Όσο περνά ο καιρός ο Αλέξης Τσίπρας αποκαλύπτεται. Λίγες μόλις ημέρες έπειτα από την επεισοδιακή συνεδρίαση της ΚΕ και λίγες εβδομάδες πριν από το 3ο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, με καταιγιστικό για τα δεδομένα του ρυθμό, δείχνει τις διαθέσεις του.

Και σε αυτήν τη διαδικασία, οι αντιφάσεις είναι πολλές και μεγάλες.

Διαφημιζόταν για παράδειγμα τις τελευταίες ημέρες το πόσο δημοκρατικό κόμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και πώς μέσα από τον υγιή, υποτίθεται, διάλογο θα καταλήξει σε συνθέσεις και προσαρμογές για το μέλλον του.

Πλην όμως ο πρόεδρος του κόμματος είναι σαφές ότι θέλει να ξεκαθαρίσει κάτι. Δεν υπάρχει διάλογος, υπάρχει μόνο συμφωνία με τα όσα λέει και επιδιώκει εκείνος. Η διαφορετική άποψη εκλαμβάνεται ως υπονόμευση.

Δεν θα μπορούσε να το έχει πει πιο ξεκάθαρα από ό,τι το είπε το πρωί της Τρίτης στον Alpha: «Όποιος διαφωνεί, φεύγει, δεν υπονομεύει».

Με τον τρόπο αυτό ο κ. Τσίπρας πετάει το γάντι σε όσους έχουν ήδη εκφραστεί με επιφυλάξεις, ενστάσεις και διαφωνίες στα σχέδιά του για τον ΣΥΡΙΖΑ. Το θέμα είναι τι θα γίνει αν δεν φυγουν και ποια η εξέίξη αν ο ίδιος δε επιτύχει τους στόχους του στις εκλογές.

Επί της ουσίας ο κ. Τσίπρας σαλπίζει την έναρξη μία νέας φάσης  για το κόμμα του. Με εκείνον ως εικόνισμα σε κάθε γραφείο…

Είναι δεδομένο ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ο ΣΥΡΙΖΑ θα μετατραπεί σε ένα κόμμα προσωποκεντρικό, αρχηγικό και εν τέλει, αυταρχικό. Όχι και πολύ μεγάλη η έκπληξη ως προς τούτα.

Τα άλλα περί προσέγγισης με την Σοσιαλδημοκρατία είναι απλώς φούμαρα. Στην ουσία η πορεία που ακολουθείται είναι μία επιστροφή στα πρότυπα της αναχρονιστικής και παραδοσιακής Αριστεράς.

Δίχως κανένα ιδεολογικό μανδύα και με σαφή επιδίωξη μία και μοναδική, την επιστροφή στην εξουσία.

Με δεδομένη την απουσία πολιτικής πρότασης, τουλάχιστον προς το παρόν, ο κ. Τσίπρας ονειρεύεται το κόμμα αποκλειστικά και μόνο ως μηχανισμό εξουσίας και αυτό το μοναδικό δέλεαρ που προσφέρει στους προθύμους συνοδοιπόρους του, είτε αυτοί προέρχονται από το ΠαΣοΚ, είτε από το ΚΚΕ, από την Αριστερά, την Δεξιά, τους ΑΝΕΛ ή από οπουδήποτε αλλού.

Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι όλα αυτά έχουν κάποια στοιχεία στεγνού πολιτικού κυνισμού και ενδεχομένως ρεαλισμού.

Σε μία τέτοια περίπτωση όμως, υπάρχει μία προϋπόθεση σε εκκρεμότητα: ότι ο κ. Τσίπρας και αποκλειστικά εκείνος, διαθέτει πράγματι το εκτόπισμα ώστε να τα κατορθώσει όλα αυτά. Ότι είναι σε θέση να σηκώσει το βάρος και να είναι αυτός, μόνος του, ο φορέας της ελπίδας και της προσδοκίας και εκείνος που θα λατρευτεί ως ηγέτης από παλαιότερες εποχές. Είναι δε ενδιαφέρον ότι με κάθε ευκαιρία αποδεικνύει ότι ταυτίζεται απολύτως με τον Πολάκη. «Μόνος μου και όλοι σας», όπως θα έλεγε και ο πρώην υπουργός του.

Υπάρχει για εκείνον ο κίνδυνος να μην κατορθώσει τίποτε από όλα αυτά. Είναι φανερό ότι η αυταρέσκεια και η οίηση έχουν πλέον κυριαρχήσει στην πολιτική του αντίληψη.

Και στην όχι απίθανη περίπτωση κατά την οποία δεν θα κερδίσει το μεγάλο του πολιτικό στοίχημα, η εξέλιξη για εκείνον δεν θα είναι ευχάριστη.