Είναι εξαιρετικά δύσκολο να κρατήσει κάποιος αρχείο με όσα γράφονται στο Διαδίκτυο και ακούγονται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης για τον θάνατο του Βαγγέλη Γιακουμάκη, οι λεπτομέρειες του οποίου κυριαρχούν στην ειδησεογραφία της τελευταίας εβδομάδας. Ειδικά από την Κυριακή, οπότε ανακαλύφθηκε το πτώμα του 20χρονου Κρητικού, που έπεσε θύμα bullying από συμφοιτητές του, είναι πολύ λίγα όσα δεν έχουν γραφτεί για την υπόθεση που συγκλόνισε την Ελλάδα. Οσοι εκφράζουν τις απόψεις τους το κάνουν συνήθως προσπαθώντας να αναγάγουν τον θάνατο σε μια υπόθεση που αφορά πολύ περισσότερους από τους άμεσα εμπλεκόμενους και κυρίως προκειμένου να εξαγάγουν ή να επιβεβαιώσουν κάποιο συμπέρασμα για την ελληνική κοινωνία. Παραμένει αμφίβολο το κατά πόσο αυτή αποτελεί την ενδεδειγμένη αντιμετώπιση μιας τέτοιας υπόθεσης, ειδικά όταν έχει συγκεκριμένους πρωταγωνιστές, καθώς και εμπλεκόμενους. Είναι γνωστό ότι στην αναμπουμπούλα χαίρεται ο λύκος –εν προκειμένω, οι δράστες.
Ωστόσο, εν μέσω της «καταιγίδας», αξίζει να σταθεί κάποιος σε δύο σημεία σχετικά με την, κατά τα φαινόμενα, αυτοκτονία του Βαγγέλη Γιακουμάκη, ενός 20χρονου άνδρα ο οποίος σε πλήθος δημοσιευμάτων έχει χαρακτηριστεί ως «ευαίσθητος», «χαμηλών τόνων» και «μοναχικός». Αφενός υπάρχουν οι δηλώσεις του θείου του, Γιώργου Δρυγιαννάκη (24 Φεβρουαρίου στο protothema.gr), όταν κλήθηκε να σχολιάσει τα σενάρια περί σεξουαλικής κακοποίησης του φοιτητή, τα οποία τότε διαδίδονταν. Ο κ. Δρυγιαννάκης υιοθέτησε ασυνήθιστη στάση απέναντι στο ενδεχόμενο: «Τα σενάρια περί σεξουαλικής κακοποίησης είναι προϊόν επιστημονικής φαντασίας. Ο Βαγγέλης είναι καθαρό παιδί. Αν μου προέκυπτε κάτι τέτοιο, θα το έλεγα από την αρχή, ξέρω τι παιδί έχουμε, δεν περιμένω από τον καθένα να μου πει τι είναι ο Βαγγέλης».
Θα ήταν άραγε «βρώμικος» στα μάτια κάποιων αν πράγματι είχε πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης; Από την άλλη, υπάρχει η εμφάνιση ιστοσελίδας που εκτόξευε ομοφοβικά, υβριστικά σχόλια κατά του νεκρού (ταυτοχρόνως υποθέτοντας, απολύτως αυθαίρετα, ότι ο Βαγγέλης ήταν ομοφυλόφιλος) και η ακόλουθη, αυτεπάγγελτη παρέμβαση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, η οποία άσκησε ποινική δίωξη για δημόσια υποκίνηση βίας και μίσους μέσω Διαδικτύου, κατ’ εφαρμογή του αντιρατσιστικού νόμου.
Δυστυχώς, σε αυτή την πρώιμη φάση, η αχλύς των στερεοτύπων καλύπτει τα ακριβή γεγονότα. Ελάχιστα πράγματα έχουν γίνει γνωστά για τους δράστες και, ενδεχομένως, για το δίκτυο που τους συγκαλύπτει, αφήνοντας χώρο στις ερμηνείες να κατεβαίνουν από τα κεφάλια όσων τις αποπειρώνται. Στα μάτια κάποιων, ένας «ευαίσθητος» νέος άνδρας είναι «ύποπτος» ως ομοφυλόφιλος. Σύμφωνα με μια αντίστοιχη λανθασμένη αντίληψη, μια ομοφοβική επίθεση είναι καταδικαστέα μόνο όταν απευθύνεται σε μη ομοφυλόφιλο. Ο μοναδικός τρόπος να υποχωρήσει το ασύδοτο κυνήγι μαγισσών που έχει στηθεί γύρω από τον θάνατο του Βαγγέλη Γιακουμάκη είναι να προχωρήσουν ως το τέλος οι έρευνες των Αρχών, οι δράστες και οι συνεργοί τους να αποκτήσουν πρόσωπα και ονόματα και τα γεγονότα να εξιστορηθούν πλήρως. Αν δεν συμβεί σύντομα αυτό, το μίσος θα κρύβεται εσαεί πίσω από τις προκαταλήψεις και τις ασάφειες.
