Με την ελληνική ταινία «Ολα είναι δρόμος» (1997) του Παντελή Βούλγαρη αρχίζει ο νέος κύκλος προβολών που εδώ και πέντε χρόνια διοργανώνει η Ελληνική Ψυχαναλυτική Εταιρεία, με γενικό τίτλο «Σινεμά με τον Φρόιντ». Η «έδρα» των προβολών εφέτος θα είναι ο κινηματογράφος Τριανόν (Κοδριγκτώνος 21 & Πατησίων 101) και η  προβολή του «Ολα είναι δρόμος» θα γίνει την Κυριακή 21 Οκτωβρίου στις 17.00. Για την ταινία θα συζητήσουν οι Μαρία Παραδείση, αναπληρώτρια καθηγήτρια-ιστορικός κινηματογράφου, Ντένυ Πάνιτς, ψυχαναλύτρια, Γιώργος Γκικαπέππας, σκηνοθέτης. Το εφετινό πρόγραμμα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε ό,τι αφορά την επιλογή ανόμοιων μεταξύ τους ταινιών, πράγμα που σημαίνει ότι οι συζητήσεις που θα ακολουθήσουν θα έχουν επίσης ενδιαφέρον.
Οπως στις «Ησυχες μέρες του Αυγούστου», έτσι και στο «Ολα είναι δρόμος», τρεις μικρές, ανθρώπινες ιστορίες συνθέτουν μια μεγάλου μήκους ταινία του Παντελή Βούλγαρη, αν και εδώ η ταινία είναι σπονδυλωτή με τρεις διαφορετικές μεταξύ τους ιστορίες. Ο σπαραγμός των ανθρώπων της πόλης αντικαθίσταται από εκείνον των κατοίκων της Βόρειας Ελλάδας. Νιώθεις τη ζεστασιά του Βούλγαρη για το χώμα, το νερό και τον αέρα ενός τόπου σπάνιας ομορφιάς. Διακρίνεις όμως και μια βαθιά αίσθηση μελαγχολίας, καθώς ο τόπος αυτός (και οι άνθρωποί του) μοιάζουν (τουλάχιστον στην ταινία) μαραζωμένοι. Παραδομένοι. Ο θάνατος, που ανέκαθεν προβλημάτιζε τον σκηνοθέτη με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, δίνει κι εδώ στυγνός το παρόν. Στην ταινία πρωταγωνιστούν ο Θανάσης Βέγγος, ο Γιώργος Αρμένης και ο Δημήτρης Καταλειφός.
Ο «Καθρέφτης» (Zerkalo, Ρωσία, 1974) του Αντρέι Ταρκόφσκι καταγράφει στιγμές από τη ζωή ενός σαραντάχρονου που οδεύει προς τον θάνατο και ανασκοπεί το παρελθόν του. Οι αλληγορικές διαθέσεις του «Καθρέφτη» δεν αφορούν μόνο την υπαρξιακή αγωνία του ήρωα (alter ego του σκηνοθέτη), αλλά ακόμα και την ιστορία της πατρίδας του. Θα ήταν ενδιαφέρον πάντως να δούμε εάν σήμερα η ταινία εκπέμπει την ίδια μαγεία που εξέπεμπε πριν από 40 ολόκληρα χρόνια…
Ο «Αθώος» («L’ innocente», Ιταλία, 1976) είναι το κύκνειο άσμα του Λουκίνο Βισκόντι και η καλύτερη από τις αρκετές κινηματογραφικές μεταφορές του ομότιτλου μυθιστορήματος του Γκαμπριέλ Ντ’ Ανούντσιο. Είναι η ιστορία του Τούλιο Ερμίλ (Τζιανκάρλο Τζανίνι), ευγενούς στους τρόπους αριστοκράτη αλλά ανθρώπου χωρίς ηθική και με ανήσυχη, αισθησιακή ιδιοσυγκρασία, εξαιτίας της οποίας απατά τη σύζυγό του μέχρι που μια σοβαρή ασθένειά της φαίνεται να τον φέρνει πιο κοντά σε αυτήν. Είναι όμως μια πραγματικότητα ή μήπως μια ψευδαίσθηση;
Το «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» («Suddently, last summer», HΠA, 1959), ένα από τα πολλά έργα του αμερικανού θεατρικού συγγραφέα Τένεσι Γουίλιαμς (1914-1983) που έχουν μέχρι σήμερα μεταφερθεί στον κινηματογράφο, καταφέρνει να διεισδύσει στις απόκρυφες πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης και συνείδησης, με «ήρωες» ανθρώπους βουτηγμένους στον πόνο, στην κάθε μορφής βία και στην ταραχή. Λαμβάνει χώρα στον αμερικανικό Νότο (απ’ όπου καταγόταν ο συγγραφέας) και σχετίζεται με τις επιπτώσεις που έχει το τραγικό συμβάν του βιασμού ενός νεαρού σε μερικούς από τους κοντινούς συγγενείς και γνωστούς του. Οι Ελίζαμπεθ Τέιλορ, Μοντγκόμερι Κλιφτ και Κάθριν Χέπμπουρν κρατούν τους βασικούς ρόλους.
Τέλος, με  το «Αγγίρε, η μάστιγα του Θεού» («Aguirre, der zorn Gottes», Δυτική Γερμανία, 1972) ο Γερμανός Βέρνερ Χέρτσογκ μάς μεταφέρει στη Νότια Αμερική του 16ου αιώνα, όπου μερικές μόλις δεκαετίες μετά την καταστροφή της αυτοκρατορίας των Ινκας μια ομάδα ισπανών κατακτητών με ηγέτη τον Αγκίρε διασχίζει τον Αμαζόνιο και καταλήγει στη «χρυσή πόλη» του Ελ Ντοράντο. Εκεί ο Αγκίρε, άνθρωπος αδίστακτος που ενδιαφέρεται μόνον για τα πλούτη, αναλαμβάνει τα σκήπτρα του αρχηγού και ξεπερνώντας κάθε όριο λογικής μετατρέπεται σε απόλυτο καταστροφέα. Η έναρξη της γόνιμης συνεργασίας (γεμάτης ωστόσο από πάθη, τσακωμούς και απειλές θανάτου) του γερμανού σκηνοθέτη Βέρνερ Χέρτσογκ με τον συμπατριώτη του ηθοποιό Κλάους Κίνσκι (Αγκίρε) έγινε μέσα από αυτό το καταραμένο έπος που αρχίζει σαν περιπέτεια για να πάρει σύντομα τη μορφή του απόλυτου εφιάλτη.