Στέκομαι μπροστά στο Αλαμο και αισθάνομαι ότι διακτινίστηκα σε έναν κόσμο που θεωρούσα πως υπήρχε μόνο στον κινηματογράφο, πως είχε δημιουργηθεί αποκλειστικά στα μεγάλα αμερικανικά στούντιο.
Μπροστά στα μάτια μου ζωντανεύουν σκηνές και τοπία από τις ταινίες του Τζον Γουέιν, στα αφτιά μου αντηχούν μελωδίες του Ενιο Μορικόνε, ο σερίφης που στέκεται στην κεντρική είσοδο του πέτρινου οχυρού με το χαμηλό χαρακτηριστικό αέτωμα μοιάζει να έρχεται κατευθείαν από την Αγρια Δύση για να επιβάλει τον νόμο. Δεν είμαι ο μόνος που νομίζει ότι παίζει σε καουμπόικο φιλμ.

Και η νεαρή κινέζα τουρίστρια που φωτογραφίζεται δίπλα μου μιμείται μια κλασική πόζα των γουέστερν και των κόμικς με τον Λούκι Λουκ, κάνοντας πως κρατάει μια καπνισμένη κάννη. Τη φυσάει με την άνεση της Καλάμιτι Τζέιν που μόλις έχει εξολοθρεύσει μια ντουζίνα παρανόμων, χαμογελάει, και έτοιμη η φωτογραφία που σε λίγο θα σταλεί ηλεκτρονικά σε φίλους και συγγενείς στο Πεκίνο ή όπου αλλού.
Την αφήνω να ποζάρει και μπαίνω στο οχυρό, για να γλιτώσω από τον ήλιο που με σιγοψήνει σαν ένα καπνιστό brisket του Τέξας. Και για να συνεχίσω να περιηγούμαι στα σενάρια των γουέστερν που κάποτε με καθήλωσαν αλλά και σε σημαντικές σελίδες του παρελθόντος της Αμερικής. Εδώ, στο Σαν Αντόνιο, στην πόλη του ιστορικού Αλαμο, στη μεταιχμιακή γραμμή όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες αγγίζουν το Μεξικό, η ιστορία δεν είναι απλή αφήγηση΄ τη νιώθεις σαν βιωμένη εμπειρία, σαν να ζωντανεύει με κάθε νέα στροφή του δρόμου.

Σαν Αντόνιο λοιπόν! Η δεύτερη σε πληθυσμό πόλη του Τέξας μετά το Χιούστον είναι μια πόλη με δύο όψεις. Τη φροντισμένη, σε μεγάλο βαθμό κατασκευασμένη, εικόνα ενός ιστορικού κέντρου με εστιατόρια, μπαρ και καταστήματα με σουβενίρ, που απευθύνεται αποκλειστικά στους τουρίστες. Αλλά και τη σκονισμένη πλευρά των ιεραποστολών, των παλιών σπιτιών από κόκκινο τούβλο και εκείνων με τις βαμμένες σε έντονα χρώματα ξύλινες βεράντες, των άγονων χωραφιών με τα ξερά χόρτα που κυκλώνουν τα προάστια και των στεγνών ποταμών.
Δίπλα στο ποτάμι
Περπατώ, όπως κάθε τουρίστας, στο ζωηρό κέντρο του Σαν Αντόνιο. Κάτω από τον ηλιόλουστο ουρανό του Τέξας τα ισπανικού ρυθμού πέτρινα κτίσματα συναντούν τους Art Deco ουρανοξύστες. Οι επισκέπτες φωτογραφίζουν και φωτογραφίζονται μπροστά σε παλιές εκκλησίες και σε μικρές πλατείες με φοίνικες, εκεί όπου τα grackles – τα χαρακτηριστικά μαυροπούλια του Τέξας – δημιουργούν πανδαιμόνιο με τις φωνές τους.

Συνεχίζω κατά μήκος του River Walk, της υδάτινης αρτηρίας που δίνει δροσιά στην πόλη. Η διαδρομή ξετυλίγεται σε δύο επίπεδα: επάνω, η βουή της Commerce και της Houston Street, των πολυσύχναστων δρόμων της πόλης. Κάτω, δίπλα στην κοίτη του ποταμού Σαν Αντόνιο, ένας κεφάτος κόσμος με πετροστρωμένα μονοπάτια, μικρές γέφυρες, ανθισμένες βουκαμβίλιες και jazz μπάντες που παίζουν στα δεκάδες εστιατόρια και μπαρ, γεμίζοντας τον αέρα με ρυθμό. Παντού γύρω μου η αισθητική του Tex-Mex: πικάντικα αρώματα από τα τοπικά μαγειριά (τις taquerías), τοιχογραφίες με σκηνές της μεθοριακής ζωής, παγκάκια από πλακάκια Ταλαβέρα.

