Δέκα χρόνια πριν η Αθήνα γινόταν το κέντρο του κόσμου. Το βράδυ της 13ης Αυγούστου 2004 το Ολυμπιακό Στάδιο πλημμύρισε από κόσμο. Πάνω από 70.000 θεατές αλλά και δισεκατομμύρια τηλεθεατές, οι αθλητές, οι συντελεστές και οι εθελοντές παρακολούθησαν την επιστροφή των Ολυμπιακών Αγώνων στην πατρίδα τους. Η λαμπερή και εντυπωσιακή τελετή έναρξης σηματοδότησε την απαρχή της επιτυχίας της διοργάνωσης. Οι αθλητικές εγκαταστάσεις φιλοξένησαν με τον καλύτερο τρόπο τις 202 αποστολές. Εν τέλει η Αθήνα στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων δείχνοντας τον φιλόξενο εαυτό της στους αμέτρητους επισκέπτες από όλον τον κόσμο που την απόλαυσαν κατά τη διάρκεια των Αγώνων.
Οταν έσβησαν όμως οι προβολείς, το σκοτάδι έπεσε και στις αθλητικές εγκαταστάσεις. Ξαφνικά ερήμωσαν. Μόνο τα πανό και οι αφίσες με τον Φοίβο και την Αθηνά θύμιζαν το μεγαλύτερο αθλητικό γεγονός που φιλοξένησαν κάποτε.
«Ηδη από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ στην Αυστραλία είχε γίνει γνωστό –και πλέον τώρα είναι καθεστώς στις μεγάλες διοργανώσεις –ότι τα πολύ μεγάλα γήπεδα που κατασκευάζονται για να φιλοξενήσουν εκτάκτως αθλήματα δεν βρίσκουν την επόμενη ημέρα μια σωστή επανάχρηση» εξηγεί στο «Βήμα» ο κ. Ιωάννης Πολύζος, καθηγητής Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. «Αυτό πράγματι δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο· έχουμε και αλλού Αγώνες που άφησαν κουφάρια πίσω τους, ενδεχομένως όχι στον βαθμό της Ελλάδας. Για να μιλάμε στην ευρωπαϊκή κλίμακα, πιο κοντινή σε εμάς είναι η περίπτωση της Βαρκελώνης», όπου μέσω των Ολυμπιακών αναμορφώθηκε η παραλία, αναβαθμίστηκαν οι γειτονιές και κατασκευάστηκαν νέες οδικές αρτηρίες.
Ακόμη και σήμερα ένα οδοιπορικό στις αθλητικές εγκαταστάσεις της Αττικής δείχνει τον βαθμό εγκατάλειψής τους λόγω της μη αξιοποίησης των περισσοτέρων όλη αυτή τη δεκαετία. Οι περισσότεροι αθλητικοί χώροι παραμένουν κλειστοί και φρουρούμενοι. Φαινόμενο το οποίο από ό,τι φαίνεται δεν είναι μόνο ελληνικό. Το γεγονός επιβεβαιώνει με φωτορεπορτάζ της και η ισπανική εφημερίδα «El Pais» για την κατάσταση των ολυμπιακών χώρων που κάποτε γνώρισαν ημέρες δόξας στις περισσότερες ολυμπιακές πόλεις.
Στον περιβάλλοντα χώρο του Ολυμπιακού Αθλητικού Κέντρου Αθήνας, στο Μαρούσι, η Αγορά και το Τείχος των Εθνών έχουν συντροφιά τους γκραφίτι και ξερόχορτα. Η ίδια εικόνα και στα κλειστά και στα ανοιχτά γήπεδα. Κάγκελα και σεκιούριτι εμποδίζουν την είσοδο. Τα ίδια και στον Ολυμπιακό Πόλο στο Φάληρο. Στον δε Σχινιά η φύση έκανε το «θαύμα» της με την «επιστροφή» του υγροβιότοπου…
Μεγάλο θέμα συζήτησης ακόμη και σήμερα παραμένει το υπέρογκο κόστος των Αγώνων, ιδιαίτερα της κατασκευής εγκαταστάσεων και ευρύτερων υποδομών, το οποίο είχε προκαλέσει πολιτικές εντάσεις. Παρά τα δισεκατομμύρια, η πλειονότητα των εγκαταστάσεων παραμένει δέκα χρόνια μετά ανεκμετάλλευτη. «Σε μεγάλο βαθμό η επιτυχία των ολυμπιακών διοργανώσεων έγκειται στη μεταολυμπιακή επανάχρηση των εγκαταστάσεων, μια υπόθεση που όλο και περισσότερο γίνεται ακριβή. Ψάχνουμε τώρα μέσω του ΤΑΙΠΕΔ να τις πουλήσουμε αλλά όχι για χρήσεις που να συνάδουν προς την αρχική λειτουργία. Δεν καταφέραμε αυτές οι εγκαταστάσεις να είναι καλά ριζωμένες στο άμεσο οικοδομικό τους περιβάλλον ώστε να είναι προς όφελος κατοίκων, μελών και κάποιων αθλημάτων» σχολιάζει ο κ. Πολύζος.
