Σε εκτενείς τους αναλύσεις και άρθρα, οι γερμανοί αρθρογράφοι επιχειρούν να απαντήσουν στο ερώτημα που βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα οικονομικά και εάν όντως μπορεί να γιορτάζεται το τέλος της κρίσης;
Ιδιαίτερα απογοητευτικός είναι ο απολογισμός του οικονομικού περιοδικού Manager Magazin. Μπορεί η οικονομία να αναπτύσσεται πλέον με ικανοποιητικούς ρυθμούς, ωστόσο «σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται στα επίπεδα του 2000 και συνεπώς είναι φτωχότερη σε σχέση με την εποχή προ-ευρώ. […]. Γενικά η Ελλάδα παραμένει ένα πεδίο οικονομικής καταστροφής με αμυδρά σημάδια ανάκαμψης. Οι οργισμένες διαμαρτυρίες έδωσαν τη θέση τους στην παραίτηση. Ακόμη και η μισητή Τρόικα των ξένων επιτηρητών παραμένει στη χώρα».
Στο ίδιο μήκος κύματος και η Augsburger Allgemeine που καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: «Μπορεί από το 2017 η οικονομία της Ελλάδας να αναπτύσσεται και πάλι, αλλά με εμφανώς πιο αδύναμους ρυθμούς από τους προσδοκώμενους. Υπό αυτή την έννοια δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη ότι μέχρι και την τελευταία στιγμή οι πιστωτές αναζητούσαν κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι θα συνεχίσουν να υφίστανται κάτι σαν ‘εποικοδομητικές πιέσεις’. Το εργαλείο στο οποίο συμφώνησε το Eurogroup ακούγεται τόσο αυστηρό που καθιστά το όνειρο των Ελλήνων για μια ζωή χωρίς έξωθεν καθοδήγηση σχεδόν απατηλό. Διότι η Ελλάδα θα παραμείνει υπό την εποπτεία του ESM έως το 2066».
Spiegel: Πενιχρά τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις
Υπό τον τίτλο «Η εκποίηση της Ελλάδας αποφέρει ελάχιστα χρήματα» το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel προχωρά σε έναν απολογισμό από το πεδίο που αποτέλεσε βασικό πυλώνα της πολιτικής διάσωσης, τις ιδιωτικοποιήσεις.
Ιδιαίτερα φτωχός ο απολογισμός που παρουσιάζεται και ο οποίος στηρίζεται μάλιστα σε στοιχεία της γερμανικής κυβέρνησης: όπως προκύπτει από απάντηση του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών έπειτα από ερώτηση που κατέθεσε το κόμμα της Αριστεράς, από το 2011 μέχρι το 2017 οι ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα απέφεραν μόλις 5,1 δις ευρώ. «Και αυτό παρότι τα έσοδα έπρεπε να είναι δεκαπλάσια. Ο στόχος των 50 δις ευρώ συμφωνήθηκε το 2015 ως μέρος του τρίτου προγράμματος, παρότι θεωρούνταν ήδη και τότε μη ρεαλιστικός».
Σύμφωνα με το Spiegel οι βασικοί λόγοι των καθυστερήσεων που σημειώνονται είναι οι πολιτικές αντιδράσεις αφού «όπως και οι προκάτοχοί του έτσι και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στην ουσία κατά των ιδιωτικοποιήσεων». Ένας ακόμη λόγος είναι ότι οι ιδιωτικοποιήσεις γίνονται υπό την πίεση του χρόνου και σε μια κακή οικονομική συγκυρία που δεν επιτρέπει καλές τιμές πώλησης.