«Να έχεις ένα χαρτί στα χέρια σου». Πόσες φορές έχει αντηχήσει αυτή η φράση σε κάθε ελληνικό σπίτι; Οι γονείς μιας κάποιας άλλης γενιάς είχαν -όχι άδικα- ταυτίσει την εξασφάλιση των παιδιών τους με εκείνο το πολυπόθητο χαρτί που όταν πια ερχόταν το περίμενε περίοπτη θέση στον τοίχο του καθιστικού. Οι εποχές όμως καλπάζουν και το πτυχίο που κάποτε άνοιγε πόρτες και διασφάλιζε το επαγγελματικό μέλλον, χάνει την παντοδυναμία του ως μοναδικό εχέγγυο.

Ξαφνικά, χιλιάδες νέοι και νέες πηγαίνουν στην πρώτη δουλειά τους και νιώθουν μια ανεξήγητη ανεπάρκεια, έπειτα από χρόνια σπουδών. Χιλιάδες οι νέοι που νιώθουν να στέκονται στην αρχή μιας απότομης πλαγιάς ενώ επιτακτικά καλούνται να την κατέβουν δίχως προστατευτικά.

Τι βιώνουν; Ένα υπαρκτό κενό ανάμεσα σε αυτά που ξέρουν και σε αυτά που ζητά η αγορά εργασίας. Με απλά λόγια, το skill gap είναι η απόσταση μεταξύ των δεξιοτήτων που έχει κανείς και εκείνων που ζητούν οι εργοδότες.

Για να προλάβουμε λανθασμένα συμπεράσματα, αυτό που ισχύει στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο από μία αδυναμία άμεσης προσαρμογής του εκπαιδευτικού μας συστήματος σε ένα κόσμο που αλλάζει ταχύτατα.

Hard και soft skills

Η ανώτατη εκπαίδευση καλείται να γεφυρώσει αυτό το χάσμα μεταξύ τεχνικών δεξιοτήτων (hard skills) και soft skills.

  • Τεχνικές δεξιότητες: ψηφιακές δεξιότητες, data & AI literacy, γλώσσες προγραμματισμού, project management κα.
  • Soft skills: επικοινωνία, συνεργασία, προσαρμοστικότητα, δημιουργική σκέψη κα.

Hard και soft skills είναι απόλυτα συνδεδεμένα. «Οι τεχνικές δεξιότητες στα ελληνικά πανεπιστήμια αναπτύσσονται σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό, όμως τους λείπει ένα μεγάλο κομμάτι πρακτικής προοπτικής, πρακτικής διάστασης. Υπάρχουν εξαιρετικοί καθηγητές στο ελληνικό πανεπιστήμιο και σοβαροί ερευνητές, όμως χρειαζόμαστε γνώση που θα είναι εφαρμόσιμη την άλλη μέρα στη δουλειά.

Στα soft skills έχουμε σοβαρό θέμα. Η επιστήμη αναζητά ακόμα τις απαντήσεις στο γιατί η Gen Z δεν επικοινωνεί τόσο καλά γραπτά και προφορικά. Αν έχετε έναν άνθρωπο ο οποίος είναι εξαιρετικός μηχανικός, έχει τελειώσει με 9 το Πολυτεχνείο και έχει εξαιρετικά technical skills, όμως δεν έχει τα soft skills να το υποστηρίξει όλο αυτό – δηλαδή να μπει σε μια ομάδα, να μπορεί να δουλέψει με την ομάδα, να μπορεί να συνεργαστεί, να μπορεί να οργανώσει την ίδια τη δουλειά του- τότε υπάρχει σοβαρό πρόβλημα.

Δεν αρκεί να ξέρει τι σημαίνει δίκτυα, το κρίσιμο ζήτημα είναι να ξέρει πώς θα εφαρμόσει τη γνώση και πώς θα δουλέψει ως μέρος μιας ομάδας. Δεν υπάρχει κανένα νόημα να έχεις τον καλύτερο σε έναν τομέα και να μην μπορεί να επικοινωνήσει αυτά που κάνει», αναφέρει στο ΒΗΜΑ ο Δημήτρης Μεγρέμης, Director Career Services του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.