Φαίνεται ότι η μη έγκυρη αξιοποίησή τους, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών, επέτεινε το πρόβλημα προσθέτοντας ένα επιπλέον κόστος, εκείνο της συντήρησής τους. Το 2011, όταν η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ) παρέλαβε τα ολυμπιακά ακίνητα, το συνολικό ετήσιο κόστος συντήρησης (δηλαδή, των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων, του πρασίνου και των αξιώσεων των Οργανισμών Κοινής Ωφελείας) ήταν περί τα 6,4 εκατ. ευρώ. Ωστόσο η εταιρεία κατάφερε να συμπιέσει το κόστος σχεδόν στο μισό έτσι ώστε το 2013 να περιοριστεί στα 3,3 εκατ. ευρώ. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Ιππικού Κέντρου στο Μαρκόπουλο, όπου η ετήσια συντήρησή του άγγιζε τα 11,3 εκατ. ευρώ, ενώ το 2013 έφθανε τις 478.000.
Σήμερα στο Διεθνές Κέντρο Ραδιοτηλεόρασης (IBC) δίπλα στο ΟΑΚΑ βρήκε στέγη γνωστό εμπορικό πολυκατάστημα, ενώ στο Κέντρο Γραπτού Τύπου στο Μαρούσι μεταφέρθηκαν οι κεντρικές υπηρεσίες του υπουργείου Παιδείας από το κέντρο της Αθήνας. Στο γήπεδο του Μπάντμιντον στο Ολυμπιακό Συγκρότημα στου Γουδή στεγάζεται από τον Ιανουάριο του 2007 -αν και αρχικά προέκυψαν νομικά προβλήματα –το ομώνυμο θέατρο, στη σκηνή του οποίου ανεβαίνουν μεγάλες παραγωγές και του εξωτερικού.
Διαφορετική ήταν η επανάχρηση για το «Σπίτι» της Αρσης Βαρών στη Νίκαια. Ηδη από πέρυσι φοιτητές του Πανεπιστημίου Πειραιά παρακολουθούν τα μαθήματά τους καθώς έχει παραχωρηθεί για 40 χρόνια στο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Το Κλειστό Γήπεδο του Τάε Κβον Ντο στο Φάληρο, ενός αθλήματος που τα τελευταία χρόνια αρχίζει να αποκτά οπαδούς, χρησιμοποιείται πια ως συνεδριακό κέντρο ή παραχωρείται για μεγάλες συναυλίες και εκδηλώσεις. Τη διαχείρισή του έχει αναλάβει η ΕΤΑΔ και προβλέπεται να αξιοποιηθεί ως Διεθνές Συνεδριακό Κέντρο, ενώ έχει ενταχθεί και στο πρόγραμμα για την ανάπτυξη του παραλιακού μετώπου. Το Ολυμπιακό Στάδιο στο Μαρούσι ανά τακτά χρονικά διαστήματα φιλοξενεί εκτός από ποδοσφαιρικούς αγώνες και συναυλίες μεγάλων ονομάτων της εγχώριας και της ξένης μουσικής σκηνής. Αλλες εγκαταστάσεις παραχωρήθηκαν σε αθλητικές ομοσπονδίες ή και σε δήμους, όπως το Παμπελοποννησιακό και το Παγκρήτιο Στάδιο –θυμίζοντας και την «κόντρα» αιρετών – κράτους αμέσως μετά τους Αγώνες για το ποιος θα αναλάβει κάποια από τα ολυμπιακά ακίνητα. Το Σκοπευτήριο στο Μαρκόπουλο έχει παραχωρηθεί στην ΕΛ.ΑΣ.
