«I waste time, and now doth time waste me»

Ριχάρδος ΙΙ

Η συγκυρία φαίνεται να προκαλεί ρήγματα και να απειλεί τη συναίνεση για τη σημασία της διεθνούς Δικαιοσύνης στην ελληνική στρατηγική αντιμετώπισης της Τουρκίας. Η «Χάγη» – θεμελιώδες κεκτημένο του εσωτερικού μετώπου πλέον αμφισβητείται έντονα. Η κύρια ένσταση φαίνεται να προκύπτει από μια βεβαιότητα ότι η προσφυγή στη διεθνή Δικαιοσύνη θα ενισχύσει αυτό που θα πιστεύαμε ότι αντιμετωπίζει: τον τουρκικό αναθεωρητισμό.

Ο τελευταίος δεν είναι μια κοινωνική κατασκευή της ελληνικής κουλτούρας ασφάλειας, όπως πιστεύουν κάποιοι. Η Aγκυρα κάνει ό,τι μπορεί για να επιβεβαιώσει την αντικειμενική υπόσταση των αναθεωρητικών της επιδιώξεων. Η βία εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, η απροκάλυπτη βούληση για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης, το «μνημόνιο» μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης και η σουρεαλιστική οριοθέτηση συνιστούν επεισόδια μιας αναθεωρητικής στρατηγικής par excellence!

Το τελευταίο είχε και ένα αποτέλεσμα που μάλλον δεν είχε υπολογίσει η Aγκυρα. Κατέστησε την Ελλάδα αυτόφωτο περιφερειακό παίκτη. Εξ ανάγκης είναι η αλήθεια. Η τουρκική προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων αποτυπώθηκε σε έναν χάρτη με τον πιο επίσημο αλλά και βίαιο τρόπο. Για την Αθήνα, τα διλήμματα έγιναν αφόρητα τη στιγμή που η παραδοσιακή διπλωματική διαμαρτυρία θα συνιστούσε πια στάση αυτοεξευτελισμού. Ετσι, οι περιφερειακές συνεργασίες που προέκυψαν ως αποτέλεσμα της «Ενεργειακής Ανοιξης» στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και της εξαΰλωσης των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων απέκτησαν ζωτική σημασία. Η τουρκική στρατηγική επέκταση και η αυταπάτη παγκόσμιας δύναμης ανάγκασαν την Αθήνα να δει επιτέλους τη μεγάλη εικόνα και να απαντήσει με κινήσεις σε μια γεωπολιτική σκακιέρα από το Μαρόκο μέχρι την Αραβική Χερσόνησο. Η γερμανική στρατηγική μυωπία τροφοδότησε ακόμα περισσότερο τη γεωστρατηγική χειραφέτηση της Αθήνας.

Στη διεθνή πολιτική όμως ο χρόνος και η συγκυρία είναι κρίσιμα στοιχεία. Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ είναι ότι ακόμα και στην πιο ευνοϊκή συνθήκη για την Ελλάδα η αναθεωρητική Τουρκία θα έχει πάντοτε το τακτικό πλεονέκτημα. Θα μπορεί να μας παρενοχλεί αυξομειώνοντας την ένταση με ελάχιστο κόστος. Επιπλέον, μια στρατιωτική σύγκρουση δεν θα λύσει κανένα από τα προβλήματα στις σχέσεις μας με τους γείτονες. Η φύση της ελληνοτουρκικής δυάδας είναι τέτοια που η «νίκη» να αποκλείεται. Είναι αδύνατον να οριστεί ως «νίκη» η κατάσταση ύστερα από ένα επεισόδιο.

