Την ιστορική ρήση του Ανδρέα Παπανδρέου, «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» χρησιμοποίησε χθες στην Ολομέλεια της Βουλής ο Αλέξης Τσίπρας στην προσπάθειά του να τοποθετήσει τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία στο δίπολο με τη Ρωσία ή με την Ουκρανία.

Σε μια χρονική στιγμή που γενικεύεται ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι περισσότεροι τοποθετούνται ξεκάθαρα στο διπλωματικό πεδίο, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. κατά την σχετική συζήτηση στο Κοινοβούλιο, τόνισε εμφαντικά: «Δεν είμαστε ούτε φιλορώσοι ούτε αντιρώσοι, δεν είμαστε ούτε φιλοαμερικάνοι ούτε αντιαμερικάνοι. Είμαστε Έλληνες, είμαστε Ευρωπαίοι, είμαστε με το διεθνές δίκαιο, είμαστε με την ειρήνη και θα είμαστε δίπλα στον ουκρανικό λαό».

Το ενδιαφέρον στοιχείο χθες στην κοινοβουλευτική διαδικασία ήταν ό,τι ο Αλ. Τσίπρας, μετά από αρκετές συσκέψεις με το «σκιώδες ΚΥΣΕΑ» και κρίσιμες τηλεφωνικές επικοινωνίες, ήταν σε πολύ χαμηλούς τόνους, δίνοντας την αίσθηση για διάθεση συνεννόησης σε ορισμένα κρίσιμα ζητήματα.

Βέβαια θυμήθηκε το 2108 και την Συμφωνία των Πρεσπών, λέγοντας ότι τότε ο ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. κρατούσε στάση αρχών, «όπως κάναμε και σήμερα, τότε που προωθούσαμε τα εθνικά συμφέροντα». Μάλιστα σημείωσε ότι με η Συνθήκη των Πρεσπών άνοιξε τον δρόμο στη γειτονική χώρα να προχωρήσει -εφόσον ο λαός της το επιθυμεί- στην ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ και άνοιξε και τον δρόμο ώστε να είναι σήμερα τα ελληνικά μαχητικά αεροσκάφη αυτά που περιπολούν τον εναέριο χώρο της γειτονικής χώρας και όχι τα τουρκικά, τότε.

Αξιοσημείωτη όμως είναι η προσπάθειά του να δείξει ό,τι δεν είχε και δεν έχει φιλορωσική στάση, λέγοντας για εκείνη την περίοδο: «όταν οι ελληνικές υπηρεσίες μάς έφεραν στοιχεία, δεν διστάσαμε και δεν δίστασα ως πρωθυπουργός να προχωρήσω στην απέλαση Ρώσων διπλωματών και πολιτών που υποκινούσαν με διάφορα μέσα κινητοποιήσεις και αντιδράσεις, παρεμβαίνοντας στα εσωτερικά μιας τρίτης χώρας».

Με σαφή στόχο να «παίξει» με το θυμικό των παραδοσιακών ψηφοφόρων του ΠαΣοΚ και κυρίως θαυμαστών του Ανδρέα Παπανδρέου, επέλεξε να εστιάσει στο μεγάλο ρητορικό ερώτημα: «πού ανήκει η χώρα», το οποίο κατά τον ίδιο το άνοιξε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την πρωτολογία του.

«‘‘Είμαστε στη Δύση” αναφωνήσατε την προηγούμενη φορά, επαναλαμβάνοντας τα λόγια του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω ήταν αυτός που έβγαλε τη χώρα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. “Είμαστε στη Δύση”, είπατε. Σήμερα είπατε κάτι άλλο. Παλιά είπατε “είμαστε προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης”. Προχθές είπατε “είμαστε στη Δύση”. Σήμερα είπατε “είμαστε και εμείς Δύση”» τόνισε και συμπλήρωσε: «Λοιπόν, η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι ότι είμαστε και Δύση και Ανατολή, είμαστε και Βορράς και Νότος από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Είμαστε και Δύση και Ανατολή και Βορράς και Νότος. Είμαστε η κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού. Είμαστε η κοιτίδα του πολιτισμού. Δεν είμαστε “και εμείς Δύση”. Είμαστε η κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού και δική μας ευθύνη είναι να αναγεννήσουμε αυτό που σήμερα ονομάζεται δυτικός κόσμος με βάση τις αρχές μας, τις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της αληθινής δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, της κοινωνικής αλληλεγγύης».

Η αναφορά όμως στον Ανδρέα Παπανδρέου ήταν σαφής, χωρίς όμως να τον κατονομάσει: «Την απόφαση για το πού ανήκουμε την έχει λάβει εδώ και δεκαετίες ο ελληνικός λαός. Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες και αυτό είναι και οριστικό και αμετάβλητο, όσο κι αν εσείς επαναφέρετε διαρκώς το ερώτημα».

Στο κρίσιμο θέμα των εξοπλιστικών δαπανών της χώρας, επανέλαβε, θέλοντας να στείλει και μήνυμα σε διάφορες δυνάμεις, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. υποστηρίζει την επαρκή άμυνα της χώρας. «Ήμασταν αυτοί που σε δύσκολες στιγμές, όταν είχαμε την αυστηρή δημοσιονομική επιτήρηση, βρήκαμε τον τρόπο να αναβαθμίσουμε τα F-16 και ψηφίσαμε, εδώ ψηφίσαμε και την αγορά των δεκαοκτώ Rafale και την αγορά των Belharra» είπε και συμπλήρωσε : «Διαφωνήσαμε και καταθέσαμε την έντονη διαφωνία μας με εξοπλισμούς οι οποίοι ανεβάζουν πάρα πολύ ψηλά το κόστος, χωρίς να στοχεύουν, κατά την άποψή μας, σε κάποια περαιτέρω και ουσιαστική ενίσχυση της αποτρεπτικής δυνατότητας και σε εξοπλισμούς που, κατά την άποψή μας, είναι υπερκοστολογημένοι».

Έδειξε να συμφωνεί με τον Πρωθυπουργό, χαιρετίζοντας, όπως είπε, το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ανοιχτός στον διάλογο με την Τουρκία. Και μάλιστα, εδώ επικαλέστηκε και Κωνσταντίνο Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου, λέγοντας: «Σε πολύ πιο δύσκολες στιγμές για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις υπήρξε ανοιχτή η πόρτα του διαλόγου και όταν ακόμα και μετά την Κύπρο και την κρίση με το “Χόρα” ο Κωνσταντίνος Καραμανλής βρέθηκε στη Βέρνη σε διάλογο και όταν μετά το “Σισμίκ” ο Ανδρέας Παπανδρέου βρέθηκε στο Νταβός για διάλογο».