Μετρονόμος της καθημερινότητας, η εφημερίδα δεν διεκδικεί συνήθως τη δόξα των μεγάλων κλασικών βιβλίων. Κάποιο «αγαπημένο ανάγνωσμα» προκύπτει αργά ή γρήγορα στη ρύμη αυτοβιογραφικών ρεμβασμών, αλλά σπανίως, αν ποτέ, αυτό συμβαίνει να είναι εφημερίδα. Ωστόσο, η εφημερίδα έχει τον δικό της τρόπο να διεκδικεί κύρος διαχρονίας και κλασικότητας· έχει τον δικό της τρόπο να αφηγείται την τύρβη της ζωής μας, να ταυτίζεται με τα σημαδιακά βιώματά μας, να ανακαλεί συνειρμικά τις καθημερινές μας και τις Κυριακές μας. Τα εφήμερα «αποκόμματα» έχουν τον δικό τους τρόπο να συγκροτούν «πλοκή».
Και κάποτε μια εφημερίδα, στο άνυσμα του χρόνου, κατορθώνει να αναδειχθεί σε αναγνωρίσιμη και εμβληματική επιτομή μιας συγκεκριμένης αντίληψης για την πολιτική, τον πολιτισμό, την αισθητική και τη γλώσσα. Αν με την επίμονη προτροπή του Δημήτρη Μαρωνίτη, πριν από είκοσι χρόνια, έδωσα το πρώτο κείμενό μου στο «Βήμα», ήταν επειδή αισθανόμουν ότι η εφημερίδα αυτή έχει κερδίσει ακριβώς μια τέτοια θέση στην ιστορία του ελληνικού Τύπου.
Είναι εδώ και πολύν καιρό προφανές ότι οι σημερινοί κυβερνώντες δεν συμμερίζονται το είδος της κουλτούρας και κοσμοαντίληψης που εκπροσωπεί «Το Βήμα». Πίσω από τις συγκυρίες και τα προσχήματα, πίσω από τις επικλήσεις της νομιμότητας, πίσω από τους φαρισαϊσμούς των «ηθικώς πλεονεκτούντων», πέρα από τις λεπτομέρειες των πραγμάτων και την τακτική των προσώπων, θεωρώ ότι το πρόβλημα ήταν από την αρχή και παραμένει κατ’ ουσίαν αυτό. Είναι περιττό να ξαναθυμηθούμε τον τρόπο με τον οποίον οι κρατούντες συνέλαβαν τη φιλοδοξία να το επιλύσουν. Θα πούμε μόνο ότι το ξημέρωμα καθημερινής ή Κυριακής χωρίς «Βήμα» είναι σε τελική ανάλυση ζήτημα της δημοκρατίας και του πολιτισμού μας.
O κ. Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής είναι ακαδημαϊκός, καθηγητής του Τμήματος Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