Δοχεία και βάζα όλων των διαστάσεων, μπουκάλια και μπουκαλάκια, δοκιμαστικοί σωλήνες και σωληνάκια, δοσομετρητές, χωνιά και αναδευτήρες. Ενας εύθραυστος γυάλινος κόσμος, προσεκτικά τοποθετημένος πάνω σε έναν ευρύχωρο πάγκο. Βρίσκομαι στο εργαστήριο όπου ο Γιώργος Παπαχατζής περνάει ατελείωτες ώρες, ανακατεύοντας με επιστημονική ακρίβεια τα αιθέρια έλαια και τις αιθέριες μυρωδιές τους και δημιουργώντας τις φόρμουλες των αρωμάτων του. Αρώματα όπως εκείνα που μου δίνει να δοκιμάσω, προτρέποντάς με: «Ας το κάνουμε όπως πρέπει, ακολουθώντας όλη την ιεροτελεστία. Ελαφρύ ψέκασμα στο ειδικό χαρτάκι (πλότερ), αναμονή περίπου τριών λεπτών ώστε να μείνουν «οι νότες της καρδιάς», και έπειτα μυρίζουμε, ελαφρά και πάλι, από απόσταση δύο-τριών εκατοστών. Οχι όπως κάνουν κάτι κυρίες στα αρωματοπωλεία, που βάζουν όλο το σπρέι μέσα στο ρουθούνι τους». Χρωματίζοντας τη διήγησή του με χιούμορ, ο γνωστός αρωματοποιός και ιδρυτής της «Jour Napēr» (www.journaper.com), με logo τη θεά της ομορφιάς, Αφροδίτη, με ξεναγεί στον μυροβόλο κόσμο του. Περιγράφοντας πώς ένα παιδί που πάντα ελκυόταν από τις μυρωδιές κατάφερε μεγαλώνοντας να κλείσει τις πιο ευωδιαστές σε μπουκάλια. Και να κάνει το μεγαλύτερο όνειρό του πραγματικότητα: Να σταδιοδρομήσει ως «μύτη» στον χώρο της αρωματοποιίας, βλέποντας τη μικρή εταιρεία που ίδρυσε και λειτουργεί στην Ελλάδα να εξάγει τα προϊόντα της στο εξωτερικό.

«Τα όνειρα είναι για αυτούς που κοιμούνται, οι άνθρωποι πρέπει να έχουν στόχους και να τους κυνηγάνε» λέει δίνοντας το στίγμα του επαγγελματία που εργάζεται σκληρά για να εξελίξει τη δουλειά του. Μια δουλειά που ονειρευόταν από μικρός, καθώς «ανέκαθεν «σκάναρα» τους πάντες και τα πάντα με την όσφρησή μου. Οταν, παραδείγματος χάριν, έρχονταν συγγενείς στο σπίτι αλλά και μετά που έφευγαν με απασχολούσε η αύρα που άφηναν πίσω τους στον χώρο. Οχι μόνο οι κολόνιες που φορούσαν, αλλά και η μυρωδιά των σωμάτων τους, των μαλλιών τους, των ρούχων τους. Με ενδιέφεραν οι μυρωδιές που είχαν τα σπίτια, οι μυρωδιές των γλυκών που έβγαιναν από τον φούρνο, των απλωμένων για να στεγνώσουν ρούχων…». Οταν οι συνομήλικοί του έπαιζαν με τα αυτοκινητάκια τους «εγώ έκανα ανατομία στα φυτά που μάζευα. Τεμάχιζα άνθη, ρίζες, στήμονες, μίσχους, φύλλα, ζουμερούς καρπούς, και τα μύριζα. Με εντυπωσίαζε που το κάθε μέρος είχε τη δική του μυρωδιά. Μπορούσα να περνώ ώρες με αυτό το παιχνίδι».

Αρχισε να αγοράζει αιθέρια έλαια και αρώματα στα ταξίδια αναψυχής που έκανε με τους γονείς του στο εξωτερικό: «Πάντα όμως με συγκινούσαν και οι μυρωδιές της καθημερινότητας, όπως π.χ. το χώμα μετά τη βροχή. Οι γαλακτώδεις μυρωδιές των γλυκών της μαμάς. Θυμάμαι την κρέμα από το γαλακτομπούρεκο, που μόλις της έβαζε ξύσμα πορτοκαλιού και απελευθερωνόταν το έλαιο, γινόταν μια λαχταριστή υπερπαραγωγή. Θυμάμαι και τα γλυκά των Χριστουγέννων με τη ζεστή, βαθιά μυρωδιά των μπαχαρικών τους. Οι μυρωδιές είναι μνήμη. Ξυπνούν τη μνήμη. Γι’ αυτό μας προκαλούν συγκίνηση, γι’ αυτό μπορούν να λειτουργήσουν έως και παρηγορητικά».

