Πατέρα του ρομαντισμού χαρακτηρίζει τον Ζαν-Ζακ Ρουσό (1712-1778) ο Μπέρτραντ Ράσελ στην Ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας του. Το ίδιο και ο Χάρολντ Μπλουμ, που είχε αδυναμία στους ρομαντικούς (αλλά τους αγγλόφωνους ρομαντικούς, για να εξηγούμαστε), όμως έτερον εκάτερον. Ούτως ή άλλως η λογοτεχνική πλευρά του Ρουσό δεν τον ενδιέφερε.
Πέραν αυτού, τον ρομαντισμό τον προσεγγίζει «αμερικανικά» και όχι ευρωπαϊκά – με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δεν έχει τελικά σημασία αν ήταν ή όχι πατέρας του ρομαντισμού ο Ρουσό – μολονότι σε μεγάλο βαθμό ήταν. Το βέβαιο είναι πως ανήκει στις μεγάλες – και πρώιμες – μορφές του κινήματος, για το οποίο η ευαισθησία και η συναισθηματική συγκίνηση προηγούνται της σκέψης.
Και καλύτερη απόδειξη στο έργο του δεν είναι μόνο τα φιλοσοφικά αλλά και τα λογοτεχνικά έργα, μολονότι τον 18ο αιώνα, στον γαλλόφωνο κόσμο ιδίως, φιλοσοφία και λογοτεχνία δεν αποτελούσαν χωριστές περιοχές, παράδοση που συνεχίζεται ως τις μέρες μας. Κι από τα έργα αυτά ξεχωρίζει το μυθιστόρημα Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Gutenberg στην εμβληματική σειρά κλασικών έργων Orbis Literae.
Το ογκωδέστατο βιβλίο εκδόθηκε το 1761 και υπήρξε η μεγαλύτερη εκδοτική επιτυχία του 18ου αιώνα. Είχε τίτλο Επιστολές δύο εραστών, κατοίκων μιας μικρής πόλης στους πρόποδες των Αλπεων συλλεγμένες και εκδομένες από τον Ζαν-Ζακ Ρουσό. Θα έμενε γνωστό όμως με έναν άλλον τίτλο (που αρχικά ήταν ψευδότιτλος), Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα, που αναφέρεται στη δημοφιλή εκείνη την εποχή τραγική ιστορία του εξέχοντας φιλοσόφου του Μεσαίωνα Πέτρου Αβελάρδου (1079-1142) και της μαθήτριάς του Ελοΐζας ντ’ Αρζαντέιγ (1101-1164), η οποία υπήρξε και σύζυγός του.

Jean-Jacques Rousseau.Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα. Μετάφραση Eφη Κορομηλά. Εκδόσεις Gutenberg, 2024, τόμοι Α+Β, σελ. 607+594, τιμή 44 ευρώ (και οι δύο τόμοι)
Επιστολικές σχέσεις
Το μυθιστόρημα του Ρουσό έχει επιστολική μορφή. Αποτελείται ούτε λίγο ούτε πολύ από 167 επιστολές που είχαν ανταλλάξει δύο εραστές: η νεαρή Ιουλία, κόρη του βαρόνου Ντ’ Ετάνζ και ο δάσκαλός της (νεαρός κι αυτός) με το όνομα Σεν-Πρε. Το ερωτικό πάθος εκφράζεται με την καταιγιστική δράση (γνωρίσματα όλων των ρομαντικών μυθιστορημάτων που ακολούθησαν).
Η Ιουλία αντιστέκεται στον πειρασμό και δεν θέλει να πέσει στην αγκαλιά του Σεν-Πρε, που όχι μόνο είναι «κοινός», ανήκει δηλαδή σε κατώτερη τάξη, αλλά και διαμαρτυρόμενος. Eναν γάμο μαζί του ο αυστηρός πατέρας της Ιουλίας δεν θα τον επέτρεπε. Πέραν αυτού, ετοιμαζόταν να την παντρέψει με άλλον. Oταν εκείνη το πληροφορήθηκε, ενέδωσε στον έρωτά της και οι δύο νέοι έγιναν εραστές.
Από εδώ αρχίζει και η μεγάλη περιπέτεια. Την οικογένεια Ντ’ Ετάνζ την επισκέπτεται ο λόρδος Εντουαρντ, που προσπαθεί ματαίως να πείσει τον πατέρα της Ιουλίας να επιτρέψει τον γάμο της με τον Σεν-Πρε.
Η Ιουλία υπακούει στον πατέρα της και παντρεύεται με τον κατά αρκετά χρόνια μεγαλύτερό της κύριο Βολμάρ. Οι δύο νέοι χωρίζουν, η Ιουλία αποκτά δύο παιδιά με τον Βολμάρ κι ο Σεν-Πρε θα κάνει τον γύρο του κόσμου. Αλλά τέσσερα χρόνια αργότερα ο κύριος Βολμάρ προσλαμβάνει τον νεαρό Σεν-Πρε ως δάσκαλο των δύο αγοριών που απέκτησε με την Ιουλία. Ολα μπορούν να συμβούν σ’ ένα ρομαντικό μυθιστόρημα – και συμβαίνουν πολλά κι εδώ, που ο σημερινός αναγνώστης τα παρακολουθεί όχι ακριβώς με κομμένη την ανάσα αλλά με μεγάλο ενδιαφέρον από την αρχή ως το τέλος.
