«Τώρα ξεκινά η πραγματική μάχη με τα «κόκκινα» δάνεια». Με τη φράση αυτή δίνει κορυφαία τραπεζική πηγή το στίγμα της νέας επιθετικότερης στρατηγικής που θα ακολουθήσουν οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι για τη μείωση των επισφαλειών. Το σχέδιό τους κινείται σε δύο άξονες: πρώτον, θα στηριχθεί η μακροχρόνια βιωσιμότητα συνεργάσιμων πελατών που έχουν σοβαρές πιθανότητες ανάκαμψης και, δεύτερον, θα υπάρξει «κυνηγητό» σε οφειλέτες που δεν έχουν καμία ελπίδα να ξαναγίνουν ενήμεροι ή δεν είναι συνεργάσιμοι για την τακτοποίηση της υπόθεσής τους.
Οι κινήσεις αυτές θα υλοποιηθούν τόσο από τις εσωτερικές μονάδες μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των πιστωτικών ιδρυμάτων όσο και μέσω εξειδικευμένων εταιρειών που με τη σχετική άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος θα διαχειριστούν ένα μεγάλο μέρος των προβληματικών χαρτοφυλακίων για λογαριασμό των τραπεζών.
«Το «μαξιλάρι» κεφαλαίων που έχουμε μετά την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση του συστήματος κινείται στην περιοχή των 10 δισ. ευρώ. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το υψηλό ποσοστό κάλυψης των επισφαλών απαιτήσεων, που φτάνει κατά μέσον όρο το 70%, θα μας επιτρέψει να γίνουμε πιο ενεργοί το επόμενο διάστημα προς την κατεύθυνση εξυγίανσης του ενεργητικού μας» τονίζει γενικός διευθυντής μεγάλου ομίλου.
Ρυθμίσεις με… ορίζοντα
Στο πλαίσιο αυτό οι ρυθμίσεις, σε αντίθεση με τον βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα των προηγουμένων ετών, στοχεύουν πλέον να εξασφαλίσουν την ομαλή αποπληρωμή των δανείων σε ένα βάθος αρκετών ετών. Με τον τρόπο αυτόν τα ρυθμισμένα δάνεια σε πρώτη φάση θα μειώνουν το ύψος των χορηγήσεων με καθυστέρηση άνω των τριών μηνών (NPLs).Αν ακολουθήσει ένας χρόνος εμπρόθεσμων αποπληρωμών, τα δάνεια αυτά θα αφαιρούνται και από τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs), η πορεία του οποίου θα κρίνει την επιτυχία του εγχειρήματος. Είναι κρίσιμο ωστόσο η ομαλή εξόφληση να συνεχιστεί για πιο μεγάλο διάστημα διότι ακόμη και με έναν μήνα νέας καθυστέρησης το δάνειο θα χαρακτηρίζεται εκ νέου προβληματικό.
Στον αντίποδα, οι στρατηγικοί κακοπληρωτές, αλλά και όσοι είναι αδύνατον να σταθούν ξανά «στα πόδια τους», δεν θα αποφύγουν τις αναγκαστικές εκτελέσεις της περιουσίας τους. Από τον τρόπο που θα κινηθεί η αγορά με τις παραπάνω κινήσεις οι τραπεζίτες θα τεστάρουν τις δυνατότητες ανάκτησης που έχουν ώστε σε δεύτερο χρόνο να επιταχυνθούν οι παραχωρήσεις προς διαχείριση και οι πωλήσεις δανείων σε funds που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον τομέα.
Ανάθεση 5 δισ. ευρώ
«Πρόκειται για μια διαδικασία που θα πάρει χρόνο» σημειώνει ανώτατο τραπεζικό στέλεχος. Οπως εξηγεί, «υπό τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες δεν μπορούμε να τιμολογήσουμε τα δάνεια. Θα πρέπει πρώτα να σταθεροποιηθεί το κλίμα αλλά και να υποχωρήσει σε χαμηλότερα επίπεδα η απόδοση των κρατικών ομολόγων, η οποία αποτελεί τη βάση για την αποτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού μας».
Ο ίδιος εκτιμά ότι ως και το τέλος του 2017 οι χορηγήσεις που θα ανατεθούν στα εξειδικευμένα σχήματα επισφαλειών μπορεί να ξεπεράσουν ακόμη και τα 5 δισ. ευρώ. «Αυτό θα γίνει σταδιακά, με ρυθμούς που θα επιταχύνονται όσο ομαλοποιείται η κατάσταση στην οικονομία» προσθέτει σχετικά. Υπογραμμίζει πάντως ότι δύσκολα θα δούμε πωλήσεις δανείων, τουλάχιστον μέσα στους επόμενους 12 μήνες.
Οι πρώτες ρευστοποιήσεις απαιτήσεων αναμένεται να αφορούν επιχειρηματικά δάνεια αλλά και χρέη από την κατηγορία της καταναλωτικής πίστης, τα οποία έχουν πλέον καλυφθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου με προβλέψεις.
