασυνήθιστα υψηλές για την εποχή θερμοκρασίες. Μπερδεμένα χαμηλά βαρομετρικά συστήματα άλλων εποχών «εισβάλλουν» αιφνιδιαστικά στη χώρα μας και μας κάνουν τον καιρό… άνω κάτω. Είναι η Ελλάδα άραγε μια από τις χώρες που βρίσκονται στη δίνη των κλιματικών αλλαγών; Οι απόψεις των ειδικών (…μια δεκαετία τώρα) διίστανται σχετικά με το αν ήδη έχουμε περάσει το… κατώφλι της περιβόητης κλιματικής μεταβολής ή αν όλα όσα ζούμε αποτελούν απλώς μέρος της κλιματικής ταλάντωσης… Ωστόσο όλοι ανεξαιρέτως συμφωνούν στο ότι αν τελικά στον πλανήτη Γη αλλάξει το κλίμα, ένα από τα πρώτα σημάδια της μεταβατικής περιόδου από τη μία κατάσταση στην άλλη θα είναι η συχνότερη εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινομένων. Μήπως έφθασε αυτή η ώρα;




«Για να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα ότι τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί τα ακραία καιρικά φαινόμενα, θα πρέπει να κάνει μια μεγάλη στατιστική ανάλυση την οποία προσωπικά δεν έχω κάνει και από όσο γνωρίζω δεν έχει κάνει και κανένας άλλος» σημειώνει μιλώντας στο «Βήμα» η κυρία Βασιλική Κοτρώνη, ερευνήτρια του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, και εξηγεί: «Κατ’ αρχήν ο χαρακτηρισμός ενός καιρικού φαινομένου ως ακραίου συνδέεται όχι μόνο με το φαινόμενο αυτό καθαυτό αλλά και με τις επιπτώσεις του. Ετσι λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι ακραίο χαρακτηρίζουμε ένα φαινόμενο το οποίο δεν έχει επαναληφθεί ή έχει πολύ μικρό βαθμό επανάληψης – να συμβαίνει μια φορά στα 50 ή στα 100 χρόνια. Αν λοιπόν θεωρήσουμε αυτόν τον ορισμό του ακραίου καιρικού φαινομένου, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα πρώτα έτη του 21ου αιώνα είχαμε πράγματι κάποιες περιπτώσεις που ξέφυγαν από τον μέσο όρο ή δεν είχαν ξανασυμβεί, όπως για παράδειγμα η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας τον Μάρτιο του 2001, που ήταν ο θερμότερος των τελευταίων 105 ετών, ή τον Σεπτέμβριο του 2002 με το δεκαπενθήμερο συνεχών βροχοπτώσεων στην Αττική, κάτι το οποίο επίσης δεν έχει ξανασυμβεί. Σε κάθε περίπτωση πάντως δεν μπορούμε να καταλήξουμε ακόμη στο συμπέρασμα ότι έχει αυξηθεί η συχνότητα των ακραίων καιρικών καταστάσεων».


Οπως μάλιστα επισημαίνει η ερευνήτρια, μόλις που αρχίσαμε να «μετράμε» τα πρώτα χρόνια του νέου αιώνα και ως εκ τούτου «δεν μπορούμε να κρίνουμε από αυτά που έχουμε ζήσει ως τώρα ότι οδεύουμε σε μια κλιματική αλλαγή, διότι ο αριθμός των ασυνήθιστων καιρικών φαινόμενων για εμάς που ασχολούμαστε με το θέμα δεν είναι ακόμη τέτοιος που να μας οδηγεί σε οποιοδήποτε συμπέρασμα. Οτιδήποτε έχει συμβεί φαίνεται προς το παρόν ότι εμπίπτει στη φυσική μεταβλητότητα του κλίματος».


