Ο ένας θα έκανε παρέλαση στο Κίεβο με τα κατοχικά του στρατεύματα μέσα σε «λίγες μέρες». Σε «λίγες μέρες» θα έφερνε και ο άλλος την ειρήνη. Και οι δυο τους, έτσι, σαν αστραπή. Οχι μόνο μήνες αλλά και χρόνια μετά τις υποσχέσεις, ο κύκλος του αίματος στην Ουκρανία παραμένει ανοικτός. Το ερώτημα τώρα δεν είναι μόνο εάν και πότε θα κλείσει. Είναι και από ποιους και πώς.
Τα πρόσωπα προδιαγράφουν τον τρόπο. Ούτε ο Βλαντίμιρ Πούτιν είναι ο κατακτητής που νόμιζε πως είναι, ούτε ο Ντόναλντ Τραμπ ο ειρηνοποιός που φαντασιωνόταν. Τι μένει; Μια διαπραγμάτευση στην οποία πολλοί εντοπίζουν ιστορικές αναλογίες. Μήπως μοιραστεί η Ουκρανία όπως μοιράστηκε κάποτε η Πολωνία; Εσύ τα εδάφη, εγώ τις σπάνιες γαίες. Μήπως παραδοθεί στο πιάτο, όπως παραδόθηκε κάποτε η Τσεχοσλοβακία ως «ζωτικός χώρος» και «σφαίρα επιρροής»; Διαμερισμός ή κατευνασμός. Και μπορεί κάτι τέτοιο, ό,τι και αν είναι, να βαφτιστεί «ειρήνη»;
Αυτό το τελευταίο ερώτημα είναι μάλλον φιλολογικό. Οποτε και όπως και αν κλείσει ο κύκλος του αίματος, η Ουκρανία δεν θα είναι αυτή που ήταν σε μια ήπειρο που δεν είναι αυτή που ήταν. Στην Ευρώπη επιβάλλεται από τους πρωταγωνιστές της επιστροφής στο δίκαιο της ισχύος η θέση του θεατή. Της επιβάλλεται ακόμη και η συνδρομή σε μια – φανταστική επί του παρόντος – μεταπολεμική Ουκρανία. Οι Ευρωπαίοι, λέει αυτό το φανταστικό σενάριο, θα είναι «οι κυανόκρανοι της ειρηνευτικής συμφωνίας».
Μόνο που κανένας στην Ευρώπη δεν μπορεί να πει στον Τραμπ και τον Πούτιν «Πρόεδροι, ιδού ο στρατός σας». Γνώστης της αμυντικής γεωγραφίας της Ευρώπης εξηγούσε πως στρατό προς ειρηνευτική εξαγωγή διαθέτουν μόνο οι Γάλλοι, οι Δανοί, οι Φινλανδοί και οι Ελληνες. Ολοι τους όμως με αστερίσκους. «Η Γαλλία», σημείωνε, «δύσκολα μπορεί να στείλει κάτι περισσότερο από ένα τάγμα. Η Ελλάδα μία και μόνο ειδική μονάδα. Η Φινλανδία δεν θα έμπαινε ποτέ στον πειρασμό να υπονομεύσει την αμυντική της θωράκιση απέναντι στη γειτονική Ρωσία. Ούτως ή άλλως, όμως, καμία από αυτές τις χώρες δεν μπορεί να δει να επαναπατρίζονται οι στρατιώτες της σε φέρετρα». Και η Δανία; «Είναι η μόνη που είδε να επιστρέφουν στρατιώτες της σε φέρετρα από το Ιράκ. Τώρα πια όμως οι σχέσεις της Κοπεγχάγης με την Ουάσιγκτον δεν είναι αυτές που ήταν την εποχή των πολέμων του Κόλπου. Τώρα έχει μεσολαβήσει η τραμπική βουλιμία για τη Γροιλανδία».
Ιδού ο στρατός μας, λοιπόν. Δεν έχει άλλο. Σε αυτή τη φάση και έπειτα από οκτώ ολόκληρες δεκαετίες αμυντικής αμεριμνησίας, οι ευρωπαϊκές χώρες μόλις που καταστρώνουν σχέδια εθελοντικής στράτευσης με «γυναίκες στο χακί» και με ορίζοντα το μακρινό 2030. Από την άλλη πλευρά, του μη έμψυχου υλικού, το ευρωπαϊκό αμυντικό πρόγραμμα SAFE κρίνεται «εξαιρετικά περίπλοκο» – θέλει δηλαδή τον χρόνο του σε μια Ευρώπη που ούτως ή άλλως είχε συνηθίσει να παίρνει τον χρόνο της ή μάλλον όλον τον χρόνο του κόσμου. Με άλλα λόγια, η άμυνα της Γηραιάς Ηπείρου βρίσκεται ακόμη στη φάση του χάους.
Δεν είναι ακριβώς το πέταγμα μιας πεταλούδας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού που προκάλεσε την καταιγίδα στη δική μας πλευρά. Το χάος προήλθε από την εκλογή ενός αμερικανού προέδρου, τόσο απρόβλεπτου εν τέλει ώστε κανένας δεν είχε προβλέψει πως θα έχτιζε μια ειδική σχέση με τη Ρωσία του Πούτιν σχεδόν διαλύοντας τη δυτική συμμαχία.
Δεν την είχαν προβλέψει ασφαλώς ούτε εκείνοι που σήμερα κατηγορούν την Αθήνα ως «επισπεύδουσα» στον πόλεμο της Ουκρανίας και υποστηρίζουν πως αρκεί να είσαι κάπως με τους Αμερικανούς, οπωσδήποτε με τους Ρώσους του «ξανθού γένους» και πάντα απαιτητικός απέναντι στην Ευρώπη για να τη βγάλεις καθαρή. Στο χάος δεν καθαρίζεις. Ελπίζεις – και κυρίως εργάζεσαι – για να νικήσει για ακόμα μία φορά η σωστή πλευρά της Ιστορίας.