Με αυτά τα δεδομένα, η χώρα οφείλει τάχιστα να διαμορφώσει μια νέα στρατηγική αντιμετώπισης μιας τουρκικής ηγεσίας που έχει απενοχοποιήσει το αυτοκρατορικό παρελθόν της χώρας. Σε αυτή τη στρατηγική, η διεθνής Δικαιοσύνη πρέπει να παραμείνει ζωτικής σημασίας όπλο. Η θέση μας δεν μπορεί να είναι άλλη από τη σταθερή πρόσκληση για οριοθέτηση με βάση τις προβλέψεις του Δικαίου της Θάλασσας. Ενα από τα αποτελέσματα της απότομης περιφερειακής «ενηλικίωσης» της Αθήνας είναι και ο για πρώτη φορά τουρκικός υπαινιγμός ότι δεν αποκλείεται η προσφυγή στη διεθνή Δικαιοσύνη, αλλά όχι μόνο για την οριοθέτηση. Και ξαφνικά η «Χάγη» από στρατηγικό πλεονέκτημα μετατρέπεται στην αντίληψη αρκετών σε στρατηγική δίνη. Λες και δεν ξέραμε τις θέσεις της Αγκυρας εδώ και χρόνια. Γι’ αυτό όμως η Αθήνα έχει εξαιρέσει τα ζητήματα κυριαρχίας από τη σχετική δικαιοδοσία. Οχι γιατί δεν έχουμε εμπιστοσύνη, αλλά γιατί καμία σοβαρή χώρα δεν δέχεται τη σχετικοποίηση της κυριαρχίας της. Μόνο χώρες που προέκυψαν με το τέλος της αποικιοκρατίας και τα σύνορά τους χαράχθηκαν χωρίς προηγούμενη διαδικασία εθνογένεσης.

Ο,τι και να λέει η Αγκυρα, η θέση της Ελληνικής Δημοκρατίας για τη «Χάγη» δεν πρέπει να αλλάξει. Προσφυγή για οριοθέτηση και μόνο. Δεν θα κάτσουμε στο τραπέζι με κάθε συνθήκη… Και σε κάθε περίπτωση, ξέρουμε πότε να σηκωθούμε αν χρειαστεί. Η απόρριψη όμως της «Χάγης» ως βασικό εργαλείο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής θα έχει ως αποτέλεσμα να βρεθούμε ξαφνικά η Τουρκία να μας καλεί να επιλύσουμε τις «διαφορές μας» στα διεθνή δικαιοδοτικά όργανα και εμείς να κοιτάμε το ταβάνι και να αναρωτιόμαστε πώς άλλαξαν οι ρόλοι.

Στη συγκεκριμένη συγκυρία, η οριοθέτηση με άλλες χώρες είναι κρίσιμη. Αν οι διαβουλεύσεις οδηγήσουν σε μπαράζ συνυποσχετικών για προσφυγές, ακόμα καλύτερα! Με την Αλβανία είναι καιρός να χρησιμοποιηθεί έγκαιρα η απειλή του βέτο για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων, όταν η Γαλλία άρει το δικό της. Η υπογραφή συνυποσχετικού θα πρέπει να είναι μονόδρομος για τα Τίρανα. Η Αθήνα δεν έχει περιθώριο να θέσει το θέμα στο πλαίσιο μιας μακρόσυρτης ενταξιακής διαδικασίας.

Τέλος, η αποτρεπτική ικανότητα της χώρας πρέπει να αποκατασταθεί… χθες! Πριν γοητευθούμε από νέα όπλα, ας καταστήσουμε άμεσα τα διαθέσιμα, πραγματικά… διαθέσιμα. Και κυρίως ας σκεφτούμε ότι η εξέλιξη της αμυντικής υψηλής τεχνολογίας είναι τέτοια που η χώρα μπορεί να αποκτήσει κορυφαίες δυνατότητες «άρνησης πρόσβασης/άρνησης περιοχής». Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι μια τέτοια προοπτική είναι οικονομικά πρόσφορη, ενώ η εστιασμένη συνεργασία με εταίρους όπως το Ισραήλ μπορεί να ευνοήσει την ανάδειξη εθνικών πρωταθλητών. Και εδώ το κρίσιμο είναι ο χρόνος και η συγκυρία. Δεν πρέπει να χαθεί χρόνος, δεν πρέπει να απαξιωθεί η συγκυρία.

Ο κ. Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης.