Εδώ και δεκαετίες, από την εποχή που ο Λέων Καραπαναγιώτης ήταν διευθυντής, συνεργάζομαι με «Το Βήμα». Η συνεργασία ήταν πάντα εξαιρετική και για μένα πολύ παραγωγική. Με ανάγκαζε, ακόμα όταν εργαζόμουν στο εξωτερικό, να παρακολουθώ τα γεγονότα στη χώρα μου και να συμβάλλω, όσο μου ήταν δυνατό, σε μια σειρά από προβληματισμούς, κυρίως στον πολιτικό και κοινωνικό χώρο. Ηταν ένας τρόπος να συνδέω το επιστημονικό μου έργο με την κοινωνική πραγματικότητα, με το ιστορικό γίγνεσθαι.
«Το Βήμα» συνδέεται άμεσα με τη μεσοπολεμική και τη μεταπολεμική ιστορία της χώρας. Παρ’ όλες τις κατά καιρούς κριτικές που έχουν γίνει από διάφορες παρατάξεις, παραμένει αναμφισβήτητα μια εφημερίδα κύρους. Είχε και εξακολουθεί να έχει έναν αντιαυταρχικό, κοινωνικά προοδευτικό, σοσιαλδημοκρατικό προσανατολισμό. Αυτή τη στιγμή, στην πολιτική αρένα καλύπτει τον κεντρώο και κεντροαριστερό χώρο. Δεν γνωρίζω την εσωτερική οργάνωση και τις λειτουργίες ή δυσλειτουργίες του ΔΟΛ –ούτε τα βασικά αίτια του σημερινού αδιεξόδου. Είμαι όμως σίγουρος πως αν δεν βρεθεί λύση για τη διάσωση του «Βήματος» και των «Νέων», αυτό θα είναι ένα μεγάλο πλήγμα για τον δημοσιογραφικό χώρο και μεγάλη απώλεια για τους αναγνώστες τους. Και τα δύο φύλλα βοήθησαν τους πολίτες να πληροφορούνται και να προβληματίζονται όχι μόνο από συζητήσεις στο καφενείο, αλλά και από μια ομάδα έγκριτων δημοσιογράφων και συνεργατών στον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό χώρο. Οσο για τους εργαζόμενους στον ΔΟΛ που αυτή τη στιγμή δικαίως απεργούν, αυτοί αποτελούν το πιο πολύτιμο κεφάλαιο του Οργανισμού. Το να βρεθούν ξαφνικά χωρίς εργασία δεν είναι μόνο ένα ανθρώπινο πρόβλημα, είναι και πρόβλημα κατασπατάλησης ενός εργατικού δυναμικού που είναι απαραίτητο για να πάει μπροστά η χώρα.
Ο ΔΟΛ είναι μεν μια ιδιωτική επιχείρηση, έχει όμως πάρει τον χαρακτήρα ενός ισχυρού θεσμού στον δημόσιο χώρο. Δεν πρόκειται για μια οποιαδήποτε εμπορική επιχείρηση. Αρα δεν μπορεί η τύχη του να αποφασισθεί με μόνο χρηματοοικονομικά κριτήρια της αγοράς. Πρόκειται για έναν οργανισμό που επηρεάζει σε ένα σημαντικό βαθμό τη φυσιογνωμία και την κουλτούρα όλων των θεσμικών χώρων. Η έκλειψή του θα μειώσει τον δημοκρατικό πλουραλισμό και θα εντείνει την επιρροή του κίτρινου Τύπου.
Συμπέρασμα, πρέπει να βρεθούν τρόποι για την επιβίωση των «Νέων» και του «Βήματος». Σε πολλές χώρες, σε περίπτωση παρόμοιας δημοσιογραφικής κρίσης, υπάρχει κρατική στήριξη. Στην προκειμένη περίπτωση, κάτι τέτοιο δεν είναι πιθανό. Οι τράπεζες όμως στις οποίες οφείλονται τα μεγαλύτερα χρέη πρέπει να βρουν τρόπους διάσωσης. Οχι «κούρεμα» του χρέους αλλά αναδιάρθρωση, π.χ. με αλλαγή στο ύψος των τόκων και στις περιόδους εξόφλησης. Βέβαια, οι τράπεζες πρέπει να απαιτήσουν ριζικές αλλαγές, κυρίως στο διευθυντικό επίπεδο. Οσοι σκέπτονται όχι με στενά κομματικά, αλλά με εθνικά και δημοκρατικά κριτήρια πρέπει να υποστηρίξουν δυναμικά την προσπάθεια διάσωσης του «Βήματος» και των «Νέων».
Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στην LSE.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