Στη Historic Market Square όλα είναι πολύχρωμα και αισιόδοξα! Κάτι σαν χορευτικό από το «Ενκάντο: Ενας κόσμος μαγικός», το μιούζικαλ κινουμένων σχεδίων της Disney. Στην Pearl District με την industrial αισθητική της, τα σαλόνια μαγειρικής και τα μπαρ υψηλής γαστρονομίας προσθέτουν μία ακόμα πινελιά στον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα μιας πόλης με πολύ ιδιαίτερο χρώμα. Ο καθεδρικός ναός του Σαν Φερνάντο είναι διάσημος για το light show που μεταμορφώνει κάθε βράδυ την πρόσοψή του σε μια υπέροχη πολύχρωμη τοιχογραφία που διηγείται την ιστορία της πόλης. Και ο Tower of the Americas χαρίζει υπέροχη θέα σε όλη την περιοχή.
Η δραματική ιστορία του Αλαμο
Το ιστορικό οχυρό του Αλαμο στο κέντρο της πόλης είναι πολύ πιο μικρό από όσο το περίμενα, αποτελεί όμως σύμβολο υπερηφάνειας και θυσίας για τους Τεξανούς. Ξεκίνησε να λειτουργεί τον 18ο αιώνα ως ισπανική ιεραποστολή (Mission San Antonio de Valero). Οταν οι μοναχοί έφυγαν, άλλαξε χρήση και έγινε στρατώνας. Το όνομα Αλαμο προήλθε από το ισπανικό στρατιωτικό σώμα Alamo de Parras. Στις αρχές του 19ου αιώνα το Τέξας ήταν ακόμη μεξικανικό έδαφος. Ωστόσο πολλοί αμερικανοί έποικοι είχαν ήδη μετακινηθεί εκεί, φέρνοντας μαζί τους τις δικές τους συνήθειες.
Το 1835 ξέσπασε η Επανάσταση του Τέξας, με στόχο την ανεξαρτησία από το Μεξικό. Εναν χρόνο μετά, τον Φεβρουάριο του 1836, περίπου 200 επαναστάτες οχυρώθηκαν στο Αλαμο. Ανάμεσά τους, τρεις φιγούρες που θα μείνουν στη λαϊκή μνήμη, ένας πολιτικός και κυνηγός από το Τενεσί, ο Ντέιβι Κρόκετ, ένας νεαρός αξιωματικός, ο Γουίλιαμ Τράβις, και ο Τζιμ Μπόουι, ο μαχητής που έδωσε το όνομά του σε ένα θρυλικό μαχαίρι. Απέναντί τους, ο μεξικανικός στρατός του προέδρου και στρατηγού Σάντα Αννα με 1.500-6.000 άνδρες (οι αριθμοί διαφέρουν ανάλογα με την πηγή). Η πολιορκία κράτησε 13 μέρες. Η τελική επίθεση σάρωσε το Αλαμο και οι περισσότεροι υπερασπιστές του σκοτώθηκαν. Λίγες εβδομάδες αργότερα, οι επαναστάτες νίκησαν τον Σάντα Αννα στη μάχη του Σαν Χασίντο με το σύνθημα «Remember the Alamo!». Ετσι γεννήθηκε η Δημοκρατία του Τέξας, που το 1845 ενώθηκε με τις ΗΠΑ.
Σήμερα, το Αλαμο είναι τόπος προσκυνήματος. Για κάποιους ιερός χώρος ηρωισμού, για άλλους σκοτεινή ανάμνηση του αποικισμού. Το Χόλιγουντ το έχει εξωραΐσει με ταινίες που παρουσίασαν τους Τεξανούς ως αγίους-μάρτυρες και τους Μεξικανούς ως καρικατούρες. Ετσι, η πραγματική ιστορία μπερδεύεται με τον θρύλο. Ομως το οχυρό δεν παύει να θυμίζει τις εποχές που το Τέξας άρχισε να χτίζει τον μύθο της ανεξαρτησίας του. Και να προβάλλει ως σύμβολο ελευθερίας και αρμονικής συμβίωσης σε μια πολυπολιτισμική περιοχή όπου ακόμα και σήμερα συνυπάρχουν Μεξικό και ΗΠΑ.

