Με προφανή ανησυχία αλλά και ψυχραιμία παρακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση την νέα ανάφλεξη στην Μέση Ανατολή, εν αναμονή της απάντησης του Ισραήλ στις πυραυλικές επιθέσεις που δέχθηκε κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου από το Ιράν.

Σε στρατιωτικό επίπεδο η εκτίμηση που κυριαρχεί είναι πως οι επιθέσεις του Ιράν, που αναχαιτίστηκαν σχεδόν στο σύνολο τους, είχαν σχεδόν «συμβολικό» χαρακτήρα, καθώς ήταν σαφές ότι επρόκειτο για χαμηλής ισχύος επιχειρήσεις.

Τίθεται ωστόσο το ζήτημα της απάντησης εκ μέρους του Ισραήλ και κατά πόσον αυτή θα προκαλέσει μία μεγαλύτερη ανάφλεξη ή θα οδηγήσει σε μία νέα ισορροπία τρόμου, με διαρκή την απειλή της κλιμάκωσης.

Η ελληνική στάση εκφράστηκε από την ανακοίνωση μετά τη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ και την ανάρτηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, όπου εκφράστηκε η σαφής στήριξη προς το Ισραήλ, αλλά και ταυτόχρονα η παρότρυνση προς τις δύο εμπόλεμες πλευρές για αυτοσυγκράτηση και αποφυγή μίας ανεξέλεγκτης σύρραξης.

Ανησυχία σε επίπεδο οικονομίας

Εν αναμονή των εξελίξεων και καθώς προστίθεται άλλη μία παράμετρος γεωπολιτικής έντασης στην γειτονική περιοχή της Μέσης Ανατολής, η ανησυχία της ελληνικής κυβέρνησης εκδηλώνεται σε αυτή τη φάση και κατά μείζονα λόγο στο πεδίο της οικονομίας.

Μία καθοριστική παράμετρος είναι οι τιμές του πετρελαίου, για τις οποίες ήδη υπάρχουν εφιαλτικά σενάρια, με αλυσιδωτές επιπτώσεις, που μπορεί να ανατρέψουν σχεδόν όλα τα υπάρχοντα σενάρια.

Μία δεύτερη εστία ανησυχίας, σε περίπτωση κλιμάκωσης και εξάπλωσης της σύρραξης, είναι οι ενδεχόμενες επιπτώσεις στον τουρισμό, καθώς εκτιμάται ότι δύσκολα θα μείνει ανεπηρέαστος, αν η ευρύτερη περιοχή μετατραπεί σε πολεμικό πεδίο.

Γεωπολιτικό παιχνίδι ισορροπιών

Το άλλο στοιχείο στο οποίο στρέφει την προσοχή της η ελληνική κυβέρνηση είναι το ευρύτερο διπλωματικό και γεωπολιτικό παιχνίδι ισορροπιών στην περιοχή. Ειδικώς σε περίπτωση κατά την οποία το Ιράν εμπλακεί σε έναν απευθείας πόλεμο με το Ισραήλ και τους συμμάχους του ή μεσοπρόθεσμα αποκτήσει στάτους πυρηνικής δύναμης, το μεγάλο ζητούμενο είναι πώς θα μεταβληθεί ο συσχετισμός δυνάμεων στην περιοχή.

Κομβικής σημασίας θεωρείται για έναν επιπλέον λόγο ο ρόλος της Τουρκίας, η οποία θα διεκδικήσει με νέα δεδομένα το ρόλο της περιφερειακής υπερδύναμης. Υπό αυτήν την έννοια, η αναμενόμενη για τις αρχές του Μαΐου συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν, αποκτά και μία επιπλέον σημασία, που υπερβαίνει το πλαίσιο των αποκλειστικά διμερών ζητημάτων.