Μπορεί να εργάστηκε για μερικά χρόνια ως δημοσιογράφος για τον βιοπορισμό του, ο στόχος του όμως ήταν πάντα η αρωματοποιία. «Η δημοσιογραφία ήταν για εμένα έρωτας» λέει, «η αρωματοποιία όμως είναι η μεγάλη αγάπη της ζωής μου. Θα ακουστεί πιθανώς βαρύγδουπο, νιώθω όμως πως ήρθα στον κόσμο για να ασχοληθώ μαζί της». Εξάλλου, το όνομα της εταιρείας του προέρχεται από τις λέξεις journalist και parfumeur, έμμεση αναφορά σε έναν δημοσιογράφο που ταξίδευε και που ήθελε να κλείσει τις εμπειρίες του μέσα σε ένα μπουκαλάκι. Πριν από την εξειδίκευσή του στην αρωματοποιία, στο ISIPCA των Βερσαλλιών, ο Γιώργος Παπαχατζής ταξίδεψε το 2013 στη Γαλλική Ριβιέρα και την Γκρας «με τα λιβάδια με τις λεβάντες, τα γιασεμιά, τα γαρίφαλα και τις βιολέτες. Στο κέντρο της γαλλικής αρωματοποιίας. Εκεί έχουν ιδιωτικές εκτάσεις η Chanel και ο Dior. Εκεί ιδρύθηκαν και έχουν την έδρα τους οι περίφημες αρωματοποιίες Galimard και Fragonard. Παρακολούθησα ένα σεμινάριο πάνω στην τεχνική των αρωμάτων. Ηταν η περίοδος που είχα ξεκινήσει τη φόρμουλα του αρώματος «Varonos», το πρώτο eau de parfum που κυκλοφόρησα από τη «Jour Napēr»». Εχοντας μαζί του ένα φιαλίδιο με την πειραματική δημιουργία του, πήρε το θάρρος και το έδωσε σε έναν εκπαιδευτή ζητώντας τη γνώμη του. «Εχει μέλλον!» του απάντησε, «θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα grand classic» – όπως αποκαλούνται τα εμβληματικά αρώματα. «Αυτό μου έδωσε φτερά! Επέστρεψα αποφασισμένος να αρχίσω, με θυσίες, να επενδύω ένα κεφάλαιο για τον απαραίτητο εξοπλισμό του εργαστηρίου μου. Ηθελα να γίνω ο πρώτος Ελληνας που θα συστήσει στην πατρίδα του την πρώτη ελληνική αρωματοποιία «niche» σχολής, δηλαδή  αρώματα που βασίζονται σε ακριβά αιθέρια έλαια, που παράγονται με χρονοβόρες διαδικασίες, που δεν πλασάρονται διά του μαζικού μάρκετινγκ. Ηθελα να βάλω την Ελλάδα στον χάρτη της διεθνούς αρωματοποιίας».

Eφέτος ξεκίνησε τις εξαγωγές: «Στείλαμε στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη τα κεριά μας, τώρα ξεκινάμε να στέλνουμε στη Νέα Υόρκη και τα αρώματά μας, έχουμε μια καλή πρόταση και από το Μπαχρέιν που είναι εξαιρετική αγορά». Σκοπεύει σύντομα να ιδρύσει την πρώτη σχολή με σεμινάρια αρωματοποιίας στην Ελλάδα. Επιπλέον, η μπράντα του καταχωρήθηκε στις διεθνείς κοινότητες των αρωμάτων Fragrantica και στην Parfumo. Η δημιουργία του αρώματος «Nychta», για τη σύνθεση του οποίου χρησιμοποιούνται και τριαντάφυλλα της Δαμασκού, μια ιδιαίτερα αρωματική ποικιλία που καλλιεργείται εκτεταμένα στη Βουλγαρία, έφερε στο εργαστήριό του και την Deutsche Welle, η οποία παρουσίασε με επαινετικά σχόλια τη δουλειά του.

«Παραμένουμε ένας μικρός οίκος αρωματοποιίας» λέει, «που φιλοδοξεί όμως να κάνει τη διαφορά με παραγωγή που βασίζεται σε πρώτες ύλες άριστης ποιότητας. Δεν μπορούμε να διαθέσουμε τα ιλιγγιώδη ποσά που δίνουν οι πολυεθνικές στη διαφήμιση, είμαι όμως πολύ προσεκτικός και αυστηρός στο θέμα των υλικών. Eχω την τιμή να συνεργάζομαι με κορυφαίους προμηθευτές και εξειδικευμένους στο αντικείμενο επιστήμονες. Τα έλαια που χρησιμοποιώ είναι συχνά πανάκριβα, κάθε σταγόνα τους κοστίζει δεκάδες ευρώ, ενώ η τιμή ενός λίτρου μπορεί να ξεπεράσει και τα 6.000 ευρώ. Οπότε, το μεγαλύτερο κεφάλαιο δαπανάται εκεί. Τα παραγγέλνω από το εξωτερικό ή τα φέρνω ο ίδιος όταν πηγαίνω ταξίδι. Πέρυσι από το Μαρόκο έφερα κέδρο του Ατλαντα και σαφράν, από το Παρίσι  προμηθεύτηκα εφέτος ορχιδέα Ιαπωνίας και βέτιβερ Ταϊτής. Ψάχνω πολύ, ψάχνω σε όλον τον κόσμο. Δεν θέλω να κάνω εκπτώσεις στην ποιότητα, προσπαθώντας την ίδια στιγμή να κρατώ τις τιμές των προϊόντων μου σε λογικά πλαίσια ώστε να είναι ένα affordable luxury brand. Και αυτό δεν είναι εύκολο, ειδικά όταν κάνω μια δουλειά η οποία υπόκειται στους αμείλικτους όρους του μάρκετινγκ. Παλιά για να βγει ένα νέο άρωμα μπορεί να περνούσαν ακόμα και 5-6 χρόνια. Σήμερα, ζητούμενα είναι η ταχύτητα και τα χαμηλά κόστη».

