Τον Σεπτέμβριο του 2019, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως νεοεκλεγμένος πρωθυπουργός στη ΔΕΘ τόνισε ιδιαίτερα την ανάγκη να επενδύσει η χώρα στην έρευνα και στην καινοτομία. Περιέγραφε την ανάγκη αυτή ως ένα από τα βήματα εκσυγχρονισμού της χώρας και παράλληλα ως μια πολιτική που θα συντελούσε στη βιώσιμη ανάπτυξη με πολλές, νέες και καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας.

Ηταν η εποχή που το τεχνοκρατικό προφίλ της κυβέρνησης με τους 21 εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς και υφυπουργούς «νοστίμεψε» το παραδοσιακό μείγμα και το έκανε να μοιάζει με ειλικρινή προσπάθεια να γυρίσει σελίδα η χώρα.

Το πείραμα απέτυχε. Τα πολιτικά πρόσωπα και οι εξωκοινοβουλευτικοί, από τους οποίους παρέμειναν στην κυβέρνηση όσοι είχαν πολιτικές φιλοδοξίες, δεν μπόρεσαν να βρουν κοινό βηματισμό. Ισως δεν τους βοήθησαν και οι νέες δομές του επιτελικού κράτους. Μια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν ακριβώς ο διαφημισμένος τομέας της έρευνας και της καινοτομίας.

Ενα από τα πρώτα πράγματα που έκανε η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν να μετακινήσει τον Ιούλιο του 2019 τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Καινοτομίας από το υπουργείο Παιδείας στο υπουργείο Ανάπτυξης, ώστε να συνδεθεί με το οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων. Η πρόθεση μπορεί να ήταν αγαθή, αλλά ο διαμοιρασμός της ευθύνης για την έρευνα σε δύο υπουργεία αποδείχθηκε καταστροφικός.

Τον Νοέμβριο του 2020, μέσα στο δεύτερο κύμα της COVID-19, ο Σπύρος Αρταβάνης – Τσάκωνας, διεθνούς κύρους ομότιμος, σήμερα, καθηγητής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, πείσθηκε να αναλάβει αφιλοκερδώς την προεδρία του Εθνικού Συμβουλίου Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΤΕΚ).

Η τοποθέτησή του ανακοινώθηκε πανηγυρικά από το Μέγαρο Μαξίμου, κατόπιν συναντήσεώς του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, από την οποία μεταδόθηκαν και οι σχετικές φωτογραφίες στο πρωθυπουργικό γραφείο.

Παραίτηση με αιχμές

Πέντε χρόνια αργότερα ο Αρταβάνης-Τσάκωνας παραιτήθηκε, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι αδιαφορεί για την έρευνα. Προτού «τα βροντήξει» είχε στείλει στο Μέγαρο Μαξίμου ένα σχέδιο για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου φορέα, υπό τον οποίο θα ενώνονταν τα διάσπαρτα κομμάτια του αντικειμένου που επόπτευε. Αντί να εξετάσει αυτό το σχέδιο η κυβέρνηση, αναβάθμισε το 2021 τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Καινοτομίας σε αυτοτελή υπηρεσία του υπουργείου Ανάπτυξης, ενισχύοντας τη διαιρετική τομή.

Η σαθρή διαδικασία αξιολόγησης του έργου Trust Your Stars, η οποία προκάλεσε τη μαζική αντίδραση καθηγητών και ερευνητών, από την Ελλάδα και το εξωτερικό, έφερε ξανά στην επιφάνεια το θέμα της αξιολόγησης και της χρηματοδότησης της έρευνας.

Ο φορέας αυτός θα μπορούσε να προκύψει από τη μετεξέλιξη του Ελληνικού Ιδρύματος Ερευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ), το οποίο επίσης αφέθηκε στη μοίρα του. Παρότι η κυβερνητική στρατηγική για την έρευνα είχε κακοφορμίσει, ο Πρωθυπουργός προέβλεπε τον περασμένο Ιούνιο, τρεις μήνες μετά την παραίτηση Αρταβάνη-Τσάκωνα και την ένταση που προκάλεσε, σε συνέντευξή του στη γαλλική οικονομική εφημερίδα «Les Echos» ότι «μακροπρόθεσμα, ο τομέας της έρευνας και της καινοτομίας θα συμβάλει στο 10% του ΑΕΠ» της Ελλάδας. Σημείωνε, επίσης, ότι η τεχνολογία δίνει την ευκαιρία σε μια χώρα μεσαίου μεγέθους, όπως η δική μας, να βρεθεί στην πρωτοπορία της ΕΕ.

