Οι αντιδράσεις του βρετανικού Τύπου ήταν εγκωμιαστικές: πολύ καλά έκανε η Ελβετία, καθώς αντιστάθηκε στις πιέσεις των «τεχνοκρατών στις Βρυξέλλες» και απέρριψε τη νέα «συμφωνία πλαίσιο» για τις μελλοντικές σχέσεις με την ΕΕ, τονίζει η συντηρητική εφημερίδα Telegraph, από τους φανατικούς θιασώτες του Brexit. Προφανώς το «Όχι» της Βέρνης δεν συγκρίνεται με το αντίστοιχο της Μ. Βρετανίας, καθώς η Ελβετία δεν υπήρξε ποτέ μέλος της ΕΕ. Αλλά το κοινό στοιχείο είναι ότι και οι δύο χώρες αποστασιοποιούνται από την ιδέα της ενωμένης Ευρώπης και μάλιστα κατά τρόπο που, εκ πρώτης όψεως, αντιβαίνει στα οικονομικά τους συμφέροντα.
Τι συμβαίνει στην περίπτωση της Ελβετίας; Η χώρα έχει απορρίψει τη συμμετοχή της στην ΕΕ, αλλά επιθυμεί τη μέγιστη δυνατή συμμετοχή στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, χωρίς ωστόσο υπερβολικές παραχωρήσεις σε ευαίσθητα θέματα, όπως η ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων. Η σχέση με την ΕΕ εδράζεται σε ένα δαιδαλώδες νομικό πλαίσιο, που σήμερα αποτελείται από …εκατό διαφορετικές διμερείς συνθήκες. Οι ίδιοι οι Ελβετοί τις ονομάζουν απλώς «Οι Συνθήκες», μη μπορώντας να επινοήσουν μία πιο περιεκτική ονομασία. Από το 2013 η Βέρνη και η ΕΕ διαπραγματεύονται μία νέα «συμφωνία πλαίσιο» που θα ενοποιεί και θα απλοποιεί αυτή τη νομοθεσία. Παράλληλα όμως, η μεν Ελβετία προσπαθεί να περάσει νέες προνομιακές ρήτρες για θέματα όπως η ελεύθερη κυκλοφορία των Ευρωπαίων, η δε ΕΕ επιθυμεί να επιβάλλει αλλαγές που κρίνει απαραίτητες, όπως τη σύσταση ενός διαιτητικού σώματος που θα εκδικάζει τις όποιες διαφορές απορρέουν από την ερμηνεία της νομοθεσίας.
Ανησυχία για περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας
Ο Γκέοργκ Έμιλ Ρίκελες, αναλυτής του European Policy Centre στις Βρυξέλλες με ειδίκευση στην Ελβετία, βλέπει μία ομοιότητα στις αντιδράσεις του Λονδίνου και της Βέρνης. «Όπως συνέβαινε και με το Brexit», υποστηρίζει, «έτσι κι εδώ βλέπουμε μία συζήτηση στην οποία ζυγίζονται από τη μία πλευρά τα συμφέροντα της οικονομίας και από την άλλη πλευρά ο φόβος για απώλεια εθνικής κυριαρχίας», λέει ο Νορβηγός αναλυτής. Ο ίδιος εκτιμά ότι η όλα αυτά δεν οφείλονται στη συμπεριφορά της ΕΕ και ασφαλώς αυτό θεωρεί και η ίδια η ΕΕ. Παρά ταύτα είναι ένα «πικρό ποτήρι» για τις Βρυξέλλες η άρνηση των Ελβετών να προχωρήσουν σε μία πιο στενή σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Η εμπειρία του Brexit δείχνει ότι μία αποστασιοποίηση θα έχει συνέπειες για την οικονομία. Στο πρώτο τρίμηνο του 2021 ο όγκος συναλλαγών μεταξύ ΕΕ και Μ.Βρετανίας έχει μειωθεί κατά 23,1% σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2018. Οι εξαγωγείς διαμαρτύρονται για τους σχολαστικούς ελέγχους, την εντεινόμενη γραφειοκρατία και το αυξανόμενο κόστος. Αντιστοίχως και η Ελβετία γνωρίζει ότι θα έχει συνέπειες η άρνησή της να αποδεχθεί τη νέα συμφωνία, η οποία μεταξύ άλλων προέβλεπε ότι οι αλλαγές στο κοινοτικό κεκτημένο ενσωματώνονται αυτομάτως στην ελβετική νομοθεσία. Σύμφωνα με κοινοτικούς εμπειρογνώμονες οι μεγαλύτερες δυσκολίες αφορούν τις εισαγωγές τροφίμων, τις εξαγωγές ελβετικών φαρμακευτικών προϊόντων και την αεροπλοία. Ανυπέρβλητα εμπόδια διαβλέπει και ο Σύνδεσμος Ελβετικών Πανεπιστημίων, καθώς η ΕΕ θα πρέπει να τερματίσει τα κοινά ερευνητικά προγράμματα με τα πανεπιστήμια της χώρας, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η σημερινή, κορυφαία θέση της Ελβετίας σε τεχνολογίες αιχμής. «Η διεθνής συνεργασία αποτελεί προϋπόθεση για την κατοχύρωση της αριστείας και της καινοτομίας», επισημαίνει ο Σύνδεσμος σε ανακοίνωσή του.