Οι αθλητικές εγκαταστάσεις στο Ελληνικό (σόφτμπολ, χόκεϊ, μπέιζμπολ, αθλήματα που δεν έχουν διάδοση στην Ελλάδα) ρημάζουν, όπως και οι χώροι του παλιού αεροδρομίου. Μπορεί ο χώρος του Ελληνικού να έχει μεταβιβαστεί από το ΤΑΙΠΕΔ στη Lamda Developments με σκοπό την ολική ανάπλαση της έκτασης, δεν έχει γίνει γνωστό όμως αν οι εγκαταστάσεις αυτές θα παραμείνουν εκεί.

«Το ΤΑΙΠΕΔ στο πλαίσιο της στρατηγικής του για την αξιοποίηση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων προωθεί την αξιοποίηση του Κωπηλατοδρομίου Σχοινιά, του Ιππικού Κέντρου Μαρκοπούλου και του Ολυμπιακού Κέντρου Γαλατσίου»
αναφέρει χαρακτηριστικά στην ιστοσελίδα του το Ταμείο για την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου. Σύμφωνα με πληροφορίες, η αξιοποίηση, η οποία θα έχει διάρκεια 40 ετών, θα γίνει με βάση τις υφιστάμενες χρήσεις που προβλέπει ο νόμος των μεταολυμπιακών χρήσεων (Ν. 3342/2005), οι οποίες μπορεί και να επεκταθούν πάντα αναφορικά με χρήσεις αθλητικού χαρακτήρα. Στόχος είναι να καταστεί η Aθήνα διεθνής πόλος αθλητικού τουρισμού. Και αυτό διότι αθλητικές υποδομές έχουν χωροθετηθεί σε προνομιακές τοποθεσίες και με το κατάλληλο επιχειρηματικό σχέδιο μπορούν να αποβούν κερδοφόρες, προς όφελος της τοπικής και εθνικής οικονομίας.
Οπως επισημαίνει στο «Βήμα» ο κ. Πολύζος, ένα ακόμη μειονέκτημα για τις εγκαταστάσεις του 2004 ήταν το γεγονός ότι δεν έγιναν λυόμενες. «Τότε όλοι είπαμε “ναι” στις μόνιμες εγκαταστάσεις επειδή δεν είμαστε μίζεροι. Δεν θα πάμε σε λυόμενα και σε τέτοια ημίμετρα και θα κάνουμε εγκαταστάσεις που την επόμενη ημέρα θα δοθούν στον αθλητισμό και τελικά κατέληξαν σε κουφάρια. Τα κουφάρια της επόμενης ημέρας νομίζω ότι τα πληρώσαμε πάρα πολύ ακριβά. Το πιο λογικό από όλα θα ήταν –εκτός από κάποια αθλήματα που η χώρα μας και εμείς ως κοινωνία δεν είμαστε τόσο προχωρημένοι, σε χάντμπολ, σόφτμπολ κ.τ.λ. –οι εγκαταστάσεις αυτές να αποτελέσουν προίκα σε αθλητικά σωματεία ώστε η νεολαία να αθληθεί».

«Νομίζω ότι έχουμε ένα πρωτείο ενδεχομένως μιας από τις χώρες με τη μεγαλύτερη μεταολυμπιακή αποτυχία»
καταλήγει ο κ. Πολύζος.
Υποδομές
Κέρδη και χαμένες ευκαιρίες

Αντίθετα με τις αθλητικές εγκαταστάσεις, οι υποδομές στο οδικό δίκτυο και στα μέσα σταθερής τροχιάς (επέκταση μετρό, λειτουργία τραμ) συνιστούν μια βαριά κληρονομιά για τη χώρα μας. Η Αττική Οδός και η Περιφερειακή Υμηττού, οι ανισόπεδοι κόμβοι σε Μαρούσι και Φάληρο αλλά και η γενικότερη αναβάθμιση των δρόμων που οδηγούσαν στις ολυμπιακές εγκαταστάσεις είναι εκείνα τα κομμάτια που ολοκληρώνουν το παζλ του ολυμπιακού οδικού δικτύου που βελτίωσαν την εικόνα της Αττικής.