Εναν μήνα μετά δημοσιοποιήθηκαν τα αποτελέσματα της αποκαρδιωτικής αξιολόγησης για το έργο Trust Your Stars, από μια επιτροπή με αμφισβητούμενα εχέγγυα αξιοπιστίας, η οποία συν τοις άλλοις φαίνεται ότι έκανε χρήση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης, χωρίς να έχει ενημερώσει όσους είχαν υποβάλει πρόταση, υπερβαίνοντας τα όρια της δεοντολογίας.

Ο επιστημονικός κόσμος της χώρας ξεσηκώθηκε, η ανοιχτή επιστολή των «52» επιστημόνων που πρωτοστάτησαν στη διαμαρτυρία, ζητώντας επαναξιολόγηση των 1.200 προτάσεων από ανεξάρτητη επιτροπή, συγκέντρωσε περί τις 800 υπογραφές – αριθμός-ρεκόρ –, ενώ επιπλέον 257 επιστήμονες από την Ελλάδα και τη Διασπορά προτείνουν τη μετεξέλιξη του ΕΛΙΔΕΚ σε ένα είδος «ΑΣΕΠ της έρευνας».

Το άφησαν να φυτοζωεί

Το σημερινό ΕΛΙΔΕΚ, ωστόσο, χρειάζεται εκ θεμελίων αναμόρφωση προκειμένου να αναδεχθεί έναν τέτοιον ρόλο. Και αυτό διότι η ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης, όπως λέγεται στο εσωτερικό της κυβέρνησης, έκανε την επιλογή να το αφήσει να φυτοζωεί, χωρίς επαρκή χρηματοδότηση. Αλλά και το υπουργείο Παιδείας αντιμετωπίζει τη διαμαρτυρία των επιστημόνων ως συντεχνιακή αντίδραση όσων «κόπηκαν».

Η ηγεσία του, όπως μεταφέρεται, δεν έχει πρόθεση να συναντήσει κανέναν. «Αν είχαν πρόβλημα με την περυσινή προκήρυξη γιατί έκαναν αίτηση;» είναι το ερώτημα που θέτουν και παραπέμπουν στην ολοκλήρωση της διαδικασίας μετά τον έλεγχο των ενστάσεων, που θα ανακοινωθούν οι τελικές εγκρίσεις των προτάσεων.

Η κυβερνητική διχοστασία απέναντι στην έρευνα οδηγεί σε διαβρωτικές καταστάσεις, όπως π.χ. ότι την τελευταία πενταετία δεν έχει καταβληθεί η συμμετοχή των ελληνικών πανεπιστημίων σε συγχρηματοδοτούμενα ευρωπαϊκά προγράμματα για την αριστεία στην έρευνα και την καινοτομία, όπως το Horizon. Παραμένει ασαφές πώς θεωρεί ο Πρωθυπουργός ότι θα αριστεύσει η χώρα, και μάλιστα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε τομείς που τα συναρμόδια υπουργεία συστηματικά υπονομεύουν.

Επιπλέον, αν σύσσωμη η ερευνητική κοινότητα ζητεί ενιαίο φορέα για την έρευνα, γιατί στο Μέγαρο Μαξίμου αρνούνται ακόμα και τη συζήτηση του αιτήματος και επιμένουν πεισματικά στο επιτελικό λάθος του 2019;

Την Τετάρτη ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Γιάννης Μανιάτης κατέθεσε ερώτηση στην Κομισιόν για το θέμα, με την οποία ζητεί ενημέρωση για τις βέλτιστες πρακτικές και τις παρεμβάσεις που προβλέπονται σε περιπτώσεις αδιαφανών ή και σκανδαλωδών διαδικασιών.