«Αποικία» της ΕΕ η Ελβετία;
Για τον Ρότζερ Κέπελ, βουλευτή του υπερσυντηρητικού Λαϊκού Κόμματος (SVP), άλλο είναι ωστόσο το καθοριστικό επιχείρημα: «Αυτή η συμφωνία-πλαίσιο ουσιαστικά θα είχε μετατρέψει την Ελβετία σε αποικία του ευρωπαϊκού δικαίου». Ο Κέπελ θεωρεί ότι η ΕΕ κυβερνάται άνωθεν, δηλαδή από την κορυφή προς τη βάση, ενώ στην Ελβετία συμβαίνει το αντίθετο, καθώς οι αποφάσεις λαμβάνονται με δημοψήφισμα και με τη λογική της άμεσης δημοκρατίας. Ο σύνδεσμος εργοδοτών Autonomiesuisse, που αντιμετωπίζει με κριτική διάθεση την ΕΕ, πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα και ισχυρίζεται ότι μία αποδοχή της προτεινόμενης συμφωνίας «θα μας ευθυγράμμιζε, πολιτικά και οικονομικά, με την ΕΕ. Θα υπέσκαπτε τη λογική της άμεσης δημοκρατίας και της ομοσπονδιακής οργάνωσης του κράτους. Θέλουμε να παραμείνει η Ελβετία κράτος ανεξάρτητο και κυρίαρχο». Σημειώνεται πάντως ότι άλλοι σύνδεσμοι εργοδοτών στήριζαν τη «συμφωνία-πλαίσιο» με την ΕΕ.
Ο Γερμανός ευρωβουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) Αντρέας Σβαμπ κατάγεται από τη Βάδη-Βυρτεμβέργη, περιφέρεια που συνορεύει με την Ελβετία, και αισθάνεται υποχρεωμένος να αρθρώσει αντίλογο: «Με όλον τον σεβασμό, ο κόσμος δεν περιστρέφεται γύρω από την Ελβετία», επισημαίνει. «Τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν και εκείνα εύλογα συμφέροντα, τα οποία θα πρέπει να προασπίσουν». Για τους Ελβετούς βέβαια, η υπενθύμιση και μόνο του μικρού μεγέθους της χώρας είναι «κόκκινο πανί». Η Autonomiesuisse επιμένει ότι «με τους ισχυρούς εμπορικούς της εταίρους- την ΕΕ, τις ΗΠΑ, την Κίνα- η Ελβετία διαπραγματεύεται συμφωνίες ως ίσος προς ίσον».
Η Ευρώπη ανακάμπτει
Σε συνέντευξη τύπου ο πρόεδρος της Ελβετίας Γκυ Παρμελάν και ο υπ.Εξωτερικών Ινιάτσιο Κασίς εξηγούν το αδιέξοδο στη διαπραγμάτευση με τις Βρυξέλλες
Η απόρριψη των Ελβετών έρχεται σε μία στιγμή που η Ευρώπη φαίνεται να ανακάμπτει. Μετά από πολύ μία δύσκολη χρονιά πανδημίας ο συντονισμός των «27» βελτιώνεται, όχι μόνο στην προμήθεια των εμβολίων, αλλά και στην υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας. «Πιστεύω ότι η επιτυχία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος είναι πλέον ορατή σε όλους», υποστηρίζει ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Έρικ Μαμέρ, για να προσθέσει με μία υποψία πείσματος: «Δεν νομίζω ότι η απόφαση των ελβετικών αρχών θα αλλάξει κάτι σε αυτό…»
Βερένα Σμιτ-Ρόσμαν, Κριστιάνε Ολριχ (DPA)
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου