Τα τελευταία χρόνια υπάρχει µια µεγάλη συζήτηση για την ευκολία µε την οποία προστίθενται στα λεξικά νέες λέξεις. Η συζήτηση αυτή γίνεται παγκοσµίως και φυσικά και στην Ελλάδα.
Σύµφωνα µε τη βρετανική εφηµερίδα «The Independent», περισσότεροι από 6.000 νέοι όροι θα ενταχθούν στο Λεξικό του Κέιµπριτζ στο τέλος της χρονιάς. Πρόκειται για όρους που είναι απαραίτητο να µπουν γιατί υπάρχουν στη γλώσσα των πιτσιρικάδων, οι οποίοι τους χρησιµοποιούν περιγράφοντας την καθηµερινότητά τους: ο «Independent» αναφέρει ως χαρακτηριστικά παραδείγµατα το «mouse jiggler», που χρησιµοποιείται στο πλαίσιο αναφορών στην τηλεργασία, αλλά και το «forever chemical», που συνδέεται µε την κλιµατική αλλαγή – µη µου ζητείτε την ακριβή µετάφραση.
Λέξεις που υπάρχουν στην αργκό των «µικρών» µπαίνουν (ή θα µπουν) και στα ελληνικά λεξικά. Για έναν πολύ απλό λόγο: όποιος δεν τις γνωρίζει δεν µπορεί να συνεννοηθεί µε τα παιδιά του. Αν δεν χρησιμοποιείς τις λέξεις «ντελούλου», «φλεξ», «μπούμερ», «μπρο», «κριντζ», είναι δύσκολο να κάνεις μια κανονική συζήτηση μαζί τους.
Εκτός αν η σκηνή διαδραµατίζεται στα εγχώρια σίριαλ της τηλεόρασης, στα οποία οι πρωταγωνιστές µιλούν όπως είκοσι χρόνια πριν.
Είναι επίσης καταπληκτικό πόσο οι νέες αυτές λέξεις και εκφράσεις εκτοπίζουν παλαιότερες που ήταν κάποτε πολύ στη µόδα. Ποιος λέει σήµερα τη λέξη «κοζάρω»; Κανείς. Ποιος αποκαλεί µια χωρισµένη γυναίκα «ζωντοχήρα»; Θα πρέπει να µην είναι και πολύ στα καλά του για να το κάνει. Ποιος λέει κάποιον που φοράει γυαλιά «γυαλάκια»;
Σιγά-σιγά εγκαταλείπονται και εκφράσεις που έµοιαζαν µέχρι πρόσφατα νεανικές και τις χρησιµοποιούσαν όσοι µεγάλοι ήθελαν να δείχνουν ότι ο χρόνος δεν τους αγγίζει. Το «έδωσε πόνο» ακούγεται πλέον παλιό. Το «έπαθα λαλά» ή πόσω µάλλον το «λάλησα» δεν το ακούω καιρό τώρα. Το «µου πήρε τα αφτιά» µού θυµίζει κάτι δασκάλες µου. Το «την έκανα ταράτσα» έχω να το ακούσω πριν από την κρίση.
Το «την έκανα ψώνιο» έχω ξεχάσει και τι ακριβώς σηµαίνει. Το «πετάω αετό» αµφιβάλλω αν οι κάτω των 30 χρόνων ξέρουν γιατί το λέγαµε εµείς οι µεγαλύτεροι. Το «µατζαφλάρι» το έχω ξεχάσει σαν λέξη και εγώ, κι ας το χρησιµοποιούσα. Είναι πάρα πολλοί ακόµα οι όροι που χάθηκαν χωρίς να τους κλάψει κανείς. Αν µάλιστα βάλουµε και αυτούς που σιγά-σιγά εξαφανίζονται εξαιτίας της πολιτικής ορθότητας, µπορεί να προκύψει µέχρι και λεξικό χαµένων λέξεων και εκφράσεων. Αλλά, άραγε, τι να το κάνει κανείς;
Κάποιος θα πει πως αποτελεί απόδειξη φθοράς της γλώσσας µας η χρήση πολλών ξενικών όρων ή ο – κατά κάποιον τρόπο – εξελληνισµός τους. Στο δε ζήτηµα της εξαφάνισης εκφράσεων που αποτελούσαν κάποτε µέρος ενός είδους νεανικής «αργκό», η επισήµανση που γίνεται είναι ότι έχουµε απλώς να κάνουµε µε ορολογία της µόδας και η µόδα είναι (όπως στα ρούχα, έτσι και στη γλώσσα) κάτι το παροδικό και το εφήµερο. Ισως είναι και έτσι.
Από την άλλη, υπάρχει ένα δεδοµένο: η πολυπλοκότητα των καταστάσεων είναι εκείνη που γεννά νέες λέξεις. Ο,τι καινούργιο προκύπτει πρέπει µε κάποιον τρόπο να το περιγράψεις και δεν είναι πάντα απλό. Πώς θα µπορούσε, για παράδειγµα, να υπάρχει το επίθετο «ιντερνετικός» πριν από το Internet;
Οι νέες καταστάσεις, τις οποίες για να τις περιγράψεις χρειάζεσαι νέες λέξεις, δεν έχουν να κάνουν µόνο µε τα πιτσιρίκια και τον σύνθετο κόσµο τους, αλλά ακόµα και µε χώρους που µοιάζουν συντηρητικοί και δεν επιτρέπουν εύκολα γλωσσικούς νεωτερισµούς.
