Το 2027 – αν τηρηθούν φυσικά τα εύθραυστα χρονοδιαγράμματα – ο άνθρωπος θα πατήσει ξανά το πόδι του στη Σελήνη για πρώτη φορά ύστερα από 55 χρόνια. Το πλήρωμα της αποστολής «Artemis III» της NASA δεν θα κάνει απλώς ένα μεγάλο, αλλά μάλλον ένα τεράστιο βήμα για την ανθρωπότητα, καθώς αναμένεται να παραμείνει στην επιφάνεια του φεγγαριού για σχεδόν δέκα ημέρες. Εδώ και χρόνια, άλλωστε, δεκάδες εργαστήρια, πανεπιστήμια, διαστημικές υπηρεσίες και εταιρείες σε όλον τον κόσμο προσπαθούν να δώσουν απάντηση σε ένα αγωνιώδες ερώτημα: πώς επιβιώνουμε, καλλιεργούμε τροφή, παράγουμε ενέργεια και χτίζουμε μόνιμη παρουσία έξω από την ατμόσφαιρα της Γης.
Η ιδέα της ζωής στο Διάστημα εμφανίζεται στη λογοτεχνία πολύ προτού υπάρξει καν η ιδέα για την τεχνολογική δυνατότητα να πραγματοποιηθούν διαστημικές πτήσεις. Από τον γάλλο συγγραφέα του 17ου αιώνα Σιρανό ντε Μπερζεράκ και το βιβλίο «Ο άλλος κόσμος» μέχρι τον Ιούλιο Βερν και το «Από τη Γη στη Σελήνη» (1865) ή τον Ρέι Μπράντμπερι και «Τα χρονικά του Αρη», ο άνθρωπος πάντοτε ταξίδευε με τη φαντασία του σε άλλους πλανήτες. Τα όνειρα αυτά έγιναν πραγματικότητα λόγω της κόντρας που πυροδοτήθηκε από τον Ψυχρό Πόλεμο. Η εκτόξευση του «Σπούτνικ» το 1957 από τη Σοβιετική Ενωση και η πτήση του κοσμοναύτη Γιούρι Γκαγκάριν το 1961 δημιούργησαν έναν αγώνα δρόμου, όπου το Διάστημα έγινε πεδίο έκφρασης του ιδεολογικού και στρατιωτικού ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Οι Αμερικανοί ιδρύουν τη NASA το 1958 και μέσα σε μόλις έντεκα χρόνια καταφέρνουν κάτι που φάνταζε αδιανόητο: στις 20 Ιουλίου 1969 ο Νιλ Αρμστρονγκ και ο Μπαζ Ολντριν γίνονται οι πρώτοι άνθρωποι που περπατούν στο σεληνιακό έδαφος.
Το πρόγραμμα «Apollo» τελειώνει στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Ακολουθούν έξι δεκαετίες μη επανδρωμένων αποστολών και διαστημικών λεωφορείων της NASA – ενός επαναχρησιμοποιούμενου συστήματος που πραγματοποίησε 135 πτήσεις μεταφέροντας φορτία, δορυφόρους και αστροναύτες μέχρι την οριστική του παύση το 2011. Παράλληλα, ένα άλλο πείραμα ωρίμαζε αθόρυβα: ο Διεθνής Διαστημικός Σταθμός (ISS). Από τον Νοέμβριο του 2000 μέχρι σήμερα ο ISS λειτουργεί ως ένα μόνιμα επανδρωμένο εργαστήριο σε τροχιά γύρω από τη Γη. Πάνω από 280 άνθρωποι από 23 χώρες έχουν ζήσει και εργαστεί εκεί, πραγματοποιώντας μακροχρόνια πειράματα για το πώς αντιδρά ο ανθρώπινος οργανισμός στη μικροβαρύτητα, πώς μπορούν να λειτουργήσουν κλειστά οικοσυστήματα, πώς δια-βιούν άνθρωποι σε απομόνωση και περιορισμένο χώρο για μήνες (το πανέμορφο και πολυβραβευμένο βιβλίο «Τροχιές» της Βρετανίδας Σαμάνθα Χάρβεϊ προσεγγίζει αυτή τη συνθήκη με εξόχως ποιητική ματιά). Ολα αυτά δεν είναι πρόβα τζενεράλε μόνο για τον Αρη, αλλά και για τη Σελήνη, η οποία ξαναμπαίνει δυναμικά στο επίκεντρο του ανθρώπινου ενδιαφέροντος.