Εποχή αναβρασμού
Το επιστολικό μυθιστόρημα, το οποίο ήταν πολύ δημοφιλές στη Γαλλία του 18ου αιώνα, μας έδωσε κι άλλα δύο σημαντικά δείγματα: τις Περσικές επιστολές του Μοντεσκιέ και τις Επικίνδυνες σχέσεις του Λακλό (μολονότι τα τελευταία δεν είχαν τη σαρωτική επιτυχία του μυθιστορήματος του Ρουσό).
Αλλά η Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα δεν είναι μόνο ένα μυθιστόρημα ιδεών και παθών. Είναι και βιβλίο αντιπροσωπευτικό μιας εποχής αναβρασμού και κοινωνικών διεργασιών που οδήγησαν στη Γαλλική Επανάσταση.
Κάποια ευρήματα, ουσιώδη στην ανάπτυξη της πλοκής, ο σημερινός αναγνώστης θα τα θεωρούσε αντιφατικά. Γιατί, επί παραδείγματι, η Ιουλία και ο Σεν-Πρε που αγαπιούνταν με τόσο πάθος δεν φεύγουν στην Αγγλία όπου θα μπορούσαν να παντρευτούν; Πώς ο βαθιά θρησκευόμενος βαρόνος Ντ’ Ετάνζ παντρεύει την κόρη του με τον ενάρετο μεν αλλά άθεο κύριο Βολμάρ;
Αυτά τα ζητήματα είναι αντιπροσωπευτικά της προσωπικότητας του Ρουσό που ήταν η απόλυτη αντίφαση. Και δεν είναι τυχαίο που ο πλέον πιστός και παθιασμένος μαθητής του υπήρξε ο Ροβεσπιέρος, που ενώ όταν ήταν νεαρός δικηγόρος στο Αράς είχε επιδοθεί στον αγώνα για την κατάργηση της θανατικής ποινής, μεταβαίνοντας στο Παρίσι εξαπέλυσε την Τρομοκρατία στέλνοντας χιλιάδες στη λαιμητόμο.
Αντιφατικός αλλά σπουδαίος

Πορτρέτο του Ζαν-Ζακ Ρουσό από τον Μορίς Κεντέν ντε λα Τουρ (18ος αιώνας, Μουσείο Αντουάν – Λεκιγέ, Σεν Κεντέν).
Ο Ρουσό ήταν αντιφατικός μεν αλλά σπουδαίος, ακόμη κι όταν η ματαιοδοξία του τον οδηγούσε σε αποφάσεις που τον έβλαπταν. Ηταν φανατικός υπερασπιστής της ύπαρξης του Θεού αλλά προκάλεσε την μήνιν (και τους διωγμούς) καθολικών και προτεσταντών. Πίστευε ότι στη φωνή της καρδιάς είναι εγκατεστημένος ο νόμος της φύσης. Εγραψε την Ιουλία για να αποδείξει ότι η θεολογία της καρδιάς (αν υπάρχει τέτοιο πράγμα) είναι ίδια για όλους τους ανθρώπους – που βέβαια δεν είναι. Αυτός ο ολοκληρωτισμός του συναισθήματος βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με τη διακηρυγμένη πίστη του Ρουσό στη δημοκρατία, όπως εκφράζεται στο διασημότερο έργο του (στη χώρα μας τουλάχιστον), το Κοινωνικό συμβόλαιο.
Αυτά και πλείστα άλλα χαρακτηρίζουν το έργο εκείνης της σπάνιας προσωπικότητας στην παγκόσμια κουλτούρα. Αν γνωρίζει κανείς, λ.χ., τον περιπετειώδη βίο του, τις περιπλανήσεις του από χώρα σε χώρα και τις απίστευτες περιπέτειές του δεν απορεί που μας έδωσε ένα καταιγιστικό μυθιστόρημα σε επιστολική μορφή. Στο μυθιστόρημά του ωστόσο, όπως και στις φιλοσοφικές του πραγματείες, η φωνή του πάθους είναι έκφραση ελευθερίας, που έχει φυσιοκρατικό χαρακτήρα. Η Ιουλία υπακούει στον πατέρα της, όμως η φωνή της καρδιάς της δεν την εγκαταλείπει.
Ο έρωτας εδώ μοιάζει εξαρχής καταδικασμένος – αλλά επιβάλλεται. Αυτό εν τούτοις δεν σημαίνει ότι έχει αντικοινωνικό χαρακτήρα. Στο μυθιστόρημα τούτο αντιλαμβανόμαστε πως υπάρχει και κοινωνικό περιεχόμενο, σε σημείο που αναρωτιέται κανείς αν πρόκειται για λογοτεχνικό ή μεταμφιεσμένο φιλοσοφικό έργο. Πιστεύω πως έχει κεντρικό ρόλο στο συνολικό έργο του Ρουσό γιατί είναι και τα δύο. Συμπερασματικά: οι κοινωνικές αξίες είναι σεβαστές μόνο όταν ανταποκρίνονται στις εσωτερικές ανάγκες και τις αξίες του ατόμου.
