H περίπτωση της Ιαπωνίας αποτελούσε, για όσους μελετούσαν μέχρι πρότινος την πολιτική ζωή της χώρας, συνώνυμο της προβλεψιμότητας, αν όχι της πλήξης. Όχι όμως πια. Κι αυτό γιατί οι εκλογές για την Άνω Βουλή ανέδειξαν τρίτο κόμμα και ρυθμιστή των πραγμάτων το υπερσυντηρητικό Σανσέιτο, που ιδρύθηκε μόλις πέντε χρόνια πριν.

Το υπερσυντηρητικό μόρφωμα φαίνεται να συγκεντρώνει το διεθνές αρκτικόλεξο της Ακροδεξιάς, συνδυάζοντας τον σκεπτικισμό απέναντι στην πανδημία του Covid-19 και τα εμβόλια, τον παραδοσιακό αντιμαρξισμό, την αρνητική στάση απέναντι στα ζητήματα έμφυλης ισότητας (ο επικεφαλής του, Σόχει Καμίγια, δηλώνει πως η ισότητα των φύλων αποτελεί μια μορφή κομμουνισμού). Είναι όμως το στοιχείο της ξενοφοβίας, με ιδιαίτερα κραταιό το αντικινεζικό χαρακτηριστικό, που διαφοροποιεί την συγκεκριμένη πολιτική περίπτωση από τους υπόλοιπους εθνικισμούς.

Η Ακροδεξιά επελαύνει

Η ίδια η ρητορική του κόμματος, αν και δεν φείδεται αρνητισμού γενικότερα για τις μειονότητες και τους ξένους πολίτες που διαβιούν στην Ιαπωνία αλλά και τους τουρίστες, επιφυλάσσει τα πιο δηλητηριώδη του «βέλη» για όσους προέρχονται από το «Μέσο Βασίλειο».

Κι αν ο ένας λόγος πίσω από τη δημοφιλία του Σανσέιτο αφορά την αίσθηση πολλών Ιαπώνων ότι η χώρα έχει μείνει πίσω από την Κίνα σε επίπεδο στρατιωτικής, οικονομικής και τεχνολογικής ισχύος, ο άλλος λόγος είναι η είσοδος της τελευταίας στο κλαμπ των Μεγάλων Δυνάμεων και η συνεπακόλουθη καθιέρωσή της ως ιμπεριαλιστικής, ηγεμονικής δύναμης της Ασίας.

Ενδεικτικό είναι πως μεταξύ άλλων ο Καμίγια δήλωσε ότι «Κίνα και εγχώριοι αριστεριστές έκλεψαν από την Ιαπωνία το ένδοξο πολεμικό πνεύμα της και έκαναν τη χώρα να νιώθει ένοχη για έναν ολοκληρωτικά έντιμο πόλεμο». Αν και δεν παρέλειψε να βάλει στο «κάδρο» των ευθυνών και τις ΗΠΑ, η δήλωση προκάλεσε ανατριχίλα πρωτίστως στην άλλη πλευρά της Ιαπωνικής Θάλασσας, καθώς η Κίνα μετράει βαρύ «φόρο αίματος» από τη συμμετοχή του Τόκιο στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Τραγική ειρωνεία: η κυριαρχία των ΗΠΑ στην Ανατολική Ασία, συμπεριλαμβανομένου του μεταπολεμικού συνταγματικού πλαισίου που καθόριζε τον ειρηνικό ρόλο της χώρας, είχε στο κέντρο της λογικής της την αποφυγή της επανάληψης των ειδεχθών εγκλημάτων του ιαπωνικού μιλιταρισμού, ιδεολογήματος που αποτελούσε γέννημα θρέμμα μιας βαθιά ρατσιστικής κουλτούρας συνδεδεμένης με την αυτοκρατορική υπεροψία.

Ο Ειρηνικός ως πεδίο σύγκρουσης

Τι βάση έχει αυτού του είδους η αντικινεζική υστερία; Η απάντηση είναι εύκολο να δοθεί αν κοιτάξει κανείς την στρατιωτική καθημερινότητα στον Ειρηνικό Ωκεανό.

«Μετά από τρεις εβδομάδες εντατικής εκπαίδευσης σε όλη την Αυστραλία, καθώς και σύνθετες ασκήσεις εκπαίδευσης στην Παπούα Νέα Γουινέα, περισσότεροι από 40.000 στρατιωτικοί από 19 συμμετέχουσες χώρες και δύο χώρες παρατηρητές θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους».