Οι δύο συνασπισμοί
Για δεκαετίες ο ISS ήταν το σύμβολο μιας δύσκολης αλλά υπαρκτής διεθνούς συνεργασίας: αμερικανοί και ρώσοι αστροναύτες μοιράζονταν το ίδιο οξυγόνο, έκαναν κοινές επισκευές, ήταν ουσιαστικά αλληλοεξαρτώμενοι. Καθώς όμως πλησιάζει η στιγμή της απόσυρσης του ISS, γύρω στο 2030, το τοπίο αλλάζει ριζικά. Δεν μιλάμε πια για έναν ενιαίο, διεθνή σταθμό-ομπρέλα, αλλά για τη διαμόρφωση δύο – τουλάχιστον – παράλληλων συνασπισμών με ίδιους στόχους.
Από τη μία πλευρά βρίσκονται οι ΗΠΑ, η Ευρώπη, ο Καναδάς και η Ιαπωνία, που αναπτύσσουν υπό την ομπρέλα του προγράμματος «Artemis» ένα νέο σεληνιακό οικοσύστημα: τροχιακό σταθμό γύρω από τη Σελήνη, επανδρωμένα σκάφη «Orion», σεληνιακά landers και στη συνέχεια μια μόνιμη βάση στην επιφάνειά της. Από την άλλη, Ρωσία και Κίνα, που μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία έχουν έρθει πιο κοντά, παρουσιάζονται πλέον ως ένα ενιαίο μπλοκ. Προγραμματίζουν κοινές αποστολές, κοινές υποδομές και έναν Διεθνή Σεληνιακό Ερευνητικό Σταθμό (ILRS) – ουσιαστικά ένα «αντίπαλον δέος» στο «Artemis».
Το ενδιαφέρον είναι ότι οι δύο συνασπισμοί επιδιώκουν, σε γενικές γραμμές, το ίδιο πράγμα: μόνιμη ανθρώπινη παρουσία κοντά και επάνω στη Σελήνη. Μόνο που σκοπεύουν να το κάνουν ξεχωριστά, με άλλες βάσεις, διαφορετικά σημεία προσεδάφισης, διαφοροποιημένους κανόνες. Η Σελήνη αρχίζει έτσι να θυμίζει περισσότερο μια νέα γεωπολιτική σκακιέρα που θα μπορούσε να καταλήξει να διοικείται όπως η Ανταρκτική – η διακυβέρνηση της οποίας ορίζεται από την ομώνυμη Συνθήκη –, χωρίς κανείς να την κατέχει πλήρως, αλλά με τα έθνη να έχουν καθορισμένες σφαίρες επιρροής όπου μπορούν να διεξαγάγουν επιστημονικό έργο.

Το πρόγραμμα «Artemis» της NASA φιλοδοξεί μακροπρόθεσμα να θέσει τα θεμέλια για μόνιμη παραμονή ανθρώπων στον δορυφόρο της υδρόγειου σφαίρας μας. Η αποστολή «Artemis II», που έχει προγραμματιστεί για τον Απρίλιο του 2026, θα πραγματοποιήσει πτήση γύρω από το φεγγάρι και επιστροφή στη Γη – η πρώτη επανδρωμένη σεληνιακή πτήση μετά το 1972. Η αποστολή «Artemis III» έχει ως σκοπό την πρώτη προσσελήνωση αμερικανών αστροναυτών ύστερα από 55 χρόνια, με έμφαση στο ότι ανάμεσά τους θα βρίσκεται η πρώτη γυναίκα και – πιθανότατα – ο πρώτος μη λευκός που θα περπατήσει στη Σελήνη. Η αρχιτεκτονική της είναι εντυπωσιακά σύνθετη. Ο βαρύς πύραυλος SLS θα εκτοξεύσει την κάψουλα «Orion» σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη.
