Για τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), του απερχόμενου καγκελάριου Όλαφ Σολτς, εργάζεται ήδη ο νικητής των βουλευτικών εκλογών της περασμένης Κυριακής στη Γερμανία, Φρίντριχ Μερτς, ηγέτης του κεντροδεξιού Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU).

Ο Μερτς γνωρίζει ότι ο χρόνος πιέζει, δεδομένης της δύσκολης διεθνούς συγκυρίας και ενώ η ΕΕ προσπαθεί να απαντήσει, ενωμένη, στη μεταστροφή των ΗΠΑ του προέδρου Τραμπ, ο οποίος ανέτρεψε τη μεταπολεμική διεθνή τάξη, με την απόφασή του να αποδεσμεύσει την Αμερική από τη στήριξη στον παραδοσιακό σύμμαχό της, την Ευρώπη, με αφορμή το Ουκρανικό.

Ο Μερτς έχει ήδη αρχίσει τις συνομιλίες με τους γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες, με στόχο να σχηματίσει κυβέρνηση μέχρι το Πάσχα. Η προσπάθειά του ενδέχεται να διαρκέσει περισσότερο, σε περίπτωση που, εκτός των Σοσιαλδημοκρατών, αναγκαστεί να συνεργαστεί και με τους Πράσινους.

Η κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού» που οραματίζεται ο Μερτς

Το άθροισμα των 208 βουλευτών του CDU συν τους 120 βουλευτές του SPD εξασφαλίζει στον Μερτς πλειοψηφία 328 εδρών επί συνόλου 630, στο γερμανικό κοινοβούλιο. Ο Μερτς προτιμά σαφώς τον σχηματισμό δικομματικής κυβέρνησης, με εταίρους το CDU και το SPD – τάσσεται δηλαδή υπέρ μιας κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού», ανάλογη με εκείνη με την οποία κυβέρνησε η πρώην καγκελάριος των Χριστιανοδημοκρατών, Άγκελα Μέρκελ, τα 12 από τα 16 χρόνια της στην εξουσία.

Ο Μερτς ανέφερε ότι το κεντροδεξιό κόμμα του βρίσκει κοινό έδαφος με τους Σοσιαλδημοκράτες σε ό,τι αφορά τις ανησυχίες για την ανάταξη της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, μια άποψη που όμως δε συμμερίζονται οι Πράσινοι.

Η ανάκαμψη του γερμανικού βιομηχανικού τομέα, η ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας έναντι της αλλαγής της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, που συντάσσονται πλέον με τη Ρωσία και η αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού, αποτελούν τις τρεις προτεραιότητες της νέας γερμανικής κυβέρνησης, σύμφωνα με τον Μερτς.

Το αγκάθι του μεταναστευτικού

Το SPD ωστόσο, δια του Φίλιπ Τούρμερ, του επικεφαλής της ισχυρής νεολαίας του κόμματος, εξέφρασε επιφυλάξεις ως προς την ειλικρίνεια των προθέσεων του Μερτς. Οι διαφωνίες μεταξύ του CDU και του SPD εντοπίζονται κυρίως σε δυο τομείς: πρώτον, στο αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο για το Μεταναστευτικό που προωθεί ο Μερτς, ο οποίος επιχείρησε να το περάσει τον Ιανουάριο στη Βουλή, με τις ψήφους της ακροδεξιάς Eναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD), αλλά απορρίφθηκε χάρη στις διαρροές του δικού του κόμματος και δεύτερον, η χαλάρωση του κανόνα περί των ορίων δανεισμού της Γερμανίας, γνωστού και ως «φρένο χρέους».

Η καυτή πατάτα του «φρένου χρέους»

Σύμφωνα με το γερμανικό Σύνταγμα, το χρέος δεν πρέπει να υπερβαίνει το 0,35% του ΑΕΠ. Εξαιρέσεις από την αυστηρή τήρηση του «φρένου χρέους» έχει ήδη ζητήσει ο δημοφιλής Όσκαρ Πιστόριους, ο σοσιαλδημοκράτης απερχόμενος υπουργός Άμυνας, ο οποίος προϊδεάζει τον Μερτς, ότι η σύμπραξη Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών δεν αναμένεται να είναι εύκολη υπόθεση.

Ο Μερτς πάντως, δεν μπορεί να αποφύγει τη συζήτηση περί χαλάρωσης των συνταγματικών περιορισμών, δεδομένου ότι επιθυμεί την ψήφιση ενός μεγάλου αμυντικού πακέτου, ενόψει της ενίσχυσης της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας, δεδομένης της απροθυμίας των ΗΠΑ να προστατεύσουν την Ευρώπη. Για να χαλαρώσουν ωστόσο οι κανόνες για το «φρένο χρέους» και να προχωρήσει η ψήφιση νέου πακέτου αμυντικών δαπανών, απαιτείται η πλειοψηφία δύο τρίτων στο κοινοβούλιο, την οποία τα κεντρώα κόμματα – CDU, SPD και Πράσινοι – δε διαθέτουν στη νέα Βουλή. Γι’ αυτό τον λόγο, ο Μερτς προσπαθεί να ψηφιστεί το πακέτο αμυντικών δαπανών από την απερχόμενη Βουλή, της οποίας η θητεία λήγει στις 24 Μαρτίου και όπου τα κεντρώα κόμματα (CDU, SPD, Πράσινοι και Φιλελεύθεροι) καλύπτουν τα δύο τρίτα των εδρών.