Δεν είναι ασυνήθιστο σε αντίστοιχα εγκλήματα να αναδεικνύεται το πρόβλημα της εξάπλωσης του μίσους και της ρητορικής του. Μια εμβληματική υπόθεση, η οποία παρουσιάζει λίγες ομοιότητες και πολύ περισσότερες διαφορές με εκείνη του Βαγγέλη Γιακουμάκη, είναι εκείνη του βασανισμού και τελικώς της δολοφονίας του Αμερικανού Μάθιου Σέπαρντ το 1998. Ωστόσο, στην υπόθεση του Σέπαρντ, η οργή της κοινής γνώμης και η καίρια παρέμβαση των θεσμών κατέληξε σε αυστηρότερη νομοθεσία κατά της ρητορικής του μίσους και της ομοφοβίας στις ΗΠΑ, καθώς και σε ευαισθητοποίηση του κοινού παγκοσμίως. Επιπλέον, πρόκειται για μια υπόθεση για την οποία, ακόμη και σήμερα, 17 χρόνια μετά, έρχονται νέα στοιχεία στο φως της δημοσιότητας και προκαλεί συζητήσεις.
Τη νύχτα της 6ης Οκτωβρίου του 1998 ο 21χρονος Μάθιου Σέπαρντ, ένας νεαρός ανοιχτά γκέι, ο οποίος ζούσε στην πόλη Λάραμι στην Πολιτεία Γουαϊόμινγκ των ΗΠΑ, βγήκε στο «φιλικό προς τους γκέι» τοπικό κλαμπ Fireside Lounge. Εκεί συνάντησε τον τότε 22χρονο Ααρον Μακίνεϊ και τον τότε 21χρονο Ράντελ Χέντερσον. Φεύγοντας οι δύο συμφώνησαν να οδηγήσουν τον Σέπαρντ ως το σπίτι του με το αυτοκίνητό τους. Ωστόσο, τελικώς τον οδήγησαν σε μια ερημική τοποθεσία κοντά στο Λάραμι, τον χτύπησαν επανειλημμένα με τη λαβή ενός πιστολιού ώσπου να τραυματιστεί ανεπανόρθωτα το κρανίο του και να καλυφθεί το πρόσωπό του από το αίμα και τον βασάνισαν. Τον έδεσαν σε έναν φράχτη και τον άφησαν εκεί να πεθάνει. Επειτα από 18 ώρες, ένας περαστικός ποδηλάτης ανακάλυψε τον αιμόφυρτο Σέπαρντ σε κώμα. Ο Σέπαρντ πέρασε τις επόμενες ημέρες στο νοσοκομείο έως ότου ξεψύχησε, στις 12 Οκτωβρίου.
Καθώς γίνονταν αποκαλύψεις για την υπόθεση και καθώς προχωρούσε η δίκη των δραστών, για να καταδικαστούν σε δις ισόβια, το ενδιαφέρον για την υπόθεση φούντωνε ολοένα και περισσότερο. Αν και το έγκλημα τελικώς δεν θεωρείται έγκλημα μίσους, εξαιτίας κενών στη νομοθεσία του Γουαϊόμινγκ, στη συνείδηση της αμερικανικής κοινής γνώμης καταχωρίστηκε ως ένα «μαύρο» έμβλημα ομοφοβίας και ανέδειξε τη σιωπηλή ανοχή στη ρητορική του μίσους η οποία επικρατούσε ως τότε στην περιφέρεια των ΗΠΑ, εκτός των μητροπόλεων.