Παράλληλα, το γιγαντιαίο διαστημόπλοιο «Starship» της SpaceX θα ανεφοδιαστεί σε τροχιά γύρω από τη Γη, θα ταξιδέψει στη Σελήνη, θα συναντήσει την «Orion», θα παραλάβει δύο αστροναύτες, θα προσσεληνωθεί όρθιο στην επιφάνεια και, αφού ολοκληρωθεί η αποστολή, θα επιστρέψουν στον όμορφο πλανήτη μας. Τα ρίσκα είναι τεράστια: η σε τροχιά τροφοδοσία καυσίμων (κάτι που δεν έχει γίνει ποτέ σε τέτοια κλίμακα), η προσεδάφιση ενός πελώριου σκάφους σε μια επιφάνεια γεμάτη κρατήρες και θρυμματισμένη σκόνη, η ασφάλεια των πληρωμάτων. Γι’ αυτό και ολοένα περισσότεροι ειδικοί αμφισβητούν κατά πόσο ρεαλιστική είναι η επίτευξη επανδρωμένης προσσελήνωσης ως το 2027. Παράλληλα, η NASA διατηρεί στο συρτάρι και εναλλακτικές λύσεις. Η συνεργασία με την Blue Origin για την ανάπτυξη ενός πιο παραδοσιακού σεληνιακού lander – που θυμίζει σε φιλοσοφία το ιστορικό σεληνιακό όχημα των αποστολών «Apollo» –αποτελεί ένα πιθανό plan B.

Υποστήριξη της ζωής στον δορυφόρο της Γης
Το να καταφέρεις να στείλεις ανθρώπους στη Σελήνη για λίγες ημέρες είναι ένα επίτευγμα. Το να μπορέσουν όμως να μείνουν εκεί για μήνες ή χρόνια απαιτεί κάτι πολύ πιο σύνθετο: κλειστά, ανακυκλωτικά οικοσυστήματα που θα παρέχουν τροφή, οξυγόνο, νερό και ψυχολογική στήριξη. Γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η δουλειά ενός παγκόσμιου κονσόρτιουμ περισσότερων από 40 επιστημόνων από 11 χώρες και 7 διαστημικές υπηρεσίες, που παρουσίασε πρόσφατα ένα σχέδιο για το πώς τα φυτά μπορούν να στηρίξουν μακροχρόνια ανθρώπινη ζωή στο Διάστημα.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο «New Phytologist», δεν ασχολείται απλώς με το αν «φυτρώνει μαρούλι στο φεγγάρι», αλλά με ένα ολόκληρο οικοσύστημα: πώς τα φυτά θα ανακυκλώνουν αέρα, νερό και θρεπτικά, πώς θα παρέχουν επαρκή θρέψη, πώς θα ενσωματώνονται σε βιοαναγεννητικά συστήματα υποστήριξης ζωής. Οι ερευνητές έχουν μάλιστα προτείνει και ένα πλαίσιο αξιολόγησης, το Bioregenerative Life Support System Readiness Level: ένα είδος δείκτη ετοιμότητας που μετρά πόσο κοντά είμαστε στο να έχουμε λειτουργικά φυτικά συστήματα σε κλειστά οικοσυστήματα διαστημικών βάσεων.
Η έρευνα δεν μένει όμως μόνο στο Διάστημα. Οι ίδιες τεχνολογίες – συνθετική βιολογία, γεωργία ακριβείας, ανακύκλωση νερού και θρεπτικών συστατικών – υπόσχονται πιο βιώσιμη γεωργία και στη Γη, σε έναν πλανήτη που ήδη ζορίζεται από την κλιματική κρίση. Ενα από τα πιο συναρπαστικά πειράματα των επόμενων χρόνων θα γίνει στο πλαίσιο της αποστολής «Artemis III»: για πρώτη φορά θα καλλιεργηθούν φυτά στο σεληνιακό έδαφος και στη συνέχεια θα επιστραφούν στη Γη για μελέτη. Πέρα από τη βιολογία, όμως, οι επιστήμονες επισημαίνουν και κάτι ακόμη: την ψυχολογική και αισθητηριακή σημασία του να φροντίζεις ένα φυτό σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Να βλέπεις κάτι να μεγαλώνει, να το μυρίζεις, να τρως φρέσκο φαγητό σε έναν κόσμο από μέταλλο, σκόνη και ηλεκτρονικές συνάψεις.

