Ο Πάπας Φραγκίσκος, ο οποίος τη Δευτέρα του Πάσχα αναχώρησε για τα «Ιεροσόλυμα του Θεού» (έτσι έλεγε τον θάνατο), δεν άφησε πίσω του μία εκατοστή ζευγάρια Sebago και Church’s, ούτε διακόσια ζευγάρια μανικετόκουμπα, ούτε και είχε εκφράσει ποτέ την επιθυμία να γίνει μουσείο για να εκτίθενται τα άμφιά του, όπως άλλοι αστέρες του σύγχρονου χριστιανισμού.

Ως επικεφαλής των 1,4 δισεκατομμυρίων καθολικών, ο Φραγκίσκος έδωσε την έμφαση στην πνευματικότητα του ρόλου του μέσα από το παράδειγμα της προσωπικής του απλότητας, που χαρακτήριζε όχι μόνο τον τρόπο που ζούσε, αλλά και το ύφος του λόγου του. Αυτό το τελευταίο ήταν εκείνο που έκανε τη μεγάλη διαφορά σε σύγκριση με τους προκατόχους του στον θρόνο του Αγίου Πέτρου.

Χάρη στην ικανότητά του να εκφράζεται με την αμεσότητα του καθημερινού λόγου για τα ζητήματα ενδιαφέροντος της Καθολικής Εκκλησίας, έγινε παγκόσμιος σταρ ο Φραγκίσκος. Χάρη στην αμεσότητα του τρόπου του και του λόγου του κατάφερε να αγγίξει τις καρδιές ενός κόσμου που ξεπερνούσε τα όρια της Καθολικής Εκκλησίας. Και, ποιος ξέρει, ίσως μια μέρα γίνει και μιούζικαλ στο Μπρόντγουεϊ.

Η ειδοποιός διαφορά του Φραγκίσκου ήταν η προσωπικότητά του και αυτό δεν επαναλαμβάνεται. Κατά τα λοιπά, όμως, δεν ήταν όσο καινούργιος και διαφορετικός φάνταζε στα δικά μας μάτια εξαιτίας της απόστασης που μας χωρίζει από τον κόσμο των καθολικών. Βεβαίως ήταν προοδευτικός, ακόμη και για τα μέτρα του Μπέρνι Σάντερς, και αυτό ήταν αδύνατο να μην κάνει εντύπωση, δεδομένης μάλιστα της κορυφαίας θέσης του – ας μην ξεχνάμε ότι, με γεωπολιτικά κριτήρια, ο εκάστοτε Πάπας είναι ο ισχυρότερος χριστιανός στον κόσμο.

Ομως η λεγόμενη Θεολογία της Απελευθέρωσης, της οποίας ήταν εκφραστής ο μακαρίτης, δεν είναι κάτι καινούργιο στον καθολικισμό. Η έμφαση στην απελευθέρωση των κοινωνικά καταπιεσμένων και η «προτίμηση στους φτωχούς», όπως το θέτουν οι θεολόγοι της συγκεκριμένης σχολής, είναι μια τάση αναγνωρισμένη πλέον στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας από τη 2η Σύνοδο του Βατικανού (1962-1965).

Αλλά και προς τα δεξιά αν στρέψουμε το βλέμμα, θα δούμε ότι οι θέσεις συντηρητικών ιεραρχών για την οικονομία, όπως του προκατόχου του στον παπικό θρόνο, του Βενέδικτου ΙΣΤ’, δεν διαφέρουν πολύ από εκείνες του Φραγκίσκου. Η σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση στην αναδιανομή εισοδήματος ήταν κοινή θέση και για τον συντηρητικό Γερμανό και για τον προοδευτικό Αργεντινό.