Ιδρύθηκε το ίδρυμα Μάθιου Σέπαρντ το οποίο χρηματοδοτεί εκπαιδευτικά προγράμματα για εφήβους σχετικά με τον σεξουαλικό προσανατολισμό και τα ζητήματα φύλου. Πολιτικοί και αστέρες της μουσικής και του κινηματογράφου εξέφρασαν τον αποτροπιασμό τους για το φρικτό αυτό έγκλημα, ανάμεσά τους ο Τεντ Κένεντι, η Ελεν Ντε Τζένερις, ο Ελτον Τζον, η Μπάρμπρα Στράιζαντ, η Mαντόνα και η Lady Gaga. H Τόρι Εϊμος αφιέρωσε το τραγούδι «Merman» στον αδικοχαμένο νεαρό άνδρα. Γράφτηκε το θεατρικό έργο «The Laramie Project» («Το έργο του Λάραμι»), με θέμα αυτή την επίθεση, το οποίο περιοδεύει έκτοτε στις ΗΠΑ. Πλήθος βιβλίων γράφτηκαν εξηγώντας τις λεπτομέρειες του εγκλήματος, ενώ μόλις στις αρχές του Μαρτίου προβλήθηκε για πρώτη φορά το ντοκιμαντέρ «Matt Shepard is a Friend of Mine» («Ο Ματ Σέπαρντ είναι φίλος μου») σκηνοθετημένο από τη φιλιππινέζα φίλη του Μάθιου, Μισέλ Τζοσουέ. Το 2009 ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα νομοθέτησε την «Πράξη Μάθιου Σέπαρντ», όπως ονομάστηκε, έναν ομοσπονδιακό νόμο ο οποίος όριζε συγκεκριμένους τύπους επιθέσεων που είχαν ως κίνητρο την ταυτότητα του θύματος ως εγκλήματα μίσους.
Πέρυσι, ο δημοσιογράφος Στίβεν Χιμένεζ κυκλοφόρησε το αμφιλεγόμενο βιβλίο «The Book of Matt: Hidden Truths About the Murder of Matthew Shepard» («Το βιβλίο του Ματ: Κρυμμένες αλήθειες για τον θάνατο του Μάθιου Σέπαρντ») στο οποίο υποστήριζε ότι ενδεχομένως οι θύτες και το θύμα να ήταν υπό την επήρεια μεθαμφεταμίνης. Ωστόσο, όποια και αν είναι η αλήθεια, δεκαεπτά χρόνια μετά, η ιστορία του αδικοχαμένου Μάθιου Σέπαρντ και το αποτρόπαιο έγκλημα των βασανιστών του έχουν περάσει στη σφαίρα του συμβολισμού και της συμβολής προς μια λιγότερο μισαλλόδοξη κοινωνία.
Πίσω στη χτυπημένη από την οικονομική κρίση Ελλάδα του 2015 και στην κατηγορία περί εξώθησης σε αυτοκτονία η οποία βαρύνει, προς το παρόν μόνον ηθικά, τους βασανιστές του Βαγγέλη Γιακουμάκη, συζητούμε ξανά και ξανά για τη ρητορική του μίσους. Είναι τελικώς εκείνη η οποία κινητοποίησε τους συμφοιτητές-bullies. Είναι εκείνη που, δυστυχώς, φούντωσε με τη δημοσιοποίηση λεπτομερειών και εικασιών πέριξ του θανάτου. Ωστόσο, είναι η ρητορική του μίσους που ταυτοχρόνως καταδικάζεται απερίφραστα από κάθε πλευρά και αναγνωρίζεται σε μεγάλο βαθμό ότι ήταν εκείνη η οποία στέρησε τη ζωή από τον νεαρό άνδρα.


Γιάννος Λιβανός, νομικός, πρώην Γ. Γ. Νέας Γενιάς
«Είναι πρόσχημα το ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι έτοιμη»

«Στην εποχή της κρίσης που τα ιδεολογικά άκρα εκπροσωπούνται, πλέον, κοινοβουλευτικά, η ακινησία και η θεσμική αφάνεια στις οποίες με συνέπεια καταδικάζουν τους «διαφορετικούς» αυτής της χώρας πολλοί από εκείνους που ασκούν κάποιας μορφής εξουσία στοιχίζουν εκ νέου ζωές. Πρωτοβουλίες όπως η διδασκαλία του μαθήματος της σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία, η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών στους τρόπους αντίδρασής τους σε περιστατικά bullying, η κατοχύρωση της ισότητας δικαιωμάτων μεταξύ όλων των πολιτών ανεξάρτητα από τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό, η λειτουργία της τηλεφωνικής γραμμής παροχής δωρεάν ψυχολογικής υποστήριξης σε νέους/νέες, τους γονείς τους και τους καθηγητές τους αναφορικά με τη σεξουαλική διαφορετικότητα και την ταυτότητα φύλου κ.ά. «σκόνταψαν» σε αυτήν ακριβώς τη λογική. Είναι ανάγκη πρωτοβουλίες που προσφέρουν διέξοδο σε συνανθρώπους μας, και δη νέους, να αναγεννηθούν σε πείσμα εκείνων που με πρόσχημα ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι έτοιμη μας πνίγουν με την έλλειψη ανθρωπιάς και οράματος για τη χώρα και τους πολίτες της».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Μαρτίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