Τα γλυπτά του Παρθενώνα πίσω από πλούσιες ροτόντες, σαμπάνιες και διάσημα ονόματα στα ροζ: το «Pink Ball» («Ροζ Χορός») του Βρετανικού Μουσείου ήρθε για να μείνει. Υπερπολυτελείς εξιώσεις, στο πνεύμα αυτής που πραγματοποιήθηκε πρώτη φορά το περασμένο Σάββατο στο Λονδίνο θέτοντας ξανά επί τάπητος το ζήτημα του «fundraising» στα μουσεία παγκοσμίως και τον τρόπο με τον οποίο αυτό διεξάγεται, δεν είναι ασυνήθιστες. Βεβαίως και είναι θεμιτές όταν αγγίζουν την ίδια την οικονομική επιβίωση του μουσείου, αλλά υπό ποιους όρους και ποιες οι παράμετροι που τους ορίζουν; Το ερώτημα προκύπτει συχνά πυκνά και αγγίζει θέματα προστασίας, ασφάλειας και ηθικής εντός των μουσειακών χώρων που φιλοξενούν τα μεγαλεπήβολα γκαλά συγκέντρωσης χρηματικών πόρων.

«Όσοι διαθέτουν οικονομική και μορφωτική επιφάνεια ανά την οικουμένη, δεν θα πρέπει να ξοδεύουν τα χρήματα με τρόπο που τελικά θα παρεμποδίζει την επιστροφή και επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα στο σώμα του ίδιου του μνημείου». Νίκος Σταμπολίδης

«Το θέμα δεν είναι εάν πρέπει ή δεν πρέπει να γίνονται εκδηλώσεις στα μουσεία, αλλά πώς πρέπει να γίνονται», εξηγεί στο ΒΗΜΑ ο καθηγητής Νικόλαος Χρ. Σταμπολίδης, γενικός διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης.

Όπως σημειώνει ο κος Σταμπολίδης, χρειάζεται και ο ανάλογος σεβασμός: «Ο ελληνικός πολιτισμός υπήρξε πάντα πολιτισμός του λόγου και του διαλόγου, χωρίς δογματισμούς. Όσον αφορά στην εκδήλωση του Βρετανικού Μουσείου, όποιος θέλει να γίνει συνδαιτυμόνας των θεών, θα πρέπει να δείχνει και τον ανάλογο σεβασμό. Φυσικά τα μουσεία χρειάζονται οικονομική υποστήριξη, όμως σε οποιαδήποτε περίπτωση, όσοι διαθέτουν οικονομική και μορφωτική επιφάνεια ανά την οικουμένη, δεν θα πρέπει να ξοδεύουν τα χρήματα με τρόπο που τελικά θα παρεμποδίζει την επιστροφή και επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα στο σώμα του ίδιου του μνημείου. Διαφορετικά, κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν ως συνένοχοι».

Από την πλευρά του το Βρετανικό Μουσείο, μετά από ερώτηση δημοσιογράφων χθες, δεν θέλησε να σχολιάσει τίποτα από όλα αυτά. Έτσι, δεν απάντησε στη δήλωση της Υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη, που έκανε λόγο για χρήση των γλυπτών του Παρθενώνα ως «διακοσμητικών στοιχείων» σε πολυτελές δείπνο με επώνυμους προσκεκλημένους, χαρακτηρίζοντας την κίνηση «προσβλητική» λόγω αδιαφορίας από την πλευρά του Μουσείου απέναντι την ασφάλεια, την ακεραιότητα και την ηθική των μνημείων (τον Φεβρουάριο του 2024 είχε πραγματοποιηθεί στην Duveen Gallery, μπροστά από τα Γλυπτά του Παρθενώνα, επίδειξη μόδας αφιερωμένη στη Μαρία Κάλλας, προκαλώντας πάλι τότε την αντίδραση της Αθήνας σε υψηλούς τόνους).

View this post on Instagram

A post shared by Mareva Grabowski-Mitsotaki (@marevagrabowskimitsotaki)

Τον γύρο της δριμείας κριτικής αυτή τη φορά στην Ελλάδα, άνοιξε χθες η σύζυγος του Έλληνα πρωθυπουργού, Μαρέβα Γκραμπόφκσι Μητσοτάκη, με σχετική ανάρτησή της στα social media. Μάλιστα και η πρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών, Τζάνετ Σούζμαν, δήλωσε ότι «η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη δεν έχει άδικο να διαμαρτύρεται, χαρακτηρίζοντας το δείπνο προκλητικό» και ότι «τα Γλυπτά εκπέμπουν ισχύ μέσα από την ακινησία και το συμβολισμό τους». Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι η κα Σούζμαν διεύρυνε τη συζήτηση μιλώντας για την απήχηση που μπορεί να έχει στον μέσο πολίτη μια τέτοια εκδήλωση σε σχέση με την παρουσία των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο.