Οταν τον ρωτάω ποιες είναι οι πιο αγαπημένες του πρώτες ύλες αναφέρει χωρίς πολλές σκέψεις «τον οσμανθό, ένα πανάκριβο λουλούδι με ντελικάτο φρουτώδες άρωμα, το σανταλόξυλο Ινδιών με μυστικισμό και βάθος, το musk αν θέλω ένα πιο ζωώδες αποτέλεσμα, τη βανίλια Μαδαγασκάρης που έχει έντονη προσωπικότητα και τη ρητίνη ουντ, την οποία παράγει το δέντρο Aquilaria, συστατικά που περιέχουν τα προϊόντα μας». Η συλλογή της «Jour Napēr» περιλαμβάνει, εκτός από τα κεριά και τα αρωματικά χώρου, πέντε eau de perfumes. Από αυτά, το «Varonos» (με εσπεριδοειδή και μπαχαρικά) «συμβολίζει έναν ιππότη με γενναιόδωρη καρδιά». Το «Eros Iros» (με ουντ, δέρμα, ορχιδέα Ιαπωνίας, κεράσι και καπνό) «είναι μια παθιασμένη ραψωδία, ένας ανυπότακτος και ζωώδης έρωτας». Το «Νychta» (με ρόδα Δαμασκού, ροζ πιπέρι, υλάνγκ υλάνγκ, πατσουλί και κασμίρ) «περιέχει γοητευτικές και απρόσμενες αντιθέσεις όπως κάθε νύχτα». Το «Orossimo» (με πούδρα, ξύλα και κρίνο της κοιλάδας) «είναι μια οσφρητική ωδή που αντιπροσωπεύει το αποτύπωμά μας» και το «Aithria» (με γιούζου, πράσινο τσάι, μέντα, θαλασσινό αλάτι και σανταλόξυλο), «μοιάζει με δροσερό αεράκι νοτισμένο με βότανα και θαλασσινή αλμύρα μετά από ένα καυτό μεσημέρι του Αυγούστου».

Πηγή έμπνευσης του Γιώργου Παπαχατζή παραμένουν «όλες οι μυρωδιές του κόσμου, από εκείνες που εντοπίζω στα κέντρα των πόλεων, έως τις μυρωδιές της εξοχής. Γυρίζω και συλλέγω εμπειρίες, γεννώ ιδέες, μελετώ και έπειτα κάθομαι επί μήνες και εμπνέομαι τις φόρμουλες. Οταν καταλήξω, τις στέλνω στο εργαστήριο με το οποίο συνεργάζομαι ως perfume creator για να ξεκινήσει η παραγωγή σε μεγαλύτερες ποσότητες, ακολουθώντας όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες ελέγχων και πιστοποιήσεων». Ποιος όμως είναι ο βαθύτερος στόχος του; «Με τη δουλειά μου θέλω να βγάλω στην επιφάνεια την πιο όμορφη πλευρά του εαυτού μας» λέει, «τον κρυμμένο δυναμισμό, το μυστήριο, τη σαγήνη, την ενέργεια που μπορεί να πυροδοτήσει αυτή η αόρατη δύναμη που λέγεται άρωμα. Η αίσθηση της όσφρησης είναι η πιο πρωτόγονη. Δεν είναι απλώς η αίσθηση που βοήθησε τον άνθρωπο να επιβιώσει στα πρώτα βήματά του, αλλά είναι και η αίσθηση διά της οποίας το έμβρυο μαθαίνει να ξεχωρίζει τη μητέρα του, να νιώθει ασφάλεια, θαλπωρή και ηρεμία. Η όσφρηση είναι άμεσα συνδεδεμένη με το συναίσθημα και, όπως προείπα, με τη μνήμη, πυροδοτεί αναμνήσεις. Με τις μυρωδιές «συναντούμε» ξανά ανθρώπους με τους οποίους έχουμε χαθεί, ξαναβρισκόμαστε σε τόπους που αγαπήσαμε, ξαναζούμε ένα φιλί, μια χειρονομία, ένα χάδι. Ο τρόπος με τον οποίο ένα άρωμα μπορεί να «καταργήσει» την απόσταση και τον χρόνο και να μιλήσει στις ψυχές των ανθρώπων με συγκινεί και με κάνει να αγαπώ ακόμα περισσότερο τη δουλειά μου».