Το παιδάκι που περπατούσε μπροστά μου κρατώντας το χέρι μιας μεσήλικης γυναίκας τη ρώτησε:

«Γιαγιά, ξέρεις τα ζόμπι;».
«Α πα πα, δεν θέλω να ακούω για τέτοια πράγματα» απάντησε εκείνη, αλλά ο μικρός επέμεινε:
«Ναι, αλλά τα ξέρεις;».
«Τα ξέρω αλλά δεν μου αρέσουν, ούτε εσένα πρέπει να σου αρέσουν».
«Εμένα μου αρέσουν πάρα πολύ!». «Κακώς!». «Να σου πω κάτι με ζόμπι;».
«Οχι!». «Ασε με να σ’ το πω!». «Οχι!».
«Ελα, βρε γιαγιά, αν δεν το πω σ’ εσένα, πού θα το πω;».
Εκεί η γιαγιά λύγισε. «Αντε, πες το» χαμογέλασε κολακευμένη για την προτίμηση.
«Είναι λοιπόν ένα παιχνίδι που περπατάς και συναντάς ζόμπι και τα σκοτώνεις».
«Με όπλο; Δεν είναι ωραία πράγματα τα όπλα».
«Οχι με όπλο! Με σφυρί, τα βαράς στο κεφάλι ώσπου να το λιώσεις και πετάγονται γύρω τα αίματα και τα μυαλά και πασαλείβεται η οθόνη!».

Τους προσπέρασα ενώ σκεπτόμουν ότι λόγω της τηλεόρασης και των video games τα σημερινά παιδιά έχουν εξοικειωθεί με τις πιο αρρωστημένες πλευρές της ανθρώπινης ιδιοσυγκρασίας, τη βία, το έγκλημα, την κτηνωδία.

Οταν ήμουν περίπου στην ηλικία του, σαράντα χρόνια πίσω, ήταν αρκετό το τρίξιμο μιας καρέκλας στο «Ψυχώ» του Χίτσκοκ (το είχαμε παρακολουθήσει κρυφά από τους μεγάλους) για να χάσουμε τον ύπνο μας για πολλές εβδομάδες. Σήμερα τα ανοιγμένα κεφάλια και οι ποταμοί αίματος που σερβίρουν σε πληθωρικές δόσεις η μικρή και η μεγάλη οθόνη προκαλούν γέλια στους ανήλικους θεατές. Κοινό πιο αλλοτριωμένο ή πιο έξυπνο από εμάς που τρομάζαμε ακόμη και με τον (γραφικό πλέον) Δράκουλα του Κρίστοφερ Λι; Οψιμος οπαδός των θρίλερ (με θλίψη αποχαιρέτησα το «True blood» που έριξε αυλαία την περασμένη Κυριακή) καταλαβαίνω την απόλαυση που μπορούν να δώσουν σε έναν ενήλικο αυτού του είδους οι ιστορίες. Εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω πώς μπορεί ένα παιδάκι να ψυχαγωγείται σκοτώνοντας, έστω εικονικά (και ποιος του το επιτρέπει). Ισως επειδή είμαι πλέον πιο κοντά στην ηλικία της γιαγιάς του…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