«Οι Αγώνες μάς άφησαν κομμάτια τα οποία εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται. Επίσης έβαλαν το σπέρμα για να λειτουργήσει το κέντρο ελέγχου κυκλοφορίας, από το οποίο βεβαίως περιμέναμε πολύ περισσότερα πράγματα. Αυτά είναι πράγματα τα οποία χάσαμε σαν ευκαιρίες από τους Ολυμπιακούς Αγώνες στη συνέχεια»
λέει στο «Βήμα» ο κ. Ιωάννης Γκόλιας, πολιτικός μηχανικός, συγκοινωνιολόγος και διευθυντής του Εργαστηρίου Κυκλοφοριακής Τεχνικής του ΕΜΠ. Οπως εξηγεί θα μπορούσαν να έχουν συνεχισθεί ορισμένες ρυθμίσεις που είχαν ληφθεί, όπως οι λωρίδες ταχείας κυκλοφορίας, ή η κατάργηση πολλών από τις αριστερές στροφές. «Θα έλεγα ότι η πόλη έχασε μια ευκαιρία να χρησιμοποιήσει κάποια από όλα αυτά τα μέτρα αλλά η υποδομή που φτιάχτηκε παρέμεινε» σχολιάζει ο καθηγητής.


Συγκοινωνίες
Πολύτιμα το μετρό και το αεροδρόμιο

Πολύτιμη παρακαταθήκη των Αγώνων της Αθήνας ήταν και παραμένουν τα μέσα σταθερής τροχιάς και το νέο αεροδρόμιο. Το τραμ, το οποίο αποτελούσε υποχρέωση της χώρας και άρχισε τη λειτουργία του το 2004, συνδέει το παραλιακό μέτωπο με το κέντρο της πρωτεύουσας. Ηδη από τις αρχές του 2000 το μετρό είχε εισβάλει στη ζωή των κατοίκων της Αθήνας εν όψει Ολυμπιακών Αγώνων, όμως το νέο μέσο αναπτύχθηκε περισσότερο συνδέοντας την πόλη και με το αεροδρόμιο, το οποίο κατασκευάστηκε για τον ίδιο σκοπό και άρχισε να λειτουργεί στα τέλη Μαρτίου του 2001. Το δίκτυο των μέσων σταθερής τροχιάς συμπληρώνει ο προαστιακός σιδηρόδρομος, ο οποίος έφτασε μέχρι το Κιάτο συνδέοντας την Κορινθία με τα Μεσόγεια και μαζί με το μετρό την Αθήνα με το αεροδρόμιο.
Εργα τα οποία, όπως εξηγεί ο κ. Γκόλιας, «θα γίνονταν πολύ αργότερα και με άλλους ρυθμούς. Κάποια στιγμή όλα τα έργα ολοκληρώνονται. Πιστεύω ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα έργα αυτά θα είχαν ολοκληρωθεί πριν από το 2009, πριν από την κρίση».
Μια οργανωμένη επέμβαση μεγάλης κλίμακας στο αστικό τοπίο και στη λειτουργία της πόλης, η οποία διευκόλυνε τη ζωή των κατοίκων της.
«Φτιάξαμε μια δυνατότητα εξυπηρέτησης αρκετά μεγάλη, την οποία μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες καρπώθηκε ο μέσος Αθηναίος. Παρ’ όλο που μετά δεν έγιναν άλλα μέτρα-έργα, η υποδομή που αναπτύχθηκε έδωσε την ανάσα και μετά το 2004 για ένα-δύο χρόνια και στη συνέχεια, όταν έφτασε πάλι στον κορεσμό, ήρθε η οικονομική κρίση η οποία άλλαξε τελείως την κατάσταση» περιγράφει ο κ. Γκόλιας σχολιάζοντας: «Χαριτολογώντας λέμε εμείς οι συγκοινωνιολόγοι ότι λύσαμε το συγκοινωνιακό πρόβλημα».
«Η Ελλάδα ναι μεν κατάφερε να φέρει εις πέρας τους Αγώνες και να κάνει γνωστό το όνομα Ελλάδα, αλλά στο επίπεδο των υποδομών δεν τα κατάφερε, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, όπως το μετρό και το οδικό δίκτυο» καταλήγει από την πλευρά του ο κ. Πολύζος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