Οι πέντε ιεραποστολές
Από εκεί, από το κέντρο του Σαν Αντόνιο, ξεκινά το «San Antonio Missions», μια από τις πιο συγκινητικές διαδρομές στην ιστορία της Βόρειας Αμερικής. Πρόκειται για τη διαδροµή
– Μνηµείο Παγκόσµιας Κληρονοµιάς της UNESCO – η οποία συνδέει πέντε (μαζί με το Αλαμο) ιεραποστολές, απομεινάρια της ισπανικής αποικιοκρατίας, που απλώνονται κατά μήκος του ποταμού Σαν Αντόνιο. Σκοπός τους ήταν να εμπνεύσουν τον χριστιανισμό στις τοπικές αυτόχθονες κοινότητες και να εδραιώσουν τον έλεγχο της Ισπανικής Αυτοκρατορίας στο βόρειο σύνορο της Νέας Ισπανίας.
Η Mission Concepción n είναι ίσως η καλύτερα διατηρημένη ιεραποστολή του 18ου αιώνα στις ΗΠΑ. Εγκαινιάστηκε το 1755 και έκτοτε παραμένει σύμβολο της προσπάθειας των Φραγκισκανών να μεταστρέψουν τους ιθαγενείς σε γεωργούς και χριστιανούς. Εντυπωσιάζει με τις αυθεντικές τοιχογραφίες και τον μεγαλοπρεπή τρούλο της. Η Mission San José χτίστηκε το 1720, φημίζεται για την ιδιαίτερη πρόσοψη και το διάσημο «Ρόδο του Αγίου Ιωσήφ», το ομορφότερο, όπως χαρακτηρίζεται, μπαρόκ παράθυρο της Βόρειας Αμερικής. Εκεί είχε δημιουργηθεί δραστήρια κοινότητα, με αλευρόμυλους, εργαστήρια, φούρνους και αρδευτικά συστήματα, τεχνολογίες που πάντρευαν την ισπανική και τη μεξικανική τεχνογνωσία και τις παραδόσεις των ιθαγενών.
Η Mission San Juan Capistrano ιδρύθηκε το 1731 και είναι σε μεγάλο βαθμό ερειπωμένη. Και η Mission Espada, με το χαρακτηριστικό καμπαναριό της, λειτουργεί από το 1731 και στις εγκαταστάσεις της περιλαμβάνει ένα παλαιό υδραγωγείο και τα απομεινάρια μιας αρδευτικής τάφρου που διαμορφώθηκε σύμφωνα με τα πρότυπα της Ιβηρικής Χερσονήσου.
Μπαίνω σε μια από αυτές τις παγωμένες στον χρόνο εκκλησίες αναζητώντας λίγο ίσκιο. Μια μικρή λωρίδα φωτός από τον φεγγίτη πέφτει σχεδόν πάνω στον σταυρό που είναι χαραγμένος στο πέτρινο δάπεδο, δίνοντας ονειρική διάσταση στον χώρο. Το άγαλμα της Μαντόνας, ντυμένο με ένα πολύχρωμο φόρεμα και με μικρά φωτάκια-αστεράκια στο διάδημά του, κοιτάζει από ψηλά μια γυναίκα που στολίζει με μικρά πλαστικά λουλουδάκια τα πόδια του. Και γουέστερν, και Μπουνιουέλ και Αλμοδόβαρ μαζί! Βγαίνω και περπατώ ανάμεσα στα ερειπωμένα κτίρια και στα χωράφια με τα κατακίτρινα χόρτα. Στο βάθος φαίνονται οι πρώτες γειτονιές της πόλης, σιωπηλές και αυτές, παραδομένες στην πηχτή ζέστη του μεσημεριού.

Συνεχίζω με σκοπό να φτάσω περπατώντας ως το ξενοδοχείο μου. Νιώθοντας σε κάθε βήμα τον ιδρώτα να με λούζει σκέφτομαι πως το Σαν Αντόνιο είναι, με έναν παράξενο τρόπο, τρυφερό και σκληρό την ίδια στιγμή. Τόπος που κουβαλάει το βάρος των παραδόσεων, μοιάζει να στέκεται ανάμεσα σε δύο χρόνους: εκείνον της μνήμης, που σμιλεύει η ιστορία του Αλαμο, και εκείνον της καθημερινότητας που συνεχίζει να κυλά με τους δικούς της ρυθμούς κάτω από τον αμείλικτο ήλιο του Τέξας. Αυτόν τον ήλιο που είναι υπέροχος και αφόρητος ταυτόχρονα. Συστατικό της ιδιαίτερης ταυτότητας μιας πόλης που όσο πιο πολύ την περπατάς τόσο πιο πολύ την αγαπάς. Αρκεί να μην έχεις ξεχάσει το καπέλο σου και να έχεις πάντα στην τσάντα σου ένα μπουκάλι με νερό.