Το Βρετανικό Μουσείο, το λαμπερό γκαλά και τα γλυπτά του Παρθενώνα

Γυρνώντας λίγο πίσω στον χρόνο όταν ο Νίκολας Κάλιναν διορίστηκε διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου το καλοκαίρι του 2024, μετά το σκάνδαλο της κλοπής 2000 τεχνουργημάτων από το Μουσείο το 2023, είχε εκφράσει την ελπίδα να οικοδομήσει μια υγιή μακροπρόθεσμη συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση σχετικά με το μέλλον των Γλυπτών του Παρθενώνα.

Ωστόσο αυτή η συνεργασία δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα, αλλά περνάει αναταράξεις, όπως προκύπτει από τα γεγονότα των ημερών. Το λαμπερό γκαλά της 18ης Οκτωβρίου στην Duveen Gallery αποσκοπούσε στη συγκέντρωση πόρων κυρίως για την ενίσχυση των διεθνών προγραμμάτων και συνεργασιών του Μουσείου. Μέρος αυτών των πόρων θα διατεθούν για την πολυδάπανη και ήδη πολυσυζητημένη μεταφορά της Ταπισερί της Μπαγιέ, κειμήλιο του 11ου αιώνα μήκους 70 μέτρων, που απεικονίζει την κατάκτηση της Αγγλίας από τους Νορμανδούς και βγαίνει για πρώτη φορά εκτός Γαλλίας για να μεταφερθεί ως δάνειο στο Βρετανικό Μουσείο, όπως έχει συναινέσει ο Εμανουέλ Μακρόν.

Ποια είναι η λογική όμως πίσω από το «Pink Ball» («Ροζ Χορός») του Βρετανικού Μουσείου; Θα επαναληφθεί κάτι ανάλογο; Βεβαίως και θα γίνει ξανά όσες επικρίσεις κι αν δέχονται οι ιθύνοντες Βρετανοί σχετικά με τη διαχείριση των πολύτιμων μνημειακών εκθεμάτων του μουσείου. Σαμπάνια, χορός και πεντανόστιμα ινδικά εδέσματα συνόδεψαν την συγκεκριμένη διοργάνωση, την πρώτη στο είδος της στο Λονδίνο, με διαστάσεις «εμβληματικού εθνικού γεγονότος» και βλέψεις να καθιερωθεί στα πρότυπα του αμερικανικού Met Gala στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, αλλά υπό το πνεύμα του βρετανικού κοσμοπολιτισμού. Αυτό σύμφωνα με τη στρατηγική που υφαίνει ο Νίκολας Κάλιναν γύρω από το μέλλον του Βρετανικού Μουσείου.

Οι αριθμοί είναι χαρακτηριστικοί των στόχων: 800 προσκεκλημένοι πλήρωσαν το Σάββατο 18 Οκτωβρίου από 2.000 στερλίνες έκαστος, για να διασκεδάσουν υπό το ακλόνητο βλέμμα σπουδαίων έργων τέχνης από όλο τον κόσμο. Στα ροζ εμφανίστηκαν σημαντικές προσωπικότητες από τον κόσμο της μόδας, της τέχνης και του πολιτισμού – Ναόμι Κάμπελ και Αλέξα Τσανγκ, Μιούτσια Πράντα και Μανόλο Μπλάνικ, Στιβ ΜακΚουίν και Γκρέισον Πέρι, αλλά και Κριστίν Σκοτ Τόμας από την αγγλική αφρόκρεμα του θεάτρου και του κινηματογράφου, για να αναφέρουμε μερικούς από τους επώνυμους που βρέθηκαν στην Duveen Gallery όπου στεγάζονται τα γλυπτά του Παρθενώνα.

Η Κριστίν Σκοτ Τόμας στο «Pink Ball» του Βρετανικού Μουσείου.

Ευελιξία, επιχειρηματικότητα και στο βάθος η Ταπισερί της Μπαγιέ

Η εκδήλωση συνδιοργανώθηκε από την Ίσα Αμπάνι, πολυτάλαντη Ινδή «επιχειρηματία, φιλάνθρωπο και προστάτιδα των τεχνών», η οποία τυγχάνει να είναι και η κόρη του πλουσιότερου ανθρώπου της Ασίας. Ο όμιλος Reliance Industries του Μουκές Αμπάνι, που δραστηριοποιείται στον τομέα της ενέργειας, χρηματοδότησε την πρόσφατη έκθεση του μουσείου για την Αρχαία Ινδία.