Σύμφωνα με νέα έκθεση (Cengage Group 2025 Graduate Employability Report) που δημοσιεύει το Forbes, μόνο το 30% των αποφοίτων πανεπιστημίου του 2025 και το 41% των αποφοίτων του 2024 βρήκαν θέσεις εργασίας αρχικού επιπέδου στον τομέα τους, ενώ το 48% αισθάνθηκε απροετοίμαστο να υποβάλει αίτηση για τέτοιες θέσεις.

Η έκθεση υποστηρίζει ότι οι πρόσφατοι απόφοιτοι αντιμετωπίζουν την πιο δύσκολη αγορά εργασίας για αρχάριους των τελευταίων πέντε ετών. Το πρόβλημα της αγοράς επιδεινώνεται από τη μείωση των δυνατοτήτων πρόσληψης και τα κενά στην ετοιμότητα των πρακτικών δεξιοτήτων.

Ο ρόλος της ανώτατης εκπαίδευσης στο χάσμα δεξιοτήτων

Το διευρυνόμενο χάσμα στην ετοιμότητα για την επαγγελματική σταδιοδρομία, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη ζήτηση για αναβάθμιση των δεξιοτήτων που προκαλείται από τεχνολογικές εξελίξεις όπως η τεχνητή νοημοσύνη, δημιουργεί μια επείγουσα ανάγκη να επανεξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο προετοιμάζει η ανώτατη εκπαίδευση τους φοιτητές για τη μελλοντική απασχόληση.

Όταν οι άνθρωποι μπορούν να αξιοποιήσουν τις δεξιότητές τους στην εργασία, δεν κερδίζουν μόνο εισόδημα, αλλά σκοπό και σταθερότητα που συνοδεύει την οικοδόμηση μιας βιώσιμης καριέρας.

«Η ανώτατη εκπαίδευση δεν μπορεί να είναι αποκομμένη από τις σύγχρονες ανάγκες, όπως αυτές προκύπτουν μέρα τη μέρα. Η ανώτατη εκπαίδευση χρειάζεται μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση», τονίζει ο Δημήτρης Μεγρέμης.

Και συμπληρώνει: «Η ανώτατη εκπαίδευση οφείλει πλέον να δημιουργεί μία πάρα πολύ καλή βάση και γνώση κάποιων θεμελιωδών αρχών που διέπουν την κάθε επιστήμη. Το να εξειδικευτεί κανείς, να μπει πιο βαθιά μέσα στην ειδική γνώση που χρειάζεται το εκάστοτε αντικείμενο, μπορεί να το κάνει δουλεύοντας με παράλληλες πιστοποιήσεις και συνεχείς εκπαιδεύσεις πάνω στα καινούργια εργαλεία που αναπτύσσονται. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει».

Πώς μπορεί η ανώτατη εκπαίδευση να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στη γεφύρωση του χάσματος; Μαγική συνταγή δεν υπάρχει, υπάρχουν όμως βήματα που θα οδηγήσουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα.

  • Επικαιροποίηση προγραμμάτων σπουδών για να ανταποκρίνεται στις νέες απαιτήσεις, ώστε οι απόφοιτοι να έχουν τα εφόδια που χρειάζονται.
  • Διασύνδεση των πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας ώστε να διασφαλιστεί ότι η εκπαίδευση είναι σχετική με τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας.
  • «Επένδυση» στα soft skills ως αναγκαίο προαπαιτούμενο.
  • Παροχή ευκαιριών για πρακτική άσκηση, εθελοντισμό και mentoring με στόχο την απόκτηση εμπειρίας πέρα από τη θεωρητική γνώση.

Το αμερικανικό σύστημα

Ο κ. Μεγρέμης στέκεται ιδιαίτερα στην επικαιροποίηση των προγραμμάτων σπουδών και επισημαίνει: «Το αμερικανικό σύστημα δίνει καταρχάς το δικαίωμα στον φοιτητή για 1/1,5 χρόνο να μην έχει αποφασίσει τι θέλει να κάνει, ποιες σπουδές θέλει να ακολουθήσει. Άρα λοιπόν λαμβάνει εκπαίδευση πάνω σε θέματα που έχουν να κάνουν με το liberal education, κάτι που του δίνει τη δυνατότητα να καλλιεργήσει την προσωπικότητά του, να καλλιεργηθεί ως άνθρωπος.

