Παρά το «ράλι ανακούφισης» της Παρασκευής, καθώς το ελληνικό χρηματιστήριο αντέδρασε ανοδικά «σαν πιεσμένο ελατήριο» αφού οι απώλειες των ελληνικών μετοχών την τελευταία εβδομάδα κυμάνθηκαν στα 8 δισ. ευρώ και στα 21 δισ. ευρώ από τα υψηλά του έτους, οι οικονομολόγοι κορυφαίων επενδυτικών τραπεζών εμφανίζονται επιφυλακτικοί για τη συνέχεια καθώς, όπως λέγεται, η άνοδος των αποδόσεων των ομολόγων ως το 9% υποδηλώνει ότι τo σχέδιο για πρόωρη έξοδο από το Μνημόνιο «σκόνταψε» στην αντίδραση των αγορών.
Η επίσημη παραδοχή ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε διαπραγμάτευση για την ανάληψη προληπτικής πιστωτικής γραμμής, οι δηλώσεις της Κομισιόν για στήριξη της χώρας και η απόφαση της ΕΚΤ να μειώσει το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων που της δίνουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ως ενέχυρο για την άντληση ρευστότητας, βοήθησαν στην άνοδο της Παρασκευής, αν και οι επενδυτές προβληματίζονται τόσο από το πολιτικό ρίσκο της χώρας όσο και από τους νέους κινδύνους που σκιάζουν την παγκόσμια οικονομία.
Η κατάσταση στην Ελλάδα αναμένεται να παραμείνει εύθραυστη μέχρι να ξεκαθαρίσει το πολιτικό σκηνικό ως τον Μάρτιο του 2015 ή και αργότερα, κάτι που επηρεάζει την προσπάθεια ανάκαμψης της οικονομίας και το πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων, εκτίμησε η Christel Aranda-Hassel και η ομάδα των οικονομολόγων της Credit Suisse, προβλέποντας αναφορικά με την πρόθεση της Ελλάδας για άμεση απεμπλοκή από το Μνημόνιο πως η κυβέρνηση θα συμβιβαστεί τελικά παραμένοντας σε κάποιας μορφής πρόγραμμα, αλλά με μειωμένη επιτήρηση και όρους.
Εγγυήσεις
Δεν αποκλείει να χρησιμοποιηθεί μία γραμμή πίστωσης (που ήδη προβλέπεται από τα εργαλεία του ESM) με τους ελληνικούς τίτλους να συνεχίσουν να γίνονται αποδεκτοί ως εγγυήσεις από την ΕΚΤ. Δεδομένης της αντίδρασης της αγοράς, είναι εξάλου απίθανο οι ξένοι επενδυτές να παρέχουν στήριξη στην Ελλάδα χωρίς να υπάρχει ένα πρόγραμμα των ΕΕ-ΔΝΤ για κάποιο διάστημα.
Ταχύτερη έξοδος από το πρόγραμμα της τρόικας θα δημιουργούσε αβεβαιότητες στην άντληση κεφαλαίων και στην προώθηση των μεταρρυθμίσεων, υποστηρίζει και η Moody’s.
Η άνοδος του κόστους δανεισμού ως το 9% σημαίνει απλά πως η αγορά λέει «όχι ευχαριστώ» στην Ελλάδα, φοβούμενη μάλιστα όπως λέγεται για «deja vu», καθώς θα οδηγηθούμε σε παλαιότερες εποχές, κάνοντας μάλιστα λόγο ακόμη και «για πιθανή ευρωπαϊκή κρίση χρέους Νο 2».
«Πρώιμη»
Για την Bank of America/Merrill Lynch, η σπουδή της κυβέρνησης να τερματίσει το πρόγραμμα της τρόικας ήταν πρώιμη και αφορούσε περισσότερο μία κίνηση κατά της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ, την ώρα μάλιστα που αυξάνονται οι πιθανότητες για πρόωρες εκλογές λόγω της αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας την ερχόμενη άνοιξη. Παράλληλα, παρά την ανάκαμψη της Παρασκευής το κλίμα διεθνώς είναι αρνητικό διεθνώς για τις επενδύσεις υψηλού ρίσκου, καθώς τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια σημείωσαν τη μεγαλύτερη σε διάρκεια καθοδική πορεία τους από το 2003, ενώ η τιμή του πετρελαίου μειώθηκε κάτω από τα 80 δολάρια το βαρέλι, λόγω των ανησυχιών για την επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης.

To sell off (ξεπούλημα) στις αγορές έχει να κάνει σύμφωνα με τους αναλυτές και με μία μαζική κίνηση προς ποιοτικά περιουσιακά στοιχεία. Τα 10ετή γραμμάτια Δημοσίου των ΗΠΑ μειώθηκαν π.χ. από το 2,6% τον Σεπτέμβριο στο 2,18%, καταγράφοντας αρνητικό ρεκόρ έτους.