«Ξεφυλλίζοντας» τα μηνιαία δελτία μετεωρολογικών παραμέτρων για τη χώρα μας (που εκδίδει το Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και συντάσσουν και επιμελούνται οι ερευνητές κ. Κ. Λαγουβάρδος και η κυρία Β. Κοτρώνη) των δύο τελευταίων ετών (2001-2002) δεν μπορούμε να μη σχολιάσουμε το γεγονός ότι και οι δύο χρονιές «σημαδεύτηκαν» από την εκδήλωση έντονων καιρικών φαινομένων: Το 2001 κυρίως για τις ιδιαίτερα υψηλές θερμοκρασίες του (κυρίως τον Μάρτιο, οπότε και ο υδράργυρος στις 24 και 25 του μήνα πραγματοποίησε ρεκόρ όλων των εποχών όταν άγγιξε τους 35 βαθμούς Κελσίου) και η εφετινή χρονιά για τις βροχοπτώσεις της. Κάποιοι μήνες μάλιστα αυτού του χρονικού διαστήματος θα μείνουν στην ιστορία της μετεωρολογίας ως οι θερμότεροι ή οι πιο βροχεροί των τελευταίων 105 ετών. Ας θυμηθούμε τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις:


* Μάρτιος 2001


Ο Μάρτιος του 2001 ήταν ένας μήνας με ξεχωριστό ενδιαφέρον. Ηταν πολύ ζεστός με τη μέση μέγιστη θερμοκρασία στην Αθήνα στους 21,2 βαθμούς Κελσίου, τιμή που ξεπερνάει τη μέση κλιματική τιμή κατά 5,2 βαθμούς, κατατάσσοντάς τον έτσι τον θερμότερο Μάρτιο των τελευταίων 105 ετών.


* Οκτώβριος 2001


Ο μήνας χαρακτηρίστηκε από την απουσία βροχών στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Ειδικότερα όσον αφορά την περιοχή της Αθήνας, το ύψος βροχής ήταν πρακτικά αμελητέο (0,4 mm), ενώ η κλιματική τιμή του μήνα (στον σταθμό του Θησείου) είναι 47,7 mm, γεγονός που κατατάσσει τον Οκτώβριο του 2001 σε έναν από τους ξηρότερους των τελευταίων 105 ετών.


* Δεκέμβριος 2001


Ο μήνας χαρακτηρίστηκε από ένα παρατεταμένο χρονικό διάστημα χαμηλών θερμοκρασιών. Σε πολλές περιοχές της Βόρειας και της Κεντρικής Ελλάδας (Κοζάνη, Λάρισα, Καρδίτσα), η ελάχιστη θερμοκρασία στις 19 και 20 Δεκεμβρίου έπεσε κάτω από τους -20 βαθμούς Κελσίου, τιμή-ρεκόρ για την εποχή. Οσον αφορά την Αθήνα, η μέση μέγιστη θερμοκρασία τον Δεκέμβριο (στον σταθμό του Θησείου) ήταν χαμηλότερη κατά 3,9 βαθμούς Κελσίου από την κλιματική τιμή, ενώ η βροχόπτωση ήταν εξαιρετικά αυξημένη.


* Ιούνιος 2002


Το τρίτο δεκαήμερο του μήνα ξεκίνησε με σταδιακή εξασθένιση των βορείων ανέμων, ενώ η μετακίνηση των θερμών αερίων μαζών από την Κεντρική Ευρώπη προς την περιοχή μας προκάλεσε αισθητή άνοδο της θερμοκρασίας σε όλη τη χώρα, η οποία ήταν έντονη τόσο στη Βόρεια Ελλάδα (38oC σε Θεσσαλονίκη και Σέρρες, στις 23 Ιουνίου) όσο και νοτιότερα (38,2oC στο Θησείο στις 24 Ιουνίου). Στις 25 Ιουνίου σημειώθηκαν ισχυρές καταιγίδες στη Δυτική και Κεντρική Μακεδονία, όπου σημειώθηκε και ένας θάνατος από πτώση κεραυνού. Από τις 26 Ιουνίου άρχισε σταδιακή ενίσχυση των βορείων ανέμων στο Αιγαίο, με τη θερμοκρασία να υποχωρεί σε φυσιολογικά για την εποχή επίπεδα.


