Στις 12 Οκτωβρίου 1944 ολοκληρώνεται μια από τις πιο κρίσιμες σελίδες της νεότερης ελληνικής ιστορίας, η αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Αθήνα και η απελευθέρωση της πόλης.
Η Κατοχή είχε διαρκέσει περισσότερο από τρία χρόνια και είχε αφήσει πίσω της βαθιές πληγές, ανθρώπινες, κοινωνικές και πολιτικές.
Σαράντα ένα χρόνια αργότερα, στις 29 Οκτωβρίου 1985, ο δημοσιογράφος Κώστας Σταματίου, δημοσίευσε στα «ΝΕΑ» ένα μεγάλο αφιέρωμα με τίτλο «Η αλήθεια για την Απελευθέρωση της Αθήνας».
Στο κείμενο αυτό, ο Σταματίου συνδυάζει ιστορική ανάλυση και προσωπική μαρτυρία, μεταφέροντας το κλίμα των ημερών που έκλεισε οριστικά η περίοδος της Κατοχής.
Αρχικά, τοποθετεί τα γεγονότα μέσα στο πολιτικό και στρατιωτικό πλαίσιο των τελευταίων εβδομάδων της Κατοχής.
Το «σκηνικό» πριν την Απελευθέρωση
Λίγο πριν την Απελευθέρωση, η Ελλάδα βρίσκεται σ’ ένα ρευστό πολιτικοστρατιωτικό σκηνικό. Οι Γερμανοί αποχωρούν σταδιακά, αφήνοντας πίσω τους τα Τάγματα Ασφαλείας και πόλεις εγκλωβισμένες σε συνθήκες φόβου και φτώχειας:
«Με εξαίρεση την Ήπειρο, όπου επικρατούσε ο Ζέρβας, τη Μακεδονία και Θράκη, όπου οι Βούλγαροι “έτρωγαν το χρόνο”, μερικά νησιά που κρατούσαν με τα δόντια οι Γερμανοί, τα κενά εξουσίας που δημιουργούνται στον κορμό της Ελλάδας πλήρωνε αυτόματα ο ΕΛΑΣ, που ενωνόταν με τις τοπικές οργανώσεις: ΚΚΕ, “εφεδρικός”, ΕΠΟΝ, Εθνική Αλληλεγγύη. Με δυο λόγια: Σεπτέμβρη-Οχτώβρη του ’44, ο συσχετισμός δυνάμεων “επί του πεδίου” ήταν κυριολεκτικά συντριπτικός υπέρ του ΕΑΜ και των παρακλαδιών του.
»Πανικόβλητος, αλλά και παμπόνηρος και αεικίνητος, ο Γεώργιος Παπανδρέου βρίσκεται από τις 7 του Σεπτέμβρη στην Ιταλία, “στο δρόμο για την Ελλάδα”. Χαλάει κυριολεκτικά τον κόσμο για να ανατρέψει αυτή την ολοφάνερη ανισορροπία δυνάμεων. Τηλεγραφεί στον Γεώργιο Β’, στον Τσώρτσιλ, στην πρεσβεία του Λονδίνου, “μανουβράρει” τους σύμμαχους αρχιστράτηγους, “ξεγελάει” τον ΕΛΑΣ, το ΚΚΕ, υπονομεύει, υπόσχεται, απειλεί, εκβιάζει – κάνει τα πάντα για να υποτάξει το πανίσχυρο ΕΑΜ στην εντελώς “σκιώδη” κυβέρνησή του και τους συμμάχους.
»Οι τελευταίοι, μέσω του ̓Αγγλου υπουργού Εξωτερικών Ήντεν είχαν ειδοποιήσει ήδη την 7η Αυγούστου 1944:
“Ούτε καν υπαινιγμός θα έπρεπε να δοθεί στη δημοσιότητα για οποιαδήποτε πρόθεση να σταλούν βρετανικά στρατεύματα στην Ελλάδα κατά την αποχώρηση των Γερμανών”.
»Την κατάσταση αυτή ανατρέπει άρδην ο Παπανδρέου. […]
»Μέσα Σεπτεμβρίου διαδίδει ότι “τρεις αγγλικές μεραρχίες είναι έτοιμες ν’ αποβιβαστούν στην Ελλάδα”. Μπλόφα καθαρά… χαρτοπαικτική! Ως την έναρξη του Δεκεμβριανού Κινήματος οι Εγγλέζοι δεν είχαν καταφέρει ν’ αποβιβαστούν στην Ελλάδα παρά μόνο 1.650 μάχιμους στρατιωτικούς!
