Περί τους 22 μήνες θα πρέπει να περιμένει ένας Έλληνας ασθενής προκειμένου να έχει πρόσβαση σε μια νέα θεραπεία, η κυκλοφορία της οποίας εγκρίθηκε από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ), χρόνος ο οποίος είναι σημαντικά μεγαλύτερος έναντι του αντίστοιχου μέσου όρου των ευρωπαϊκών χωρών (19 μήνες). Την ίδια στιγμή από το σύνολο των φαρμάκων που εγκρίθηκαν το διάστημα 2020-2023 στη χώρα μας έχουν έρθει λιγότερα από τα μισά!

Τα παραπάνω προκύπτουν από την έρευνα για την εκτίμηση του δείκτη W.A.I.T. (Waiting to Access Innovative Therapies) που διενεργείται ετησίως από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Βιομηχανιών (EFPIA) με σκοπό την αποτύπωση του βαθμού πρόσβασης των ασθενών στις νέες καινοτόμες θεραπείες σε 36 χώρες της Ευρώπης.

Σύμφωνα με την έρευνα, εκ των 173 φαρμάκων τα οποία έλαβαν έγκριση κυκλοφορίας την περίοδο 2019-2022, κατά μέσο όρο 80 φάρμακα ήταν διαθέσιμα στις χώρες της Ευρώπης που συμπεριλήφθηκαν στην μελέτη. Η μέση διαθεσιμότητα των νέων καινοτόμων φαρμάκων στην Ευρώπη εκτιμάται στο 46% για το έτος 2023 (50% για τα ογκολογικά φάρμακα και 42% για τα ορφανά φάρμακα).

Αντίστοιχα, ο μέσος χρόνος για την αποζημίωσή τους από τα συστήματα υγείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπολογίσθηκε στις 578 ημέρες, 47 ημέρες περισσότερες από το αντίστοιχο μέσο χρονικό διάστημα που είχε προκύψει από την ίδια έρευνα το περασμένο έτος (586 ημέρες για τα ογκολογικά φάρμακα και 611 ημέρες για τα ορφανά φάρμακα).

Αποτελέσματα της έρευνας για την Ελλάδα

Το πρώτο συμπέρασμα είναι οι μεγάλες ανισότητες μεταξύ των χωρών της ΕΕ τόσο στη διαθεσιμότητα των φαρμάκων όσο και στο χρόνο που μεσολαβεί μεταξύ έγκρισης του ΕΜΑ και ένταξης των φαρμάκων στο σύστημα αποζημίωσης.

Στην Ελλάδα με βάση την έρευνα το 2024 μόνο το 43% των φαρμάκων που εγκρίθηκαν από τον ΕΜΑ μεταξύ 2020 – 2023 είναι διαθέσιμα για τους Έλληνες ασθενείς. Η χώρα μας εμφανίζει διαθεσιμότητα χαμηλότερα του μέσου όρου της ΕΕ (43%).

Συγκεκριμένα από τα 173 νέα φάρμακα που κυκλοφόρησαν στην Ευρώπη το διάστημα 2020-2023, μόνο τα 75 βρίσκονται στην Ελλάδα. Ο σχετικός δείκτης για τα ογκολογικά και ορφανά φάρμακα εκτιμάται στο 59% και 36%, αντίστοιχα και αυτό δείχνει ότι σε ό,τι αφορά τις σοβαρές ασθένειες οι ασθενείς στη χώρα μας δεν έχουν ικανοποιητική πρόσβαση στα φάρμακα.

Πέρα από την περιορισμένη διαθεσιμότητα των νέων φαρμάκων μη ικανοποιητική διαπιστώνεται και η αναλογία των αποζημιούμενων και μη αποζημιούμενων φαρμάκων. Ειδικότερα, το 41% των διαθέσιμων νέων φαρμάκων στην Ελλάδα, βρίσκεται σε καθεστώς περιορισμένης διαθεσιμότητας ή αποζημίωσης (55% και 21% των ογκολογικών και ορφανών φαρμάκων, αντίστοιχα) αντικατοπτρίζοντας κυρίως τα φάρμακα τα οποία διατίθενται μέσω του Συστήματος Ηλεκτρονικής Προέγκρισης (ΣΗΠ).

