Η οδός Καραμανλάκη, μετά την Αγίου Μελετίου, συνδέει την Πατησίων με την πλατεία Παύλου Καλλιγά. Είναι ένας δρόμος που εκπλήσσει με τα πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του. Σχεδιασμένος με προεδρικό διάταγμα του 1939, στο πλαίσιο του μεταξικού υπουργείου Διοικήσεως Πρωτευούσης, προέβλεπε πράγματα πρωτοφανή: την ομοιογένεια των όψεων των κτιρίων, ευρύχωρα ανοίγματα και έντεχνη μορφοπλασία των ελεύθερων εξωστών, αρτιφισιέλ επιχρίσματα ιδίας απόχρωσης και επεξεργασμένη καγκελοποιία με γεωμετρικά μοτίβα.

Η μορφή των πολυκατοικιών δεν είναι πάντως εκείνη του «πάνδημου μοντερνισμού» τον οποίο ταυτίσαμε με τον Μεσοπόλεμο, αλλά η πιο απλοποιημένη ή και «συντηρητική» μιας ήρεμης αθηναϊκής αστικότητας που ξεκίνησε με το καθεστώς Μεταξά και υιοθετήθηκε στην πρώτη περίοδο της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης.

Το θέμα πάντως του αισθητικού ελέγχου δεν ήταν κάτι νέο: στο πλαίσιο της «Ανώτατης Πολεοδομικής Επιτροπής» του υπουργείου Συγκοινωνίας, το 1933-34 είχε ήδη λειτουργήσει «Επιτροπή ελέγχου αισθητικής» για τις νέες οικοδομές. Το πιο εντυπωσιακό όμως στην Καραμανλάκη ήταν τα θαυματουργά προκήπια (πρασιές τεσσάρων μέτρων) που μεσολαβούσαν ανάμεσα στο κτίριο και στο πεζοδρόμιο, προσφέροντας ενιαία ζώνη πρασίνου και μοναδική ποιότητα διαβίωσης.

Στην απόληξη του δρόμου, η πλατεία Παύλου Καλλιγά είναι ο κρυφός θύλακας ζωής οικοδομών με χαρακτηριστικά αντίστοιχα της Καραμανλάκη.  Η αξία της αρχιτεκτονικής συμβάδιζε με τον αναπάντεχο χαρακτήρα ιδιωτικότητας του δημόσιου χώρου: μια πλατεία-φωλιά δίπλα στην πολυσύχναστη – και τότε – Πατησίων. Ιδιαίτερο στοιχείο της χωρικής ποιότητας είναι εδώ η μορφολογική ομοιογένεια και ρυθμικότητα των οικοδομών.

Τούτο αποδεικνύει την αξία της ομοιογένειας στην αρχιτεκτονική της πόλης, από τον Μεσαίωνα έως τις μέρες μας, κάτι που ωστόσο αντιβαίνει στον σχεδιαστικό πρωταγωνισμό των αρχιτεκτόνων, ιδιαίτερα των σύγχρονων. Η περίπτωση της οδού Καραμανλάκη και της πλατείας Καλλιγά παρέμεινε δυστυχώς μεμονωμένη, για να μας θυμίζει πώς θα μπορούσε να είναι η Αθήνα αν είχαν επικρατήσει (ή επιβληθεί) μεταπολεμικά άλλες αρχές σχεδιασμού της πόλης.

Στην οδό Καραμανλάκη οι αρχιτέκτονες του γραφείου Arid (Ματίλντα Μπεράχα, Ρωξάνη Μαραγκουδάκη, Δημήτρης Σωτηρόπουλος) ανέλαβαν την καθ’ ύψος επέκταση μιας τυπικής διπλοκατοικίας του 1951, με την ελεύθερη κολόνα κυκλικής διατομής στο γωνιακό μπαλκόνι.

Οι τρεις νέοι όροφοι φιλοξενούν ισάριθμες κατοικίες με εσωτερικά απέριττης λευκότητας. Τα διαμερίσματα, προικισμένα με φιλτραρισμένο φως πρωτόγνωρο για το αττικό περιβάλλον, είναι σχεδιασμένα και με την προοπτική συγκατοίκησης. Το κοινωνικό πείραμα αυτής της «πολυκατοικίας» εκτείνεται και στο ισόγειο, με χώρους κοινής διαβίωσης και συν-εργασίας που μάλλον αναπαράγουν το νέο κλίμα πολυπολιτισμικής συνύπαρξης στην περιοχή.

Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του έργου είναι ωστόσο η μορφή της τριώροφης προσθήκης. Στη θέση της συμπαγούς επέκτασης καθ’ ύψος διαμορφώνεται ένας ανάλαφρος πολυπρισματικός όγκος που υπαινίσσεται αναφορές στα παρακείμενα κτίρια αλλά ουσιαστικά εξασφαλίζει μια μορφοπλαστική αυτονομία με έκτακτη ποιητικότητα. Τούτο επιτυγχάνεται και με τη βαθμιαία καθ’ ύψος υποχώρηση/απότμηση της γωνίας της τριώροφης πάλλευκης προσθήκης που «κοστίζει» απώλεια στεγασμένης επιφάνειας αλλά δίνει φως, αέρα και γαλανό ουρανό στο αστικό περιβάλλον (πέρα από ιδιωτικό υπαίθριο χώρο για τα διαμερίσματα).

Το κτίριο εξαϋλώνεται, «πετάει» όπως ο πρωτοπόρος αεροπόρος Αλέξανδρος Καραμανλάκης που έδωσε το όνομα στον δρόμο. Η διαφάνεια της κατασκευής οφείλεται στην ευρηματική χρήση διάτρητης λαμαρίνας αλουμινίου που αναπαράγει το μοτίβο της καγκελοποιίας της άψογα αποκατεστημένης αρχικής οικοδομής, λειτουργεί ως ενιαίο διάφραγμα με βιοκλιματικές ιδιότητες και ενδύει την τριώροφη νέα κατασκευή εξασφαλίζοντας διαφανή ομοιογένεια στο εξωτερικό και ιδιωτικότητα στο εσωτερικό.

Αναπάντεχη ιδέα οικοδόμησης στο οικιστικό μας περιβάλλον, το έργο αυτό είναι ένα από τα πιο επιτυχημένα παραδείγματα «προσθήκης» για τον πάντα έντονο διεθνή διάλογο πάνω στο θέμα.

Ο κύριος Ανδρέας Γιακουμακάτος είναι ομότιμος καθηγητής Αρχιτεκτονικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, μέλος της Accademia delle Arti del Disegno της Φλωρεντίας.