* Ιούλιος 2002


Το τρίτο δεκαήμερο ξεκίνησε και αυτό με υψηλές θερμοκρασίες (40,2oC στο Θησείο, 39oC στην Ελευσίνα και στην Καλαμάτα στις 23 Ιουλίου), αλλά στις 27 και 28 Ιουλίου η χώρα μας επηρεάστηκε από τη διέλευση ενός οργανωμένου βαρομετρικού χαμηλού το οποίο προκάλεσε σημαντική πτώση της θερμοκρασίας, εκτεταμένη νεφοκάλυψη και βροχοπτώσεις στις περισσότερες περιοχές, με τη συνολική βροχόπτωση να ξεπερνά σε πολλούς σταθμούς κατά πολύ την κλιματική τιμή του μήνα. Τα φαινόμενα ήταν πολύ έντονα κατά τόπους, με ισχυρές καταιγίδες στη Βόρεια και Δυτική Ελλάδα, ενώ παρατηρήθηκε και ανεμοστρόβιλος στο αεροδρόμιο των Σπάτων. Η ένταση και η διάρκεια του φαινομένου είχαν χαρακτηριστικά φθινοπωρινού συστήματος, φαινόμενο ασύνηθες για την εποχή.


* Σεπτέμβριος 2002


Το κύριο χαρακτηριστικό του Σεπτεμβρίου ήταν οι πολύ αυξημένες βροχοπτώσεις σε όλη τη χώρα, τόσο ποσοτικά όσο και σε αριθμό ημερών βροχής. Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου η βροχόπτωση στην Αθήνα και πιο συγκεκριμένα στον σταθμό του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών στο Θησείο ξεπέρασε κάθε προηγούμενο ρεκόρ. Στο χρονικό διάστημα 1-15 Σεπτεμβρίου καταγράφηκαν 13 ημέρες βροχής, ενώ το συνολικό ύψος βροχής για όλον τον μήνα ήταν 218 χιλιοστά – το μεγαλύτερο μηνιαίο αθροιστικό ποσό βροχής που έχει καταγράψει ο σταθμός του Θησείου από το 1927 για τον μήνα Σεπτέμβριο και το δεύτερο μεγαλύτερο για οποιονδήποτε μήνα του χρόνου. Ο πιο βροχερός μήνας ως σήμερα παραμένει ο Οκτώβριος του 1955, με 240,2 χιλιοστά αθροιστικό ύψος βροχής και 11 ημέρες συνεχόμενης βροχόπτωσης στο Θησείο.


* Νοέμβριος 2002


Για τον μήνα που διανύουμε είναι σαφές ότι ήδη τόσο όσον αφορά τις βροχοπτώσεις όσον και τις αποκλίσεις της μέσης μέγιστης θερμοκρασίας του μήνα οι τιμές έχουν ξεφύγει αρκετά από τον μέσο όρο – για το πόσο ακριβώς όμως η επεξεργασία των στοιχείων θα ολοκληρωθεί στο τέλος του μήνα.


ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2002 Από τα χιόνια στον καύσωνα


Την περίοδο 4-6 Ιανουαρίου 2002 το νότιο τμήμα της χώρας επηρεάστηκε από σφοδρή κακοκαιρία, με κυριότερο χαρακτηριστικό τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες και τις έντονες και συνεχείς χιονοπτώσεις. Οι χιονοπτώσεις ξεκίνησαν το πρωί της 4ης Ιανουαρίου, οπότε η παρουσία ενός ισχυρού βαρομετρικού χαμηλού στο Νοτιοανατολικό Αιγαίο προκάλεσε ισχυρούς βόρειους βορειοανατολικούς ανέμους στο Αιγαίο, ενώ ιδιαίτερα ψυχρές αέριες μάζες εγκαταστάθηκαν πάνω από τη χώρα μας. Το ισχυρό βορειοανατολικό ρεύμα και η παρουσία ψυχρών αερίων μαζών διατηρήθηκαν και τις δύο επόμενες ημέρες, με αποτέλεσμα τις συνεχείς χιονοπτώσεις στην Εύβοια, στην Ανατολική Βοιωτία και στην Αττική ενώ χιόνισε ως και στο κέντρο της Αθήνας. Η διάρκεια του φαινομένου ήταν μεγάλη, ενώ στο τέλος του μήνα κατεγράφησαν υψηλές για την εποχή θερμοκρασίες (που έφθασαν στην Αθήνα και τους 20oC)!