»Η μπλόφα, όμως, οδήγησε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, επί ίσοις όροις, τον παντοδύναμο ΕΛΑΣ, τον εξευτελισμένο ΕΔΕΣ – είχε κατηγορηθεί και για συνεργασία με τους Γερμανούς – και τον “παίκτη” Γ. Παπανδρέου.
Η Σύμφωνο της Καζέρτας
Η Συμφωνία της Καζέρτας, που υπογράφηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1944 – από τους: Στρατάρχη Ουίλσον, υπουργό Μακ Μίλλαν, Γεώργιο Παπανδρέου, Στέφανο Σαράφη και Ναπολέων Ζέρβα – όριζε ότι όλες οι αντάρτικες δυνάμεις θα υπάγονταν στις διαταγές του στρατηγού Ρόναλντ Σκόμπι (σ.σ. βρετανός στρατηγός, διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στην Ελλάδα):
- Ολαι αι ανταρτικαί δυνάμεις αι δρώσαι εν Ελλάδι, τίθενται υπό τας διαταγάς της Ελληνικής Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητος.
- Η Ελληνική Κυβέρνησις θέτει τας δυνάμεις ταύτας υπό τας διαταγάς του στρατηγού Σκόμπυ, όστις ωνομάσθη υπό του Ανωτάτου Συμμαχικού Αρχιστρατήγου ως στρατηγός διοικών τας δυνάμεις εν Ελλάδι».
Ο Κώστας Σταματίου σχολιάζει:
»Η νικηφόρα επανάσταση του λαού της Κατοχής θάφτηκε στην Καζέρτα της Ιταλίας, όπου οι Σαράφης και Ζέρβας έτυχαν φιλόξενης περιποιήσεως από μέρους των Άγγλων […] Νέο μάντρωμα. Και μοιραίο για τον ΕΛΑΣ».
Ο Γεώργιος Παπανδρέου, επιχειρώντας να αποτρέψει την ανάληψη της εξουσίας από τον ΕΛΑΣ, έφτασε στο σημείο να διατάξει:
“Oυδεμίαν επιθετικήν πρωτοβουλίαν εναντίον Γερμανών και Ταγμάτων Ασφαλείας […] άνευ ειδικής διαταγής μας”.
Το «Χάος»
» […] Από τις 2 Οκτωβρίου 1944, συνυπάρχουν στην Αθήνα: ο ΕΛΑΣ, ο Εφεδρικός ΕΛΑΣ, η ΕΠΟΝ, η Εθνική Αλληλεγγύη, που ελέγχουν τις συνοικίες και τον Πειραιά, οι Γερμανοί, τα Τάγματα Ασφαλείας, η “Χ” του Γρίβα […] άλλες δεξιές ένοπλες ομάδες […], Αντάρτες στην Πάρνηθα και τα Βόρεια Προάστια, Εγγλέζοι πράκτορες, σχεδόν “φανεροί”, που προετοιμάζουν την αποβίβαση των στρατευμάτων τέλος, οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης Παπανδρέου Θ. Τσάτσος, Γ. Ζεύγος και Φ. Μανουηλίδης, που, μαζί με τον Κατσώτα φιλοξενούνται στο σπίτι του Άγγελου Έβερτ, αντιστασιακού μεν, αλλά… διορισμένου από τους Γερμανούς και τον Ιωάννη Ράλλη, αστυνομικού διευθυντή Αθήνων. Χάος, δηλαδή…
Σε αυτό το σημείο του άρθρου του, ο Κώστας Σταματίου παραθέτει τις ημέρες της απελευθέρωσης, όπως της έζησε ο ίδιος:
»Νομίζω πως, από το άνοιγμα του δεύτερου μετώπου στις γαλλικές ακτές (6 Ιούνη 1944) και την ταυτόχρονη ραγδαία προέλαση των ρωσικών στρατιών στην Ανατολή, ο κόσμος στην Αθήνα είχε ξεθαρρέψει. Όχι ότι δεν σκότωναν και δεν βασάνιζαν οι Γερμανοί. Το αντίθετο. Αλλά ήμαστε πια ένας λαός «απελπισμένων και πεινασμένων τρελών», που αντίκριζε την αντιφεγγιά της ελπίδας. Είχε λιγοστέψει, αν όχι εξαφανιστεί, ο φόβος.