Προηγούνται ωστόσο οι ανιχνευτικές αποστολές. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πρώτο σεληνιακό ρόβερ που κατασκευάζεται εξ ολοκλήρου στον Καναδά από την εταιρεία Canadensys Aerospace. Το μικρό όχημα βάρους 35 κιλών ίσως προσσεληνωθεί στη νότια πολική περιοχή της Σελήνης ακόμη και το 2029. Αποστολή του, να εντοπίσει νερό και να μετρήσει τα επίπεδα ακτινοβολίας, αλλά και να αποδείξει ότι η τεχνολογία του μπορεί να επιβιώσει σε ένα περιβάλλον ακραίων θερμικών μεταβολών: από τους -200°C της σεληνιακής νύχτας στους +100°C της ημέρας. Οι μηχανικοί της Canadensys περιγράφουν το σεληνιακό έδαφος με μια χαρακτηριστική φράση: «Velcro dirt». Σε αντίθεση με το γήινο χώμα, που έχει «στρογγυλέψει» από τη διάβρωση, η σεληνιακή σκόνη και τα θραύσματα πετρώματος είναι γωνιώδη, αιχμηρά, γεμάτα προεξοχές – κολλάνε παντού. Στους τροχούς, στους μηχανισμούς, στις αρθρώσεις, φθείρουν υλικά, διαπερνούν φίλτρα, δημιουργούν εμπόδια σε ό,τι κινείται. Αυτό, σε συνδυασμό με τις κλιματολογικές συνθήκες, καθιστά τη μακροχρόνια επιβίωση ενός γκάτζετ εκεί άθλο της μηχανικής.
Το νερό, βέβαια, είναι το μεγάλο ζητούμενο. Ενώ οι αποστολές «Apollo» μάς άφησαν την εντύπωση ότι η Σελήνη είναι τελείως άνυδρη, από το 2008 και μετά νέες αναλύσεις δειγμάτων και παρατηρήσεις από τροχιακά σκάφη έδειξαν ίχνη νερού, ιδίως στους μονίμως σκιερούς κρατήρες του Νότιου Πόλου. Αν εκεί υπάρχουν αποθέματα πάγου, μπορούν να αλλάξουν τα πάντα: να παρέχουν πόσιμο νερό, οξυγόνο για αναπνοή και υδρογόνο για καύσιμο πυραύλων.
Η Σελήνη θα μπορούσε ακόμη και να γίνει ένας σταθμός ανεφοδιασμού για πιο μακρινές αποστολές. Για να λειτουργήσει φυσικά μια μόνιμη βάση στον σεληνιακό Νότιο Πόλο, δεν αρκούν ρομπότ και θερμοκήπια. Χρειάζεται και πολλή ενέργεια. Οι ηλιακοί συλλέκτες είναι χρήσιμοι, αλλά οι σεληνιακές νύχτες διαρκούν περίπου δύο γήινες εβδομάδες, ενώ σε πολλές υπό σκιά περιοχές ο ήλιος δεν ανατέλλει ποτέ. Γι’ αυτό και η NASA αναβιώνει ένα παλιό όνειρο: μικρούς, συμπαγείς πυρηνικούς αντιδραστήρες στη σεληνιακή επιφάνεια. Με πρόσφατη οδηγία, η ηγεσία της υπηρεσίας ζητεί από τη βιομηχανία σχέδια για τέτοιους αντιδραστήρες, ικανούς να εκτοξευθούν μέχρι το 2029 και να εγκατασταθούν κοντά σε μελλοντικές βάσεις. Ο κινεζορωσικός σχεδιασμός για έναν πυρηνοκίνητο σταθμό στον Νότιο Πόλο της Σελήνης προς τα μέσα της δεκαετίας του 2030 δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη πίεση.

