Το «κάλλιο να σε ντύνουν παρά να σε ταΐζουν» έχει γίνει πλέον πραγματικότητα! Το διαπιστώνω καθημερινά: Κάλλιο να με ντύνω παρά να με ταΐζω. Τους τελευταίους μήνες, όσες φορές έχω πάει στο σουπερμάρκετ, έχω φύγει με τύψεις. Επειδή πεινάω και τρώω αντί να επενδύω τα χρήματά μου σε κάτι που, αν μη τι άλλο, θα μου μείνει. Ενώ όταν τρώω το μόνο που μου μένει είναι επιπλέον κιλά. Εχουμε και λέμε: Για δύο σαλάτες, τέσσερις λωτούς, λίγο κοτόπουλο, δύο φυτικά ψευτογιαούρτια, ένα κουτάκι ντοματάκια (όχι τα βιολογικά, τα φτηνά, με τα μπόλικα φυτοφάρμακα) και ανταλλακτικά για το σκουπάκι που «φυλακίζει τη σκόνη», 30 ευρώ. Το θαυμάσιο βαμβακερό μπλουζάκι με τη στάμπα που είχα δει τις προάλλες στοίχιζε είκοσι πέντε ευρώ. Τι το ήθελα το κοτόπουλο που ήταν και άνοστο, όπως όλα τα κοτόπουλα; Ενώ το μπλουζάκι θα το φορούσα τουλάχιστον για ένα-δύο χρόνια. Θεωρείτε πως αστειεύομαι, είμαι όμως και πολύ σοβαρός και πολύ προβληματισμένος: Παρατηρώ πως έχουν ακριβύνει τόσο εξωφρενικά τα είδη πρώτης ανάγκης ώστε όσα κάποτε θεωρούσα ακριβά και είδη πολυτελείας έχουν αρχίσει να μου φαίνονται φτηνά. Ζω μόνος. Δεν συντηρώ οικογένεια. Δεν είμαι πολυέξοδος στο φαγητό. Ποτέ άλλοτε δεν μου είχε συμβεί να μπαίνω στο σουπερμάρκετ για τα ψώνια του δεκαπενθημέρου και να δίνω περισσότερα από 100, ακόμα και από 150 ευρώ. Αν έκοβα το φαγητό θα μπορούσα να αγοράζω κάθε δεκαπέντε ημέρες ένα καλό μπουφάν. «Και τι θα τα έκανες τόσα μπουφάν;» με ρωτά ένας φίλος. Μια ωραία συλλογή! Παρεμπιπτόντως, έχω κιαλάρει ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια που κάνει 170 ευρώ. Ξέρω πως δεν πρόκειται να το αγοράσω γιατί δεν θα δώσω ποτέ τόσα χρήματα για ένα ζευγάρι παπούτσια που σε μερικές ημέρες θα το έχω κάνει μέσα στα χώματα. Οταν όμως τις προάλλες έδωσα στο σουπερμάρκετ 160 ευρώ, μου γύρισε το μάτι. Σκέφτηκα να επιστρέψω και τα μπρόκολα και τα πράσα και τα μπλούμπερις και το υγρό τουαλέτας με άρωμα ζουμπούλι του Ισφαχάν. Και αντ’ αυτών να αγοράσω τα παπούτσια. Να τα φορέσω και να αρχίσω να τρέχω ώσπου να βγω από τα σύνορα. Τα σύνορα όμως είναι μακριά και εγώ μεγάλωσα και δεν έχω πολλές αντοχές. Οπότε πλήρωσα, γύρισα σπίτι, κάθισα στο τραπέζι της κουζίνας και άρχισα με μετρώ ένα-ένα τα (made in Peru) μπλούμπερις. Τα είχα αγοράσει προς δύο ευρώ το πακετάκι, ενθουσιασμένος για την ευκαιρία, αφού ακριβώς τα ίδια σε ένα βιολογικό σουπερμάρκετ τα βρίσκω προς πέντε (και βάλε) ευρώ. Δεδομένου ότι ένα πακετάκι το τρώω άνετα σε πέντε λεπτά, υπολόγισα, πέντε επί επτά (όσες οι μέρες της εβδομάδας), τριάντα πέντε ευρώ. Μετά άρχισα να μετρώ πόσα μπλούμπερις περιέχει το κουτάκι και πόσο στοιχίζει η κάθε ρώγα. Πρέπει όμως να το κόψω αυτό με το μέτρημα, γιατί φοβάμαι πως αν κάποιους η ακρίβεια τους γονατίζει, εμένα έχει αρχίσει να με τρελαίνει με όλους αυτούς τους αριθμούς να πηγαινοέρχονται και να συγκρούονται μέσα στο κεφάλι μου.