Κρίση εξουσίας
Ο Ρουσό έλεγε πως είναι αμαρτωλός χωρίς να είναι βέβαιο πως το πίστευε κιόλας. Είχε όμως μιαν αλάνθαστη αίσθηση του τι ήθελε και τι συγκινούσε το κοινό. Εκείνα τα χρόνια η επίδραση της αμαρτίας, της μετάνοιας και της συγχώρησης ήταν πολύ διαφορετικά από αυτό που είναι σήμερα, αλλά παρά ταύτα βρίσκονταν σε κρίση.
Κρίση εξουσίας βέβαια, κοσμικής και θρησκευτικής, γι’ αυτό και το έργο του Ρουσό λειτούργησε ως προάγγελος της Γαλλικής Επανάστασης.
Υπάρχει αισθησιασμός στο μυθιστόρημα τούτο, ακόμη και στις φιλοσοφικές, κοινωνικές και θεολογικές αναφορές που βρίθουν στις επιστολές. Αλλά ο αισθησιασμός, ανεξαρτήτως του ότι εμφανίζεται στο ας πούμε πνευματικό επίπεδο, είναι έκφραση του αυθεντικού, οι αρχές του οποίου απασχόλησαν τον Ρουσό σε όλο σχεδόν το έργο του – μολονότι στην προσωπική του ζωή δεν τις τηρούσε. Και δεν έλεγε πάντα την αλήθεια.
Εχουν περάσει πάνω από δυόμισι αιώνες από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε η Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα. Εργο που μετά από τόσα χρόνια αξίζει να διαβάζεται και ως καθαρό μυθοπλαστικό ανάγνωσμα αλλά και ως τεκμήριο μιας εποχής που άλλαξε τον κόσμο – τον δυτικό τουλάχιστον. Είναι τόσο μακριά και ταυτοχρόνως τόσο κοντά μας. Και τούτο μπορούν να το επιτύχουν μόνο οι σπουδαίοι και οι εκλεκτοί όπως ήταν ο Ζαν-Ζακ Ρουσό.
Το θαύμαζε και ο Ναπολέων
Στην εποχή της η Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα θεωρήθηκε μεγάλη λογοτεχνία. Σήμερα παραμένει ένα κλασικό εμβληματικό έργο, τουλάχιστον για τους υποψιασμένους αναγνώστες (οι οποίοι δεν είναι διόλου λίγοι). Τα μεγάλα έργα δε είναι προορισμένα να μένουν σκονισμένα στο ράφι και αδιάβαστα. Το μυθιστόρημα αυτό επιπλέον οδηγεί σε διπλή ανάγνωση: την πρώτη ως καθαυτό κείμενο και τη δεύτερη με παράλληλη ανάγνωση των αμέτρητων σημειώσεων του συγγραφέα. Αλλά κι αυτές δεν ήταν αρκετές.
Η άξια μεταφράστρια Εφη Κορομηλά, η οποία έκανε πραγματικά μοναστηρίσια δουλειά, φρόντισε να τις συμπληρώσει και με δικές της. Πρόσθεσε συν τοις άλλοις κι ένα σημείωμα όπου περιγράφει ευσύνοπτα την πραγματική ιστορία του Αβελάρδου και της Ελοΐζας.
Δεν είναι τυχαίο που ως τα τέλη του 18ου αιώνα το βιβλίο αυτό έκανε 70 εκδόσεις και ότι μετά την κυκλοφορία του ο εκδότης δυσκολευόταν να ανταποκριθεί στη ζήτηση που δεν περιοριζόταν μόνο στις γαλλόφωνες χώρες αλλά παρουσιαζόταν μεγάλη τόσο στη Βρετανία όσο και στον γερμανόφωνο κόσμο.
Είναι από πολλές πλευρές ένα βιβλίο ευρωπαϊκό, όπως Ευρωπαίος, αν και ιδιότυπος και πλάνης κατά συνθήκη ή εξ ανάγκης, υπήρξε και ο συγγραφέας του. Εκανε τόσο μεγάλη αίσθηση που ενθουσίασε κι έναν δύσκολο χαρακτήρα, τον Αρτουρ Σοπενάουερ, που ήταν γενικά πολύ αυστηρός στις κρίσεις του.
Ο Ρουσό επηρεάστηκε από τον Μοντεσκιέ και τον Λοκ αλλά η δική του επίδραση, ιδιαίτερα στις νεότερες εποχές – και κυρίως στην εποχή μας – είναι μεγαλύτερη. Αξίζει να θυμίσουμε την επίδραση αυτού του μυθιστορήματος, όπως και του Αιμίλιου, στη θεωρία περί ηθικής του Καντ. Δεν είναι ίσως περιττό να προσθέσω πως ο Ναπολέων, όταν ήταν εξόριστος στο νησί της Αγίας Ελένης, συνήθιζε να διαβάζει στους συνδαιτυμόνες του αποσπάσματα από την Ιουλία.





