Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θέλει να καταστήσει την Τουρκία μία αυτόνομη μεγάλη δύναμη πρώτα στη Μέση Ανατολή και μετά παγκοσμίως, εκτιμά στη συνέντευξή του στο «Βήμα» ο Σονέρ Τσαγκαπτάι. Ο γνωστός τουρκοαμερικανός αναλυτής του Washington Institute for Near East Policy θα βρεθεί στις αρχές Μαρτίου στην Ελλάδα για να συμμετάσχει στις εργασίες του Delph Economic Forum. Σύμφωνα με τον κ. Τσαγκαπτάι, ο Ερντογάν έχει αφυπνίσει αυτοκρατορικά συναισθήματα στην τουρκική κοινωνία, μία εξέλιξη που τείνει να λάβει μόνιμα χαρακτηριστικά. Ακόμη και αν η Τουρκία δεν κόψει τελείως τις σχέσεις της με τη Δύση, αυτές δεν θα είναι ποτέ ίδιες. Ωστόσο, η νέμεση της Τουρκίας θα αποδειχθεί πιθανότατα η Ρωσία, ένας αντίπαλος που δύσκολα η Αγκυρα θα μπορέσει να διαχειριστεί μακροπρόθεσμα.

Ο τίτλος του νέου σας βιβλίου είναι «Η Αυτοκρατορία του Ερντογάν». Τι εννοείτε με αυτόν;

«Κατά κάποιον τρόπο, η «αυτοκρατορία» του Ερντογάν αποτελεί συνέχιση των πολιτικών που ακολούθησαν οι ηγέτες της Τουρκίας, από την εποχή των τελευταίων οθωμανών σουλτάνων στον Ατατούρκ και στους προέδρους της χώρας κατά τον 20ό αιώνα. Ολοι τους επεδίωξαν να αναβιώσουν το status της Τουρκίας ως μεγάλης δύναμης. Ωστόσο, ο δρόμος του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι διαφορετικός σε σύγκριση με τους προκατόχους του. Ενώ εκείνοι προσέδεσαν την Τουρκία στη Δύση για την αποκατάσταση της παγκόσμιας επιρροής της, ο Ερντογάν έχει επιλέξει ένα ανορθόδοξο μοντέλο στο πλαίσιο της σύγχρονης τουρκικής ιστορίας: ο σκοπός του είναι να καταστήσει την Τουρκία μεγάλη ως μία αυτόνομη δύναμη (stand-alone power), πρώτα στη Μέση Ανατολή και μετά παγκοσμίως. Ειδικότερα, ο Ερντογάν έχει επιτύχει ισχυρή οικονομική ανάπτυξη κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, δημιουργώντας μία βάση οπαδών που τον λατρεύουν. Αυτή η οικονομική ανάπτυξη της έχει χαρίσει αυξημένη περιφερειακή επιρροή και γι’ αυτό ο Ερντογάν έχει στρίψει τη χώρα του προς τη Μέση Ανατολή».

Βλέπουμε μία σταδιακή αποξένωση της Αγκυρας από τη Δύση. Μπορεί να διορθωθεί αυτή η κατάσταση;

«Η κληρονομιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένης της επίπονης και μακράς κατάρρευσης κατά τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού αιώνα, ρίχνει φως στη συναισθηματικά φορτισμένη και ενίοτε συνωμοσιολογική άποψη της σύγχρονης Τουρκίας για τη σχέση της με τη Δύση, μία δυναμική που έχει εκμεταλλευθεί ο Ερντογάν με σκοπό να επαναδρομολογήσει την τουρκική εξωτερική πολιτική. Σήμερα, η Τουρκία δεν θεωρεί απαραίτητα τον εαυτό της ως μέρος της Δύσης, πολιτικά ή πολιτισμικά. Ωστόσο, τα καλά νέα είναι ότι ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται την οικονομική εξάρτηση της Τουρκίας από την επονομαζόμενη Στρατηγική Δύση. Γνωρίζει ότι η Τουρκία μπορεί να επωφεληθεί από αυτήν στον τομέα της ασφάλειας. Ο Ερντογάν μπορεί να επανασυνδέσει την Αγκυρα με το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, αυτά συνιστούν τη Στρατηγική Δύση, λαμβάνοντας υπόψη του την αλληλεξάρτηση ανάμεσα σε αυτές τις πλευρές και παράλληλα παρέχοντας ασφάλεια στην Τουρκία στις διεθνείς σχέσεις. Αυτό ισχύει εφόσον ο Ερντογάν γνωρίζει ότι ως μία χώρα φτωχή σε πόρους, η Τουρκία πρέπει να παραμείνει συνδεδεμένη με την παγκόσμια οικονομία. Παρ’ όλα αυτά, η Ουάσιγκτον δεν θα πρέπει να αναμένει ότι η Αγκυρα θα συμμετάσχει σε μία αμυντική ή επιθετική συμμαχία εναντίον της Τεχεράνης ή την επιστροφή της Αγκυρας στον παραδοσιακό της ρόλο εντός της δυτικής συμμαχίας. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Στρατηγική Δύση θα αντιμετωπίσουν συχνές κρίσεις. Αυτό που είναι ίσως σημαντικότερο είναι ότι ο Ερντογάν έχει αφυπνίσει αυτοκρατορικά συναισθήματα στην τουρκική κοινωνία, ακόμη και εντός της αντιπολίτευσης. Ακόμη και αν η Τουρκία επανασυνδεθεί με τους παραδοσιακούς της δυτικούς συμμάχους, θα συνεχίσει να συμπεριφέρεται ως αυτοκρατορικό έθνος και οι πολίτες της θα ζητούν αναγνώριση για αυτό. Πιστεύω δε ότι αυτές οι αλλαγές μετατρέπονται σε μόνιμο χαρακτηριστικό της τουρκικής πολιτικής και κοινωνικής ζωής, υπερβαίνοντας τον Ερντογάν».