«Επέσατε θύματα…»
»Την παραμονή, όλος σχεδόν ο πληθυσμός του λεκανοπέδιου πέρασε τη νύχτα άυπνος ή άγρυπνος. Είχε διαδοθεί πως, φεύγοντας, οι Γερμανοί θ’ ανατίναζαν το λιμάνι του Πειραιά, που πράγματι είχαν υπονομεύσει. Κάθε τόσο ακούγονταν κάτι εκρήξεις, αλλά δεν ήταν οι “δυνατές”, οι καταλυτικές που περιμέναμε […].
»Η νύχτα της 11ης προς 12η Οκτωβρίου 1944 σημάδευε το απόλυτο κενό εξουσίας. Όσο κι αν φαίνεται τώρα αστείο, κείνη τη νύχτα, ο γιος του φούρναρη της γειτονιάς, οργανωμένος στον εφεδρικό ΕΛΑΣ, με εξαρτύσεις και στολή και πιστόλι, μια παρδαλή κόρη πριμαντόνας, που είχε χάσει τον Ιταλό “αρραβωνιαστικό” της στη δίνη της πτώσης του Μουσολίνι και είχε προσχωρήσει και στο… φούρναρη και στον ΕΛΑΣ, οπλισμένη κι αυτή, αλλά κι ο αδελφός μου Νίκος…. 13 χρόνων, και εγώ, κι οι δυο μας με.. καλύμματα μπάλας για… κράνη, σχηματίσαμε… περίπολο και “ελέγχαμε” την είσοδο της Πειραιώς προς την Ομόνοια, διακρίνοντας μόλις τα πρόσωπα των περαστικών – που κι αυτοί είχαν πιστόλια κι είχαν σχηματίσει περιπόλους! – μεσ’ απ’ τις ανταύγειες κάτι πυρκαγιών, που μαίνονταν στο ξέμακρο, ανάμεσα Πειραιά και Πέραμα.
»Κάποτε, κουραστήκαμε. Ελλείψει εχθρού, γυρίσαμε να κοιμηθούμε. Το πρωί μας περίμενε η Απελευθέρωση!
Η υποστολή της σβάστικας από την Ακρόπολη
»Κατά τις 9, από την Ομόνοια πάλι, είδαμε στο ξέμακρο της οδού Αθηνάς, σε προοπτική – τότε δεν υπήρχε νέφος κι όλα ήταν διαυγή – να υποστέλεται στην Ακρόπολη η “Σβάστικα”, η μισητή γερμανική σημαία. Αυτό ήταν! Που βρέθηκε τόσος κόσμος και γέμισε τους δρόμους; Για πότε σχηματίστηκαν διαδηλώσεις; Πώς ξεφύτρωσε – μάλλον από το Εργατικό Κέντρο της οδού Αγησιλάου – ολόκληρη φανφάρα Τροχιοδρομικών […] κι έκανε παρέλαση συνταγμένη;
»Το πλήθος, που αντάλλασσε χαιρετισμούς “Χριστός ανέστη”, “Ο λαός ανέστη”, τράβηξε τον ανήφορο και γέμισε την Πανεπιστημίου. Απ’ τα μπαλκόνια των ξενοδοχείων, οι “Χίτες” παρακολουθούσαν έντρομοι.
»Το πλήθος σταμάτησε στο Αρσάκειο και εκεί κάποιος ανεβασμένος στο πεζούλι πλάι στα σκαλάκια, είπε από το χωνί:
“Αδέρφια, να γονατίσουμε όλοι και να τιμήσουμε τους νεκρούς μας, τους νεκρούς του Αγώνα”.
»Κάθε κίνηση στην Πανεπιστημίου σταμάτησε, κι όλοι γονατίσαμε, σ’ άσφαλτο και πεζοδρόμια, και το άσμα γοερό αντήχησε από χιλιάδες στόματα και πνιγμένα απ ‘τη συγκίνηση λαρύγγια:
“Επέσατε θύματα αδέλφια, εσείς…”
»Το κλάμα που έγινε, δεν περιγράφεται!

