Συμφωνούμε νομίζω όλοι ότι το Μνημείο του «Αγνωστου Στρατιώτη» βρίθει σημαντικών συμβολισμών και οφείλει να τυγχάνει «σεβασμού». Αν και η νοηματοδότηση της έννοιας του «σεβασμού» οφείλει να είναι ευρεία και, κυρίως, ουσιαστική και πλήρης, δεχόμαστε ότι τούτο περιλαμβάνει και τη διαφύλαξη της αισθητικής και καθαριότητας του περιβάλλοντος χώρου. Αυτός ο σεβασμός, ως υποχρέωση κάθε πολίτη, ισχύει και για κάθε μνημείο αλλά και ιστορικό οίκημα και κτίριο στην πόλη της Αθήνας και σε όλη τη χώρα, κατά μείζονα λόγο συνεπώς για το συγκεκριμένο.
Δεν συγκαταλέγομαι στους επικροτούντες την «ελευθεριακή» μεταχείριση, καταστροφή και ασύδοτη χρήση του δημόσιου και ιδιωτικού χώρου γενικώς, και στην πολύπαθη πρωτεύουσα ειδικώς, η οποία βέβαια, ούτως ή άλλως, δυστυχώς δεν είναι αισθητικά και πρακτικά φιλική προς τον πολίτη. Τούτο πάντως δεν βλέπουμε διαχρονικά να έχει τύχει κάποιων αντίστοιχων αντανακλαστικών ευαισθησίας από τους ιθύνοντες.
Δεν τοποθετούμαι εδώ επί του θέματος της (προδήλως προβληματικής) νομιμότητας της επίμαχης νομοθετικής ρύθμισης ούτε επί της πολιτικά ενδεχομένως υστεροβούλως ληφθείσας πρωτοβουλίας και του ενοχλητικού χρονισμού της θέσπισής της. Επί του θέματος έχουν τοποθετηθεί αρμοδιότεροι εμού.
Επικεντρώνομαι στην ανάγκη πληρέστερης ανάδειξης των εκπεμπόμενων προσβολών προς το Μνημείο του «Αγνωστου Στρατιώτη», ήτοι του αφανούς και ανυστερόβουλου πολίτη, και στη σημειολογία της θυσίας του για την προάσπιση της πατρίδας αλλά και κάποιων βασικών αξιών που οφείλουν να διέπουν την κοινή μας συμβίωση. Κρίσιμη σε αυτό το πλαίσιο είναι η ανάδειξη των προσβολών που εκπέμπονται ενίοτε και από το κτίριο όπισθεν του Μνημείου, το οποίο και αυτό αξίζει μείζονος σεβασμού.
Ο υπεύθυνος δημόσιος λόγος, ειδικώς ο λόγος όλων ημών που έχουμε επιλέξει – δεν μας υποχρέωσε άλλωστε κανείς – να διδάσκουμε στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα του τόπου για τους θεσμούς και την προστασία τους, οφείλει να επισημάνει την αποστροφή που προκαλούν τα όσα ακούμε καθημερινά στην εξεταστική της Βουλής για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Παρελαύνουν μάρτυρες, πρώην και νυν αξιωματούχοι και περιφερόμενοι «ιθύνοντες», με προφανή διάθεση υποτίμησης της νοημοσύνης του πολίτη που τους ακούει συνοδευόμενη από πρόδηλη αταραξία όταν περιγράφουν το πώς συμμετείχαν ή και συμμετέχουν ακόμη στην κατάλυση κάθε έννοιας νομιμότητας. Αλλά και κάτι ίσως πιο λυπηρό εκπέμπουν: μια βαθιά πεποίθηση ατιμωρησίας, η οποία σφόδρα πιθανολογείται ότι θα επιβεβαιωθεί κιόλας.
Διερωτάται κανείς: Συνηθίσαμε αυτόν τον εκπεσμό; Οφείλουμε ή καλούμεθα μήπως να τον συνηθίσουμε; Εχει ενσκήψει και εγκαθίσταται σταδιακά αλλά και σταθερά ένας ιδιότυπος μιθριδατισμός, μια παραίτηση από ένα υγιές αίσθημα οργής και πεποίθησης ότι κάτι «άλλο» από αυτόν τον οχετό μπορεί και πρέπει να συνιστά το πλαίσιο λειτουργίας της κοινής μας Πολιτείας;
Εκπλήσσομαι: οι ανησυχούντες για την άνοδο του «αντισυστημισμού» θεωρούν ότι αυτό το ζοφερό θέαμα που εκτυλίχθηκε και εκτυλίσσεται δεν τον προάγει και τον ανατροφοδοτεί; Αλλά και η περίφημη «διανόηση» γιατί άραγε σιωπά; Την απασχολούν άλλα πιο σημαντικά θέματα; Ιδιωτεύει – απλώς απαθώς ή υστεροβούλως;
*Ο κ. Αντώνης Μεταξάς είναι καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.