Τα παιδιά στην Ελλάδα, αλλά και τα παιδιά στην Ευρώπη, δεν είναι σαν τη δικιά μου τη γενιά που έλεγε έγινες γιατρός και τελείωσες. Τα παιδιά σήμερα -χαρακτηρίζω τη νέα γενιά “τιμωρία” των προηγούμενων- δεν έχουν καμία σχέση με αυτό».

Υπάρχουν πια πολλά παιδιά που έχουν τελειώσει το ελληνικό πανεπιστήμιο και επιλέγουν την αμερικανική εκπαίδευση για ένα δεύτερο πτυχίο, είτε σε έναν τελείως διαφορετικό κλάδο, είτε σε αυτόν που έχουν ήδη σπουδάσει και θέλουν μια μεγαλύτερη προσαρμογή.

«Έχουμε 1200 παιδιά που κάνουν minor (υποειδίκευση). Τι σημαίνει αυτό; Ότι σπουδάζουν στο ελληνικό πανεπιστήμιο και ταυτόχρονα παρακολουθούν ένα πρόγραμμα παράλληλων σπουδών στο Αμερικάνικο Κολλέγιο. Εξειδίκευση και πρακτικό κομμάτι που σε μεγάλο βαθμό λείπει από το ελληνικό πανεπιστήμιο».

Η δια βίου μάθηση ως απόλυτη ανάγκη

Έρευνα που διεξήχθη από τους Financial Times αποκαλύπτει τις βασικές δεξιότητες που αναζητούν οι κορυφαίοι εργοδότες από τους αποφοίτους MBA. Αυτές περιλαμβάνουν την ικανότητα να συνεργάζονται με ένα ευρύ φάσμα ανθρώπων, τη διαχείριση του χρόνου και την ικανότητα να θέτουν προτεραιότητες, την κατανόηση του ψηφιακού αντίκτυπου στις επιχειρήσεις, την ικανότητα να δημιουργούν, να διατηρούν και να επεκτείνουν ένα δίκτυο ανθρώπων, καθώς και την ικανότητα να επιλύουν σύνθετα προβλήματα.

Το χάσμα δεξιοτήτων του 21ου αιώνα είναι όντως μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ανώτατης εκπαίδευσης καθώς πρέπει διασφαλιστεί ότι θα γίνει ζωτικό συστατικό του ευρύτερου συστήματος δεξιοτήτων.

«Όποιος πιστεύει ότι απλώς πήρε ένα πτυχίο και τελείωσε, απλώς πλανάται πλάνην οικτράν. Η δια βίου μάθηση πάντα ήταν ζητούμενο, τώρα όμως παίρνει μία άλλη διάσταση, αυτή της απόλυτης ανάγκης.

Να σας δώσω ένα παράδειγμα: Ένας φοιτητής πληροφορικής ξεκινάει το πρώτο έτος να σπουδάσει και είναι πιθανόν μέχρι να φτάσει στο πέμπτο έτος, αυτά που έμαθε τέσσερα χρόνια πριν να μην είναι πλέον ενημερωμένα.

Και κάτι ακόμα το οποίο όμως δεν αφορά τη νέα γενιά μόνο, αφορά όλες τις γενιές. Υπάρχει σοβαρό θέμα με τα hard skills πια στους Gen X και στους Millennials. Η δικιά μου γενιά δεν μπορεί να παρακολουθήσει την εξέλιξη των τεχνολογικών δεδομένων κι άρα θα πρέπει να γίνει ή upskilling (επανακατάρτιση) ή reskilling (απόκτηση νέων δεξιοτήτων).

Θα πρέπει να δούμε με ποιο τρόπο αυτή η γενιά, οι 45+ θα πρέπει να ξαναβρεί και να γνωρίσει πράγματα τα οποία πλέον η καθημερινότητα. Το να ξέρεις να χρησιμοποιείς το ChatGPT δεν είναι “πολυτέλεια”, είναι απόλυτα απαραίτητο», αναφέρει ο κ. Μεγρέμης.