Με αυτή τη διατύπωση, η Διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ στη ευρύτερη περιοχή του Ινδοειρηνικού (USINDOPACOM) ανακοίνωσε σήμερα, 4η Αυγούστου, την λήξη της γιγαντιαίας, σε αριθμό συμμετοχής προσωπικού και κρατών, άσκησης με την ονομασία Talisman Sabre.

H άσκηση, που αποτελούσε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την όσο το δυνατόν πιστότερη δοκιμή αμερικανικών πυραυλικών συστημάτων σε συνθήκες που προσομοιάζουν σε πολεμική σύρραξη, συνοδεύτηκε από μια εξαιρετικής σημασίας «ευχή» από πλευράς του υψηλόβαθμου αμερικανού στρατιωτικού Ντέμιαν Χιλ. «Ευχόμαστε το 2027 η Ιαπωνία να μπορέσει να συμμετάσχει με μια δύναμη που να προσεγγίζει τα 2.000 άτομα» σημείωσε μιλώντας στην ηλεκτρονική έκδοση της εμβληματικής ιαπωνικής εφημερίδας The Japan Times, εξαίροντας τη συμβολή της χώρας σε επίπεδο παροχής ιατρικών υπηρεσιών.

Κλιμακούμενη ένταση ΗΠΑ-Κίνας

Τα καλά λόγια των συμμάχων του Τόκιο έρχονται λίγες ημέρες μετά την εμπορική συμφωνία της Χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου με τις ΗΠΑ και εν μέσω της εντεινόμενης όξυνσης των σχέσεων μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου.

Χαρακτηριστικό είναι ότι και δεύτερη στρατιωτική άσκηση με ονομασία «Resolute Force Pacific 2025» εξελίσσεται σε περίπου 50 τοποθεσίες, όπως η Χαβάη, το Γκουάμ και η Ιαπωνία, με τη συμμετοχή 12.000 ατόμων από τις ΗΠΑ και συμμάχους τους, όπως η Ιαπωνία και η Αυστραλία.

Η απάντηση της Κίνας ήρθε δια στόματος του κινεζικού υπουργείου Άμυνας στην τακτική ενημέρωσή του στους δημοσιογράφους για την κοινή άσκηση με την Ρωσία, με την ονομασία «Joint Sea 2025», που επίσημα άρχισε την 1η Αυγούστου και θα ολοκληρωθεί στις 5 του μηνός και επισφραγίζει την εμβάθυνση των δεσμών των δύο κρατών τα τελευταία χρόνια.

Πέρυσι, η άσκηση πραγματοποιήθηκε στα ανοικτά της νότιας Κίνας στη Νότια Σινική Θάλασσα, αλλά φέτος, πραγματοποιείται κοντά στο ρωσικό λιμάνι Βλαδιβοστόκ, το οποίο βρίσκεται απέναντι από τη δυτική ακτή της Ιαπωνίας.

Είναι αυτή ακριβώς η μετατόπιση του εν δυνάμει πολεμικού σκηνικού όλο και εγγύτερα στον Θρόνο των Χρυσανθέμων που δημιουργεί ένα ασφυκτικό δίλλημα για την πολιτικής της χώρας, σε εξωτερικό και εσωτερικό επίπεδο.

«Η Ιαπωνία επί Τραμπ φοβάται τόσο την παγίδευση όσο και την εγκατάλειψη», σημειώνει ο δημοσιογράφος και επικεφαλής του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Σπουδών (IISS) Μπιλ Έμοτ, σε άρθρο του στον ιστότοπο Asia Times.

Και παρότι ομνύει στις μακροχρόνιες σχέσεις ανάμεσα στα δύο συμμαχικά κράτη, και στον κοινό για αμφότερα κίνδυνο μιας ολοένα και επιθετικότερης Κίνας, τονίζει ότι η εξωτερική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ χαρακτηρίζεται από συναλλακτική λογική, γεγονός που αφήνει ανοικτή την πιθανότητα μιας «συμφωνίας κυρίων» με την Κίνα στο μέτωπο της Ταϊβάν.

Πρόκειται για ένα εφιαλτικό σενάριο για όλες τις χώρες της περιοχής και φυσικά την Ιαπωνία, η οποία έχει ήδη εδαφικές διαφορές με την Κίνα για τις νήσους Σενκάκου.

Και μια ακόμη ένδειξη πως με τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο και την διπλωματική «όρεξη» μιας πανίσχυρης πλέον Κίνας να ανοίγει, κανείς δεν μπορεί πλέον να βασιστεί στις ΗΠΑ για την παροχή εγγύησης ασφάλειας. Η μέχρι πρότινος προβλέψιμη περίπτωση της Ιαπωνίας δεν αποτελεί εξαίρεση στον νέο κανόνα.