Εμπορική αξιοποίηση
Την ίδια στιγμή, ο ιδιωτικός τομέας έχει μπει για τα καλά στο παιχνίδι. SpaceX, Blue Origin, Virgin Galactic και άλλες εταιρείες έχουν μεταμορφώσει το τοπίο: επαναχρησιμοποιούμενοι πύραυλοι μειώνουν δραστικά το κόστος εκτόξευσης. Ιδιωτικά πληρώματα έχουν ήδη ταξιδέψει στον ISS και σε τροχιακές πτήσεις γύρω από τη Γη. Υπάρχει πια ουσιαστική αγορά για επισκέπτες – από δισεκατομμυριούχους μέχρι διασημότητες – που κάνουν υποτροχιακές πτήσεις λίγων λεπτών έτσι, για την εμπειρία. Η εμπορική αξιοποίηση της Σελήνης αποτελεί ωστόσο μια θολή υπόθεση. Η εξόρυξη σπάνιων γαιών ή η αξιοποίηση ισοτόπων όπως το ήλιο-3 (που συχνά αναφέρεται ως πιθανό καύσιμο για μελλοντικούς αντιδραστήρες σύντηξης) βρίσκονται προς το παρόν σε ένα θεωρητικό επίπεδο.
Πιο χειροπιαστά μοιάζουν να είναι τα κέρδη για εταιρείες που θα μεταφέρουν φορτία, επιστημονικά όργανα και – αργότερα – εξοπλισμό για βάσεις. Η NASA ήδη χρηματοδοτεί ιδιωτικές επιχειρήσεις που θα αναλάβουν μέρος αυτών των αποστολών. Σε βάθος χρόνου, αν μειωθεί αρκετά το κόστος πρόσβασης, δεν αποκλείεται να δούμε στη Σελήνη εργαστήρια, μικρές βιομηχανικές μονάδες, ίσως και υποδομές παραγωγής ενέργειας που θα τροφοδοτούν τη Γη. Προς το παρόν, όμως, η απόσβεση μιας επένδυσης στη Σελήνη έχει περισσότερο επιστημονικό ενδιαφέρον παρά άμεσα οικονομικά οφέλη.
Ουδέν κακόν αμιγές καλού
Το να γίνουμε «πολυπλανητικό είδος» θεωρείται από πολλούς καθήκον μας: αν η ανθρωπότητα κινδυνεύει από πυρηνικό πόλεμο, αστεροειδείς, πανδημίες ή κλιματική κατάρρευση, τότε
– υποστηρίζουν κάποιοι – έχουμε ηθικό καθήκον να διασφαλίσουμε ότι η ανθρώπινη συνείδηση θα επιβιώσει διαμοιρασμένη σε περισσότερους από έναν κόσμους. Αλλοι, πάλι, αντιτείνουν ότι αυτή η λογική είναι αδιέξοδη. Αν δεν μπορούμε να διαχειριστούμε έναν πλανήτη χωρίς να τον οδηγήσουμε σε μαζική απώλεια βιοποικιλότητας, υπερθέρμανση και ανισότητες, τι μας κάνει να πιστεύουμε ότι θα φερθούμε με περισσότερη σοφία σε έναν παρθένο κόσμο;

Η ιστορία της αποικιοκρατίας στη Γη λειτουργεί μάλλον αποθαρρυντικά. Υπάρχει και η καθαρά περιβαλλοντική ανησυχία: ορισμένες περιοχές της Σελήνης μπορεί να καταστραφούν από βιομηχανική δραστηριότητα πριν καν προλάβουμε να τις μελετήσουμε. Από την άλλη, η ιδέα της τοποθέτησης ενός ραδιοτηλεσκοπίου στη σκοτεινή πλευρά της Σελήνης, η οποία προστατεύεται από τον θόρυβο των ραδιοκυμάτων της Γης, ακούγεται συναρπαστική για τη γνώση που ενδέχεται να μας προσφέρει. Αρκετοί επιστήμονες βεβαίως υποστηρίζουν ότι η προσπάθεια να ζήσουμε στη Σελήνη ή στον Αρη θα μας αναγκάσει να μάθουμε πράγματα απολύτως κρίσιμα για τη Γη: από την ανακύκλωση νερού και υλικών μέχρι την παραγωγή τροφής σε φτωχά, ξηρά εδάφη. Τεχνολογίες που αναπτύσσονται τώρα για να κρατήσουν ζωντανό έναν μικρό αριθμό ανθρώπων σε ένα ακραία εχθρικό περιβάλλον ίσως αποδειχθούν πολύτιμες για την επιβίωσή μας σε έναν πλανήτη που αλλάζει τόσο ραγδαία.