Οι ανισότητες σε νέες θεραπείες

Αυτή η εικόνα της διαθεσιμότητας των φαρμάκων αποκαλύπτει τις ανισότητες στην πρόσβαση των ασθενών στην Ελλάδα σε νέες θεραπείες. Το σύστημα και οι σχετικές διαδικασίες δεν προσφέρουν καθολική πρόσβαση στις θεραπείες, καθώς η πρόσβαση των ασθενών εξαρτάται από την πρωτοβουλία του θεράποντος ιατρού, το αν τα νέα φάρμακα εντάσσονται σε κατηγορίες που μπορούν να διατίθενται μέσω ΣΗΠ, το καθεστώς χορήγησης του φαρμάκου και τις συγκεκριμένες θεραπευτικές κατηγορίες στις οποίες ανήκουν οι ασθενείς.

Ακόμη πιο αργή σε σχέση με την διαθεσιμότητα των νέων θεραπειών, η Ελλάδα εμφανίζεται στο χρόνο αποζημίωσης μιας νέας θεραπείας. Η χώρα μας υστερεί σημαντικά του μέσου χρόνου στην Ε.Ε. καθώς αυτός υπολογίζεται στις 689 ημέρες (έναντι 518 ημερών στις χώρες τις Ε.Ε.). Κατά την προηγούμενη έρευνα ο χρόνος για την εισαγωγή και αποζημίωση ενός φαρμάκου στην Ελλάδα ήταν 587 ημέρες. Εκτιμάται ότι όλη αυτή η αργοπορία έχει να κάνει με τη στάση αναμονής που κρατούν οι φαρμακευτικές εταιρείες όσον αφορά στις αιτήσεις τιμολόγησης και αποζημίωσης φαρμάκων καθώς επιβαρύνονται με δυσθεώρητες επιβαρύνσεις.

«Οι δείκτες EFPIA W.A.I.T. δημοσιεύονται εδώ και δύο δεκαετίες και σε αυτό το διάστημα, σε ολόκληρη την Ευρώπη, υπήρξε συλλογική αποτυχία για τη βελτίωση της πρόσβασης για εκατομμύρια ασθενείς», ανέφερε η Nathalie Moll, γενική διευθύντρια της EFPIA προσθέτοντας ότι «εδώ και καιρό έχει αναγνωριστεί ότι δεν υπάρχει λύση που να ταιριάζει σε όλους και ότι κανένας φορέας δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα».

Η έκθεση δείχνει σημαντική διαφοροποίηση ακόμη και μεταξύ φαρμάκων της ίδιας κατηγορίας σε επίπεδο ΕΕ αλλά και στην ίδια χώρα. Ασθενείς μπορεί να έχουν πρόσβαση σε φάρμακα σχεδόν αμέσως αλλά να αναμένουν σημαντικά για άλλα. Αναφέρεται δε χαρακτηριστικά το παράδειγμα της Ελλάδας όπου ογκολογικό φάρμακο αποζημιώθηκε στις 54 μέρες από την έγκριση και άλλο χρειάστηκε 1483!

Η έκθεση υπογραμμίζει την πολυπλοκότητα των ζητημάτων. Ειδική αναφορά γίνεται μάλιστα στην Ελλάδα και τον κανόνα «5/11» που ορίζει πως για να υποβάλει αίτηση για να ενταχθεί στη λίστα των φαρμάκων που αποζημιώνονται από την πολιτεία ένα φάρμακο θα πρέπει να αποζημιώνεται ήδη σε τουλάχιστον πέντε από 11 καθορισμένες χώρες της ΕΕ που διαθέτουν αντίστοιχες διαδικασίες αξιολόγησης (HTA).