Η πίεση από τον επόπτη
Οι παραπάνω ρυθμοί τακτοποίησης των εκκρεμοτήτων συμβαδίζουν με τη γραμμή που θα δοθεί από τον επόπτη του συστήματος, τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM). Την περασμένη εβδομάδα η επικεφαλής του Μηχανισμού Ντανιέλ Νουί με δημόσια τοποθέτησή της προσπάθησε να κατευνάσει τις ανησυχίες ότι θα υποχρεώσει τις τράπεζες να ρυθμίσουν μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα τα προβληματικά τους δάνεια. Οπως είπε, ο SSM θα είναι ευέλικτος και θα προκρίνει τις κατάλληλες λύσεις, ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των επισφαλειών, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη το μακροοικονομικό περιβάλλον κάθε χώρας. Στο πλαίσιο αυτό θα υπάρχει προσαρμογή των κατευθυντήριων αρχών του εποπτικού οργάνου της ΕΚΤ σε κάθε τράπεζα ξεχωριστά, εξήγησε η κυρία Νουί.Στις αρχές του φθινοπώρου ο SSΜ θα δημοσιοποιήσει τις θέσεις του για την ευρύτερη στρατηγική που θα πρέπει να ακολουθήσει ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος, έχοντας αντλήσει προηγουμένως σημαντικές πληροφορίες από τα πιστωτικά ιδρύματα για τα χαρτοφυλάκιά τους. Ειδικά για τις ελληνικές τράπεζες έχει γίνει μεγαλύτερη ανάλυση των δεδομένων λόγω των δύο stress tests στα οποία έχουν υποβληθεί από το 2014 ως σήμερα.
Αβεβαιότητα
Τα ρίσκα που «βλέπουν» οι ξένοι ακόμη στην Ελλάδα
Η απόφαση για την εκταμίευση της πρώτης δόσης του ελληνικού προγράμματος από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ανακούφισε τις αγορές, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι τα ρίσκα έχουν εξαλειφθεί. Από τις επαφές που είχαν με επενδυτές και μετόχους τις δύο προηγούμενες εβδομάδες στο εξωτερικό οι διοικήσεις των τραπεζών προκύπτει ότι οι ξένοι δεν έχουν πειστεί ακόμη ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας.
Αβεβαιότητα
Τα ρίσκα που «βλέπουν» οι ξένοι ακόμη στην Ελλάδα
Η απόφαση για την εκταμίευση της πρώτης δόσης του ελληνικού προγράμματος από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ανακούφισε τις αγορές, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι τα ρίσκα έχουν εξαλειφθεί. Από τις επαφές που είχαν με επενδυτές και μετόχους τις δύο προηγούμενες εβδομάδες στο εξωτερικό οι διοικήσεις των τραπεζών προκύπτει ότι οι ξένοι δεν έχουν πειστεί ακόμη ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας.
Οπως τονίζει τραπεζίτης που είχε κατ’ ιδίαν συναντήσεις με τους επικεφαλής μεγάλων επενδυτικών σχημάτων, «όλοι ζητούν να τους πούμε ποιος θα είναι ο επόμενος καταλύτης μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης για να γυρίσουν οριστικά οι τράπεζες σελίδα».
Οι κίνδυνοι
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι που «βλέπουν» οι αγορές ως απειλή για την πορεία ανάκαμψης ως και το τέλος του έτους είναι οι εξής:
- Ενδεχόμενη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η οποία θα περιλαμβάνει δύσκολα θέματα όπως τα εργασιακά.
Στόχος της κυβέρνησης είναι να κλείσει η συμφωνία με τους θεσμούς το αργότερο ως τον Νοέμβριο, ωστόσο μετά την εμπειρία του τελευταίου ενάμιση χρόνου κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει μια νέα καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων.
- Η επίδραση των νέων φορολογικών μέτρων στην οικονομία.
Οι επενδυτές θέλουν δουν πώς θα αντιδράσουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις στην πολιτική λιτότητας που θα αρχίσει να εφαρμόζεται τους επόμενους μήνες. Αν οι ενδείξεις για το δημοσιονομικό αποτέλεσμα δεν είναι ενθαρρυντικές, θα αυξηθούν οι ανησυχίες για ενεργοποίηση του «κόφτη» δαπανών, κάτι που θα έχει επιπλέον υφεσιακή επίπτωση στην οικονομία.
- Ακόμη δεν μπορεί να εκτιμηθεί η αντίδραση των δανειοληπτών στις φορολογικές επιβαρύνσεις που έρχονται.
Αν υπάρξει νέο κύμα επισφαλειών λόγω της συρρίκνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος, το πισωγύρισμα θα έχει κόστος για τις τράπεζες καθώς θα αυξήσει τις ανάγκες για διενέργεια προβλέψεων δυσκολεύοντας τον στόχο που έχει τεθεί για επιστροφή στην κερδοφορία από εφέτος.
- Αγνωστο παραμένει το ποια στάση θα κρατήσει το ΔΝΤ, το οποίο έχει ήδη θέσει το ζήτημα της ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους προκειμένου να συνεχίσει να συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα.
Μια αναζωπύρωση της διαμάχης μεταξύ του Ταμείου και της ευρωζώνης θα αυξήσει την αβεβαιότητα και ενδεχομένως να καθυστερήσει την ολοκλήρωση των συζητήσεων ελληνικής κυβέρνησης και θεσμών που αποτελεί προϋπόθεση για την εκταμίευση των επόμενων δόσεων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