Η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου άγγιξε ξανά αχαρτογράφητες περιοχές, φθάνοντας στο 0,8%. Εκτός από το παγκόσμιο κλίμα κινδύνου –που διαμορφώθηκε λόγω των ανησυχιών για την ανάπτυξη (ιδιαίτερα στην Ευρώπη), της απειλής του Εμπολα και των γεωπολιτικών αναταραχών –η κίνηση αυτή οφείλεται σε μια αξιοσημείωτη μεταβολή των προσδοκιών σε ό,τι αφορά τη μελλοντική στήριξη μέσω νομισματικής πολιτικής.
Κορυφαίοι οικονομολόγοι υπογραμμίζουν πως στα 6 τελευταία χρόνια, ακόμη και μέσα σε μεγάλες φουρτούνες, οι αγορές είχαν πάντα την άγκυρα των κεντρικών τραπεζών. Με την αναπόφευκτη λήξη της παροχής ρευστότητας μέσω του τυπώματος χρήματος από τις ΗΠΑ, η άγκυρα σηκώνεται και οι αγορές μπαίνουν σε αχαρτογράφητα νερά.
Οι επενδυτές έχουν συνηθίσει έναν κόσμο απεριόριστης ρευστότητας. Οταν αυτό αλλάξει, θα αλλάξει και όλη η επενδυτική ψυχολογία.
Από το 2008, οι κεντρικές τράπεζες πλημμύρισαν το σύστημα με ρευστότητα, καθώς επέκτειναν τους ισολογισμούς τους κατά 11 τρισ. δολ. Η χαλαρότερη νομισματική πολιτική σε Ιαπωνία και ευρωζώνη θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αντίβαρο στη σύσφιγξη της Fed, αλλά σίγουρα θα εκδηλωθούν βίαιες κινήσεις στις αγορές.
Για την Goldman Sachs πάντως οι αγορές υπεραντιδρούν, καθώς τόσο οι προβλέψεις για την ανάπτυξη όσο και για το ρίσκο εμφάνισης έντονων αποπληθωριστικών πιέσεων αποτυπώνονται σε υπερθετικό βαθμό στις κινήσεις των επενδυτών.
Οι τέσσερις παράμετροι
Τα δεδομένα που θα καθορίσουν την πορεία των αγορών και των οικονομιών
Ως απόρροια των οικονομικών και γεωπολιτικών κινδύνων, παρατηρήθηκε το τελευταίο διάστημα μεταβολή στην επενδυτική ψυχολογία, με τις αγορές μετοχών να διορθώνουν και τις τιμές των ασφαλών (όπως θεωρούνται) επενδύσεων, όπως τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ και της Γερμανίας, να ανεβαίνουν, παρατηρεί ο κ. Γεώργιος Κοφινάκος, διευθύνων σύμβουλος της StormHarbour UK, σημειώνοντας πως η Ελλάδα, συμμετέχοντας αργοπορημένα στη χρηματιστηριακή άνοδο του 2014, βρίσκεται ανάμεσα στις πρώτες αγορές που πέφτουν έντονα όταν προκύπτουν κρίσεις. Ενα καλό στοιχείο πάντως για τις μακροχρόνιες θετικές εκτιμήσεις για την Ελλάδα είναι ότι σε αντίθεση με την πτώση στα κρατικά ομόλογα, τα Ελληνικά Εταιρικά Ομόλογα έχουν κρατηθεί σε σχετικά σταθερές τιμές στην τρέχουσα συγκυρία. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι πιέσεις στους ελληνικούς τίτλους είχαν να κάνουν με τις εξής παραμέτρους:
1) Η αγωνία για τα αποτελέσματα που αναμένονται στο τέλος του μήνα από τα stress tests των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ.
2) Η όλη πολιτική αβεβαιότητα (με τις προεδρικές εκλογές και τις πιθανές γενικές εκλογές) που φαίνεται ότι θα διαρκέσει για μεγάλο διάστημα. Το επενδυτικό κλίμα επιβαρύνεται, κυρίως από την άποψη ότι αν υπάρξει κυβερνητική αλλαγή σε ένα μη δοκιμασμένο κόμμα εξουσίας, ενέχονται αμφιβολίες για το κατά πόσο θα συνεχισθούν τα διαρθρωτικά μέτρα και οι δημοσιονομικές πολιτικές ως τυπικές υποχρεώσεις απέναντι στους δανειστές, αλλά και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας.
3) Η πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από τον έλεγχο του ΔΝΤ, που δημιουργεί κάποια νευρικότητα στους επενδυτές για το τι θα γίνει μετά την αποχώρησή του. Αυτό θεωρεί ο ίδιος ότι έχει τη μικρότερη επίπτωση, εφόσον ακολουθηθεί μια πολιτική διαχείρισης των επενδυτών με διαβεβαιώσεις ότι οι βασικές οικονομικές πολιτικές που οδηγούν τη χώρα στην έξοδο από την ύφεση θα συνεχιστούν και χωρίς το ΔΝΤ.
4) Στο εξωτερικό, ενώ η περιφέρεια της Ευρώπης δείχνει συμπτώματα εξόδου από την κρίση, ο Πυρήνας δείχνει να εισέρχεται σε νέα επιβράδυνση / ύφεση, με οδηγό και κυρίως υπεύθυνη τη Γερμανία. Αυτό σημαίνει όμως ότι κινδυνεύει και η ανάπτυξη στην περιφέρεια με άμεση συνέπεια την αντιστροφή και του επενδυτικού κλίματος.
Credit Suisse
Τα σενάρια για το πολιτικό σκηνικό
Καθώς ο συνδυασμός της επιδείνωσης των ευρωπαϊκών προοπτικών ανάπτυξης, της συνεχιζόμενης βελτίωσης των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις και των εκλογών που ενδεχομένως πλησιάζουν βρίσκονται, όπως λέγεται, στο επίκεντρο ενδιαφέροντος των επενδυτών, ο Giovanni Zanni, της Credit Suisse, προχώρησε στην καταγραφή ορισμένων σκέψεων σχετικά με το πολιτικό σκηνικό της χώρας: αν και ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται, δεν φαίνεται πιθανό, όπως υποστηρίζει, να μπορέσει να κυβερνήσει από μόνος του, καθώς θεωρείται απίθανο να καταφέρει να πετύχει αυτοδυναμία.
Τα σενάρια για το πολιτικό σκηνικό
Καθώς ο συνδυασμός της επιδείνωσης των ευρωπαϊκών προοπτικών ανάπτυξης, της συνεχιζόμενης βελτίωσης των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις και των εκλογών που ενδεχομένως πλησιάζουν βρίσκονται, όπως λέγεται, στο επίκεντρο ενδιαφέροντος των επενδυτών, ο Giovanni Zanni, της Credit Suisse, προχώρησε στην καταγραφή ορισμένων σκέψεων σχετικά με το πολιτικό σκηνικό της χώρας: αν και ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται, δεν φαίνεται πιθανό, όπως υποστηρίζει, να μπορέσει να κυβερνήσει από μόνος του, καθώς θεωρείται απίθανο να καταφέρει να πετύχει αυτοδυναμία.
Μια συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, Ποταμιού και ΔΗΜΑΡ (αν εκλεγεί) θα οδηγήσει σε μια πιο παραδοσιακή κεντροαριστερή τάξη πραγμάτων σε σχέση με το ενδεχόμενο να αποφασίσει ο ΣΥΡΙΖΑ να συγκυβερνήσει με τους Ανεξάρτητους Ελληνες, που έχουν πιο ριζοσπαστικές θέσεις κατά της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΔΝΤ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ζητεί να βγει η χώρα από το ευρώ και το πιο πιθανό είναι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να προχωρήσει σε μια νέα συμφωνία με την ΕΕ και το ΔΝΤ αφού υπάρξουν κλυδωνισμοί ώσπου να βρεθεί σημείο ισορροπίας. Αυτό είναι το πιθανότερο σενάριο από το να φύγει η Ελλάδα από το ευρώ, κατά την άποψη του οικονομολόγου της ελβετικής τράπεζας.
Το να εγκαταλείψει εξάλλου η Ελλάδα το ευρώ και να χρεοκοπήσει τώρα, που έχει πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα, δεν έχει νόημα από τη στιγμή που υπάρχουν πρόσθετες μορφές χρηματοδότησης από την ΕΕ και την ΕΚΤ οι οποίες θα χαθούν σε περίπτωση εξόδου από το ευρώ.
Εξάλλου, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας για την περίοδο 2015-2016 υπολογίζονται σε 30 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 12 δισ. ευρώ χρειάζονται για την αποπληρωμή του ΔΝΤ, περίπου 10 δισ. ευρώ για την αποπληρωμή δανείων και ομολόγων και τα υπόλοιπα για τη χρηματοδότηση του ελλείμματος και άλλων υποχρεώσεων. Τελικά, όπως εκτιμάται, η κυβέρνηση θα συμβιβαστεί παραμένοντας σε κάποιας μορφής πρόγραμμα, αλλά με μειωμένη επιτήρηση και όρους.
Η Citigroup, πάλι, εκτιμά ότι «μια κυβέρνηση καθοδηγούμενη από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πιθανό να ανεβάσει το επίπεδο αντιπαράθεσης με τους πιστωτές της Ελλάδας πολύ υψηλότερα απ’ ό,τι στο παρελθόν, διακινδυνεύοντας πιθανώς την ακόμη εύθραυστη εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών».