Αθηναίοι γιορτάζουν την απελευθέρωση της πόλης, 12.10.1944
Η αποχώρηση των τελευταίων Γερμανών
»Και να, που πάνω σ’ αυτό, στη μεγάλη συγκίνηση, πέφτει μαχαίρι ο ψίθυρος: “Οι Γερμανοί… Οι Γερμανοί…”. Στιγμιαία, ο κόσμος πάγωσε. Πράγματι, στο ύψος της Εθνικής Βιβλιοθήκης κατηφόριζαν αργά, ανάμεσα στο πλήθος μια μοτοσικλέτα με καλάθι – αν θυμάμαι καλά – ένα αμφίβιο κι ένα φορτηγό, με Γερμανούς οπλισμένους με αυτόματα, αλλά που κρατούσαν “τιμητικά” τη σημαία τους, καθόλου επιθετικοί. Σοβαροί μονάχα κι ανήσυχοι…
[…] Σιγά σιγά, ο κόσμος άνοιγε δρόμο κι οι Γερμανοί καταφόριζαν άκρη-άκρη την Πανεπιστημίου, ώσπου χάθηκαν στη στροφή προς την Ομόνοια.
»[Το γεγονός είναι ότι, αν αναχώρησαν αναίμακτα απ’ την Αθήνα οι Γερμανοί, ο ΕΛΑΣ τους περίμενε στη στενωπό μεταξύ Μαλακάσας και Κακοσάλεσι και τους αποδεκάτισε. Είδα με τα μάτια μου δεκάδες κουφάρια, άλογα ψόφια, μαγειρεία αναποδογυρισμένα, μεταγωγικά καμένα, καταστροφή…].
»Οι διαδηλώσεις – με σημαίες και των συμμάχων, που οι δεξιοί πρόσαλαν πολύ περισσότερο κι από τις ελληνικές! – συνεχίστηκαν, πάνω κάτω, όλη μέρα σχεδόν. Τ’ απόγεμα, κάποιοι εγκατάστησαν σ’ όλες τις κολόνες της Πανεπιστημίου και της Σταδίου μεγάφωνα: συνδεμένα με το Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών, μετέδιδαν ειδήσεις – θριαμβευτικές από τα μέτωπα – συνθήματα πατριωτικά και μουσική. Ο ενθουσιασμός συντηρήθηκε ως αργά το βράδυ…

«ΤΑ ΝΕΑ», 29.10.1985, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»
»[…] Προς το σούρουπο, είδαμε στην Αθήνα και τους πρώτους αντάρτες! Ένα πρώην γερμανικό αμφίβιο τους ακούμπησε αμήχανους στο πεζοδρόμιο του τότε κινηματογράφου “Έσπερος”, στη Σταδίου. Μπήκαν στο εκεί ξενοδοχείο, που είχε γίνει στρατηγείο, αλλά αρνήθηκαν διαρρήδην να χρησιμοποιήσουν το… ασανσέρ.
»Δεν δέχονταν, αυτούς τουλάχιστον, να τους “μαντρώσουν” στο “κλουβί”… [Αυτά είδα, αυτά μαρτυράω, θα συνέβησαν και πλήθος άλλα. ̓Απειρα. Δεν τα έζησα].

Είσοδος της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας στην Αθήνα, 18.10.1944
Η Ελλάδα στο παιχνίδι των μεγάλων δυνάμεων
Στο τέλος του άρθρου του, ο Σταματίου τοποθετεί τα γεγονότα μέσα στο διεθνές και πολιτικό πλαίσιο της εποχής, κάνοντας αναφορά στη συμφωνία Στάλιν-Τσώρτσιλ και στις γεωπολιτικές ισορροπίες που καθόρισαν τη μεταπολεμική Ευρώπη:
»Την ώρα που γίνονταν αυτά στην Αθήνα, 12 Οκτώβρη 1944, στο Κρεμλίνο ο Τσώρτσιλ κι ο Στάλιν μοίραζαν την κεντρική και νότια Ευρώπη. Ο Τσώρτσιλ – κι αυτό δεν διαψεύσθηκε ποτέ – λέει ότι του έγραψε σ’ ένα χαρτί:
“… ΕΛΛΑΣ
Μεγ. Βρετανία (εν συμφωνία με HΠA) 90%
Ρωσία 10%…”.
“Έσπρωξα το φύλλον χάρτου προς τον Στάλιν – γράφει ο δόλιος Ουίνστον – ο οποίος είχε ήδη ακούσει την μετάφραση. Υπήρξε σύντομος σιωπή. Και μετά επήρε το μπλε μολύβι του, εσημείωσε την έγκρισίν του και μου το επέστρεψε. Όλα είχαν κανονιστεί εις διάστημα όσον απαιτείται δια να αρχίσωμεν…”.
»Έκτοτε, κι ας λέει ό,τι θέλει, όποιος θέλει. ΑΝΗΚΟΜΕΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΔΥΣΙΝ. Τουλάχιστον έως τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο…».