Όπως σημειώνει ο Guardian σε εκτενές ρεπορτάζ, Αμπάνι και Κάλιναν αξιοποίησαν το δίκτυο επαφών τους ώστε η λίστα των «μελών της επιτροπής» να περιλαμβάνει επίσης τους Μάνγκαλαμ Μπίρλα, δισεκατομμυριούχο πρόεδρο του ινδικού βιομηχανικού ομίλου Aditya Birla Group, Ρατζίμπ Σαμντάνι, βιομήχανο και συλλέκτη έργων τέχνης από το Μπαγκλαντές, καθώς και την «επιχειρηματία του λαϊφστάιλ» Έισα Μπχάρτι Πασριχά, κόρη του Ινδού δισεκατομμυριούχου βιομήχανου Σουνίλ Μπχαρτί Μιτάλ.

Οι προαναφερθέντες μαζί με άλλους επιχειρηματίες, χορηγούς των τεχνών και επενδυτές, θα μπορούσαν να προσφέρουν υψηλές τιμές σε δημοπρατούμενα αντικείμενα, όπως ένα πορτρέτο κατοικίδιου ζωγραφισμένο από την Τρέισι Εμίν, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Μουσείου ή μια αποκλειστική ξενάγηση στο διαμέρισμα της Coco Chanel στην οδό Rue Cambon 31 στο Παρίσι. Περί το 70% των παρευρισκόμενων δεν είχαν προηγούμενη σχέση με το μουσείο, σύμφωνα με τον Κάλιναν, κάτι που σίγουρα εκείνος επιθυμεί να αλλάξει.

Από το λαμπερό Pink Gala του Βρετανικού Μουσείου.

Ενώ οι προηγούμενοι διευθυντές του Βρετανικού Μουσείου ήταν πιο επιφυλακτικοί όσον αφορά την συγκέντρωση χρημάτων για το μουσείο, ο Κάλιναν δεν φοβάται να εξηγήσει ότι τα οικονομικά του Βρετανικού Μουσείου «απαιτούν να είσαι αρκετά ευέλικτος στη σκέψη σου και αρκετά επιχειρηματικός».

Δεδομένης της σαφής μείωσης κατά 18% της βασικής χρηματοδότησης για οργανισμούς τέχνης και πολιτισμού μεταξύ των ετών 2010 και 2023 στη Βρετανία και του δυσμενούς κλίματος που επικρατεί γύρω από αυτή την εξέλιξη, φανταχτερές διοργανώσεις όπως το ροζ γκαλά του περασμένου Σαββάτου, σαφώς και θα επεκταθούν στο άμεσο μέλλον.

Κατά πώς σημειώνει στον Guardian ο Τόμας Μαρκς, σύμβουλος στρατηγικής που συνεργάζεται με μουσεία: «Σήμερα είναι απολύτως απαραίτητο οι διευθυντές μουσείων και οι ανώτερες διοικητικές ομάδες να ενσωματώσουν μια νοοτροπία ανάπτυξης στις οργανωτικές δομές τους. Αυτή τη στιγμή η συζήτηση για τη χρηματοδότηση είναι ένα θέμα που πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο της καθημερινής εργασίας κάθε μουσείου.»

Η «ευελιξία σκέψης» και η στρατηγική συγκέντρωσης χρημάτων του Νίκολας Κάλιναν έχει αναπόφευκτα προσελκύσει κριτική. Καθώς το μουσείο έχει ήδη συνάψει μια δεκαετή συμφωνία ύψους 50 εκατομμυρίων λιρών με την BP για τη χρηματοδότηση ενός «γενικού σχεδίου» αναδιαμόρφωσης του, η οργάνωση Culture Unstained εκτοξεύει πυρά στη συνεργασία με την οικογένεια Αμπάνι, «της οποίας ο πλούτος προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα και τα πετροχημικά της Reliance Industries».

Ανεξάρτητα από τις αντιδράσεις και εφόσον η Ταπισερί της Μπαγιέ θα βρίσκεται στη θέση της στο Βρετανικό Μουσείο τον Οκτώβριο του 2026, ο Κάλιναν επιβεβαιώνει ότι τα γκαλά συγκέντρωσης πόρων θα συνεχιστούν. Με την ταπισερί, για την οποία πολλοί Γάλλοι έχουν εκφράσει δυσαρέσκεια που θα βγει εκτός Γαλλίας, στο φόντο, αναμένονται κι άλλες διασημότητες και περισσότεροι πλούσιοι άνθρωποι στις αίθουσες του μουσείου.