Οι τέσσερις παράμετροι
Τα δεδομένα που θα καθορίσουν την πορεία των αγορών και των οικονομιών
Ως απόρροια των οικονομικών και γεωπολιτικών κινδύνων, παρατηρήθηκε το τελευταίο διάστημα μεταβολή στην επενδυτική ψυχολογία, με τις αγορές μετοχών να διορθώνουν και τις τιμές των ασφαλών (όπως θεωρούνται) επενδύσεων, όπως τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ και της Γερμανίας, να ανεβαίνουν, παρατηρεί ο κ. Γεώργιος Κοφινάκος, διευθύνων σύμβουλος της StormHarbour UK, σημειώνοντας πως η Ελλάδα, συμμετέχοντας αργοπορημένα στη χρηματιστηριακή άνοδο του 2014, βρίσκεται ανάμεσα στις πρώτες αγορές που πέφτουν έντονα όταν προκύπτουν κρίσεις. Ενα καλό στοιχείο πάντως για τις μακροχρόνιες θετικές εκτιμήσεις για την Ελλάδα είναι ότι σε αντίθεση με την πτώση στα κρατικά ομόλογα, τα Ελληνικά Εταιρικά Ομόλογα έχουν κρατηθεί σε σχετικά σταθερές τιμές στην τρέχουσα συγκυρία. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι πιέσεις στους ελληνικούς τίτλους είχαν να κάνουν με τις εξής παραμέτρους:
1) Η αγωνία για τα αποτελέσματα που αναμένονται στο τέλος του μήνα από τα stress tests των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ.
Ο ίδιος πιστεύει ότι για τις δύο από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες οι απαιτήσεις θα είναι σχετικά περιορισμένες, ενώ για τις άλλες δύο πιο διευρυμένες. Στο σύνολό τους τα απαιτούμενα κεφάλαια θα είναι πιο περιορισμένα από αυτά που προβλέπονται ευρέως. Η λήξη των εικασιών που θα έρθει μετά το τέλος του μήνα ίσως βοηθήσει τις τιμές των τραπεζικών μετοχών.
2) Η όλη πολιτική αβεβαιότητα (με τις προεδρικές εκλογές και τις πιθανές γενικές εκλογές) που φαίνεται ότι θα διαρκέσει για μεγάλο διάστημα. Το επενδυτικό κλίμα επιβαρύνεται, κυρίως από την άποψη ότι αν υπάρξει κυβερνητική αλλαγή σε ένα μη δοκιμασμένο κόμμα εξουσίας, ενέχονται αμφιβολίες για το κατά πόσο θα συνεχισθούν τα διαρθρωτικά μέτρα και οι δημοσιονομικές πολιτικές ως τυπικές υποχρεώσεις απέναντι στους δανειστές, αλλά και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας.
3) Η πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από τον έλεγχο του ΔΝΤ, που δημιουργεί κάποια νευρικότητα στους επενδυτές για το τι θα γίνει μετά την αποχώρησή του. Αυτό θεωρεί ο ίδιος ότι έχει τη μικρότερη επίπτωση, εφόσον ακολουθηθεί μια πολιτική διαχείρισης των επενδυτών με διαβεβαιώσεις ότι οι βασικές οικονομικές πολιτικές που οδηγούν τη χώρα στην έξοδο από την ύφεση θα συνεχιστούν και χωρίς το ΔΝΤ.
4) Στο εξωτερικό, ενώ η περιφέρεια της Ευρώπης δείχνει συμπτώματα εξόδου από την κρίση, ο Πυρήνας δείχνει να εισέρχεται σε νέα επιβράδυνση / ύφεση, με οδηγό και κυρίως υπεύθυνη τη Γερμανία. Αυτό σημαίνει όμως ότι κινδυνεύει και η ανάπτυξη στην περιφέρεια με άμεση συνέπεια την αντιστροφή και του επενδυτικού κλίματος.
Στις ΗΠΑ πάλι, τα πρόσφατα χαμηλότερα των προσδοκιών οικονομικά αποτελέσματα δείχνουν ότι η ανάπτυξη θα είναι περιορισμένη στα επόμενα τρίμηνα και οποιαδήποτε άνοδος των επιτοκίων κινδυνεύει να αποτυπωθεί στην οικονομία. Ετσι, οι προσδοκίες για πρώτη αύξηση των επιτοκίων μετατοπίζονται για το πρώτο εξάμηνο του 2016, ενώ επιβαρυντικό ρόλο διαδραματίζουν και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι. Από ό,τι δείχνουν οι αγορές, το κλείσιμο της χρονιάς για τα χρηματιστήρια διεθνώς θα είναι τελείως αντίθετο με το ξεκίνημα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