Η σχέση μεταξύ Αγκυρας και Τρίπολης παρακολουθείται με μεγάλη προσοχή από την Ελλάδα λόγω του Μνημονίου για τις Θαλάσσιες Ζώνες. Ανησυχείτε για ενδεχόμενη σύγκρουση Αθήνας – Αγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο;

«Οι στενές σχέσεις μεταξύ Αγκυρας και Λιβύης δείχνουν το αναδυόμενο καθεστώς της δεύτερης ως εστιακό σημείο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, που θεωρεί τη Λιβύη πεδίο ανταγωνισμού δι’ αντιπροσώπου τόσο έναντι παλαιών ανταγωνιστών (Ελλάδα) όσο και νέων (Αίγυπτος και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα). Η Τουρκία έχει βρεθεί αντιμέτωπη με έναν αναδυόμενο συνασπισμό αντιπάλων στην Ανατολική Μεσόγειο: Κύπρος, Αίγυπτος, Ελλάδα, Ισραήλ. Εχει σημάνει συναγερμός στην Αγκυρα με τον ρυθμό της στρατηγικής συνεργασίας των χωρών αυτών, συμπεριλαμβανομένων κοινών διπλωματικών, στρατιωτικών και ενεργειακών πρωτοβουλιών. Η νέα συμφωνία θαλασσίων ζωνών Αγκυρας – Τρίπολης υπεγράφη ως απάντηση σε αυτή τη συνεργασία, εγκαθιδρύοντας έναν εικονικό θαλάσσιο άξονα μεταξύ του Ντάλαμαν στη νοτιοδυτική ακτή της Τουρκίας και της Ντάρνα στη βορειοανατολική ακτή της Λιβύης. Κατά την άποψη του Ερντογάν, η γραμμή αυτή θα του επιτρέψει να σπάσει το αναδυόμενο θαλάσσιο μπλοκ Κύπρου – Αιγύπτου – Ελλάδας – Ισραήλ, θέτοντας και ανάχωμα στην πίεση που ασκούν Αίγυπτος και ΗΑΕ στην Τρίπολη».

Πόσο βιώσιμη είναι, μακροπρόθεσμα, η προσέγγιση Αγκυρας – Μόσχας;

«Η Ρωσία παίζει ένα μακροπρόθεσμο παιχνίδι. Από την άνοδο του Πούτιν στην εξουσία η ρωσική πολιτική έναντι της Τουρκίας υπήρξε συνεπής, με βασική καθοδηγητική αρχή ότι δεν πρέπει ποτέ να απομονωθεί η Αγκυρα. Η στρατηγική ήταν να κρατηθεί η Τουρκία όσο πιο κοντά γίνεται στη Ρωσία και ταυτόχρονα όσο πιο μακριά γίνεται από το ΝΑΤΟ. Ο Πούτιν γνωρίζει ότι πιέζοντας πολύ την Τουρκία θα τη σπρώξει πίσω στο ΝΑΤΟ. Δεν θέλει απαραίτητα την αποχώρησή της από αυτό. Επιθυμεί την παραμονή της Αγκυρας εκεί, αλλά ως μέλος που θα λειτουργεί διαλυτικά για την αποτελεσματικότητα της Συμμαχίας. Η Ρωσία έχει επιστρέψει ως η ιστορική νέμεση της Τουρκίας εξαιτίας της αποτυχημένης στρατηγικής του Ερντογάν στη Συρία. Το πυρηνικό οπλοστάσιο και το μέγεθος των ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων θα συνεχίσουν να απειλούν την Τουρκία περισσότερο από κάθε άλλο κράτος. Επειτα δε από τη στρατιωτική ανάπτυξη στη Λαττάκεια, η Ρωσία έχει πλέον περικυκλώσει την Τουρκία από βόρεια, στην Κριμαία, από ανατολικά, στην Αρμενία, από νότια, στη Συρία».

Πιστεύετε ότι ο πρόεδρος Ερντογάν επιδιώκει να αποκτήσει ηγετικό ρόλο στον ισλαμικό κόσμο;

«Ναι, οι γειτονικές χώρες της Τουρκίας στις οποίες πλειοψηφούν οι μουσουλμάνοι, αλλά και γενικότερα οι μουσουλμάνοι πέραν των συνόρων της Τουρκίας έχουν ξεχωριστή θέση στο όραμα του Ερντογάν. Δεν είναι χαρούμενος με την αυτό-αντίληψη της Τουρκίας ως μεσαίας δύναμης. Θέλει να αναβιώσει το μεγαλείο της και προς αυτόν τον σκοπό δεν φοβάται να απορρίψει την παραδοσιακή τουρκική πολιτική να προσδέσει τη χώρα στο δυτικό σύστημα ασφαλείας. Οι πρωτοβουλίες του στη Μέση Ανατολή απομόνωσαν όμως την Τουρκία, με την εξαίρεση του Κατάρ. Ειδικότερα, οι σχέσεις της με την Αίγυπτο και τις μεσανατολικές μοναρχίες που ευθυγραμμίζονται με τη Σαουδική Αραβία επλήγησαν σοβαρά λόγω της υποστήριξης του Ερντογάν στους Αδελφούς Μουσουλμάνους στην Αραβική Ανοιξη».