Για παράδειγµα, δείτε τι συµβαίνει στον τοµέα της πολιτικής. Διάβαζα δεξιά κι αριστερά τις προηγούµενες ηµέρες ότι η συµφωνία που έφερε την (προσωρινή έστω) ειρήνευση στη Μέση Ανατολή ήταν «αποτέλεσµα της µαταιοδοξίας του Ντόναλντ Τραµπ» – όποιος το έγραφε πρόσθετε πως ο αµερικανός πρόεδρος τα έκανε όλα για να ικανοποιήσει το όνειρό του να κερδίσει το βραβείο Νοµπέλ κάποια στιγµή.
Είναι µαταιόδοξος ο Τραµπ; Χωρίς αµφιβολία, ναι. Του αρέσει να τον κολακεύουν και το επιδιώκει. Κάνει συχνά φιγούρα βάζοντας στο κέντρο της προσοχής τον εαυτό του, πιστεύει φανερά πως όλος ο κόσµος περιστρέφεται γύρω του – ίσως να έχει και δίκιο, αλλά είναι υπερβολικός ο τρόπος που το δείχνει. Είναι όµως αποτέλεσµα µαταιοδοξίας ενός προέδρου η συγκεκριµένη συµφωνία; Οχι ακριβώς. Με βάση τα καλύτερα ενηµερωµένα λεξικά, µαταιόδοξος είναι «αυτός που νοιάζεται να αποκτήσει και να επιδείξει πράγµατα µάταια, που έχουν εξωτερική λάµψη, αλλά είναι στην πραγµατικότητα ασήµαντα».
Είναι επίσης «αυτός η συµπεριφορά του οποίου χαρακτηρίζεται από την επιδίωξη µάταιων στόχων αλλά και πραγµάτων που εµφανώς δεν δύναται να αποκτήσει». Η συγκεκριµένη συµφωνία εκεχειρίας δεν ήταν πράξη επίδειξης για κάτι µάταιο: ήταν µια συµφωνία αναγκαία για να ικανοποιηθεί η πληγωµένη εθνική υπερηφάνεια των Ισραηλινών και να σταµατήσει η ισοπέδωση της Γάζας. Ηταν µάταιος ο στόχος αυτός; Οχι, δεν ήταν, αφού µε όλες τις δυσκολίες και όλους τους αστερίσκους κατά κάποιον τρόπο έγινε πράξη. Αλλά το θέµα µου δεν είναι η συµφωνία: είναι το πώς θα µπορούσε να χαρακτηριστεί η ίδια η πράξη του Τραµπ.
Ηταν κάτι που προέκυψε χάρη στον εγωισµό του; Και ναι και όχι: αν δεν συµφωνούσαν και οι εµπλεκόµενοι, όσο µεγάλη και να ήταν εγωιστικά η θέληση του Τραµπ, η συµφωνία δεν θα προέκυπτε ποτέ. Ηταν αποτέλεσµα αλτρουισµού του προέδρου; Οχι, γιατί ο αλτρουισµός είναι ανιδιοτελής, ενώ ο Τραµπ θέλει να κερδίσει το Νοµπέλ.
Θα µπορούσε να χαρακτηριστεί µια πράξη απλής καλοσύνης; Δύσκολο να το πεις όταν τα γεωπολιτικά συµφέροντα στην περιοχή είναι τόσο µεγάλα: δεν κινεί την πολιτική παρέµβαση η καρδιά και το ξέρουµε. Τότε ποιο είναι το χαρακτηριστικό του αµερικανού προέδρου που έφερε αυτή τη συµφωνία; Ο καιροσκοπισµός; Οχι, διότι αυτός έχει αρνητική χροιά. Η ανάγκη του να καταχωριστεί ως πρωταγωνιστής; Μα ήταν και πριν από τη συγκεκριµένη συµφωνία.
Ψάχνοντας τι είναι τελικά ο Τραμπ, η γλώσσα των πιτσιρικάδων μού έδωσε την καλύτερη περιγραφή του: ο αμερικανός πρόεδρος είναι «φασαίος» – ίσως ο κορυφαίος φασαίος του κόσμου. Ζει μέσα από τη φάση του. Αν ακούτε τους πιτσιρικάδες να χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη λέξη και δεν την καταλαβαίνετε, να θυμάστε τον Τραμπ.
Οσο για τη συμπεριφορά του αυτή, είναι απλώς «τραμπική», όπως και η πολυσυζητημένη συμφωνία. Και μη μου πείτε ότι κάθε αμερικανός πρόεδρος δημιουργεί μια λέξη με βάση το επίθετό του. Εγώ όρους όπως «Ομπαμισμός», «Μπαϊντενισμός», «Κλιντονισμός» κ.τ.λ. δεν άκουσα κανέναν να χρησιμοποιεί ποτέ.