Η διαφορά όμως είναι ότι κανείς δεν κάθεται να διαβάσει μια παπική εγκύκλιο για την οικονομία, ιδίως αν είναι γραμμένη στα λατινικά (εκτός αν έχει κάνει κάτι τόσο αποτρόπαιο ώστε να του αξίζει η τιμωρία…), αντιθέτως όλοι θα ακούσουν έναν Πάπα που μιλάει σαν κανονικός άνθρωπος. (Σαν! Το τονίζω, γιατί ένας Πάπας δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να είναι κανονικός άνθρωπος…)

Ο Φραγκίσκος άνοιξε ταυτόχρονα διάφορα παράθυρα στο οικοδόμημα της Καθολικής Εκκλησίας και μπήκε μέσα φρέσκος αέρας. Εθεσε θέματα και άνοιξε συζητήσεις, λ.χ., για τη σεξουαλικότητα, την ηθική και οικονομική διαφθορά στους κόλπους της Εκκλησίας, καθώς επίσης για τη συνοδικότητα στη λειτουργία της και τη συμμετοχή γυναικών στη διοίκησή της. Σε κανένα όμως δεν οδήγησε τη συζήτηση σε τελικές θέσεις και ποτέ δεν προχώρησε αρκετά ώστε να ικανοποιεί είτε τη μία είτε την άλλη πλευρά ενός ζητήματος.

Πάντα έκανε δύο βήματα μπροστά, για να πάρει πίσω το ενάμισι αργότερα. Δεν το έκανε από επιπολαιότητα· αυτή ήταν η μέθοδός του, γιατί ήξερε ότι σε έναν οργανισμό με ιστορία αιώνων τέτοια θέματα δεν διευθετούνται από τη μία μέρα στην άλλη. Προφανώς καταλάβαινε, επίσης, πόσο επικίνδυνες για την ευστάθεια του οικοδομήματος είναι παρόμοιες προσαρμογές όταν γίνονται χωρίς να έχει επέλθει το «πλήρωμα του χρόνου».

Ενα αμφιλεγόμενο θέμα που αφήνει ως κληρονομιά στον διάδοχό του ο Φραγκίσκος είναι η συμφωνία που έκανε με την Κίνα. Ο αριθμός των χριστιανών στην Κίνα δεν είναι γνωστός, καθώς καμία Εκκλησία δεν έχει θεσμική υπόσταση στο κομμουνιστικό καθεστώς της χώρας. Υπολογίζονται περί τα 100 εκατομμύρια, κατά το πλείστον προτεστάντες, με τους καθολικούς μεταξύ πέντε και επτά εκατομμυρίων.

Από την άνοδο του Σι στην εξουσία και μετά, η θέση τους έχει επιδεινωθεί αισθητά και ζουν υπό το κράτος πιέσεων και απειλών. Ο Φραγκίσκος διαπραγματεύτηκε συμφωνία με τους Κινέζους, βάσει της οποίας εκείνοι προτείνουν υποψήφιους επισκόπους και η Ρώμη επιλέγει. Ετσι σώζονται τουλάχιστον τα προσχήματα, διότι μέχρι να γίνει η συμφωνία το Πεκίνο έκανε ό,τι ήθελε, αδιαφορώντας τελείως για τη Ρώμη.

Στο βάθος της λογικής που οδήγησε στη συμφωνία του Βατικανού με το Πεκίνο είναι η ελπίδα ότι κάποια στιγμή η Κίνα θα αναγνωρίσει την Καθολική Εκκλησία μέσα στην επικράτειά της. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για αυταπάτη, γιατί ο κομμουνισμός είναι θρησκεία που δεν ανέχεται τον ανταγωνισμό από τις άλλες.

ΔΙΑΔΟΧΗ

Οποιαδήποτε εικασία για τον διάδοχο του εκλιπόντος είναι τελείως αυθαίρετη. Επειδή όμως δεν θεωρείται απίθανη η εκλογή Πάπα από την Ασία, αξίζει τον κόπο να έχουμε υπ’ όψιν τη βασική διαφορά μεταξύ των δύο επικρατέστερων ασιατών καρδιναλίων. Ο ένας είναι από τις Φιλιππίνες και υποστηρίζει αναφανδόν τη συμφωνία του Βατικανού με την Κίνα, ο άλλος είναι από τη Μιανμάρ και διαφωνεί απολύτως με την πολιτική του κατευνασμού προς την Κίνα.

Συνεπώς, αν επιλεγεί οποιοσδήποτε εκ των δύο, η επιλογή αυτομάτως θα έχει σημασία ως προς την πολιτική του Βατικανού έναντι της Κίνας. Και ίσως αυτός να είναι ο λόγος για τον οποίο δεν θα επιλεγεί κανείς τους…