Ο Κωνσταντίνος Ξενάκης και τα έργα του.

Κάθεται κοντά στον υπολογιστή του στο στούντιό του στο Παγκράτι. Αισθάνεται άσχημα που ήρθε λίγο καθυστερημένος στο ραντεβού εξαιτίας ενός απρόοπτου περιστατικού και απολογείται. Συναντάς αυτή την απροσποίητη ευγένεια σε ανθρώπους της γενιάς του, όχι όμως και αυτή τη σχέση με την τεχνολογία. Κατά έναν περίεργο τρόπο ορισμένα έργα του διάστικτα με τον χαρακτηριστικό προσωπικό σημειολογικό κώδικα, αυτή την ιερογλυφική γλώσσα που έχει επινοήσει από τη δεκαετία του ’70, θυμίζουν οπτικοποιημένα ποιήματα που βγαίνουν από το λογισμικό ενός «εξεγερμένου» υπολογιστή. Στο τραπέζι υπάρχει το έντυπο «Le 1», η θεματική εβδομαδιαία εφημερίδα του πρώην διευθυντή του «Monde» Ερίκ Φοτορινό. Το κεντρικό της σαλόνι κοσμούσε πριν από δύο μήνες έναν από τους χάρτες της σύγχρονης Ευρώπης του Ξενάκη οι οποίοι παρουσιάστηκαν τον χειμώνα που μας πέρασε στο κτίριο της Μόνιμης Ελληνικής Αντιπροσωπείας στο Παρίσι και από χθες εκτίθενται στην γκαλερί Citronne στον Πόρο. Εικονίζει την Ευρώπη σαν ένα παραμορφωμένο νησί και έχει τίτλο «L’ ile Nowhere». «Το νησί από το πουθενά» ή, όπως λέει ο Ξενάκης, το νησί «Νow, here: Εδώ και τώρα». Δεξιά και αριστερά του εκμυστηρεύεται ότι έχει γράψει ως άλλος Ulysse (Οδυσσέας): «Η Ενωμένη Ευρώπη είναι μια Ullysion». Ενα παιχνίδι, μια αυταπάτη και μια περιπέτεια.

–Αυτή είναι, φαντάζομαι, η απάντησή σας στο ερώτημα που θέτει ο τίτλος της εφημερίδας του Φοτορινό: «Μπορούμε να αγαπούμε ακόμη την Ευρώπη;».
«Πρέπει να πω ότι όταν τέθηκε σε δημοψήφισμα η Συνθήκη του Μάαστριχτ στη Γαλλία, εγώ ψήφισα εναντίον. Στο τετρασέλιδο ένθετο που είχα φιλοτεχνήσει για «Το Βήμα» το 2011 έγραφα σε ένα σημείο ότι η νέα Συνθήκη Βερσαλλιών υπεγράφη στις 7.2.92 στο Μάαστριχτ. Το λέω πιο ευθέως: το Μάαστριχτ θα είναι η καινούργια Συνθήκη των Βερσαλλιών, η οποία, όπως ξέρετε, ήταν αφορμή πολέμου. Απ’ όταν συγκροτήθηκε η ΕΟΚ είχα πει: Ας τα βρουν πρώτα μεταξύ τους αυτές οι έξι χώρες και ας προστίθενται ύστερα άλλες, μία-μία. Ημουν εναντίον αυτής που έμελλε να γίνει μια μαζική «έξοδος» προς την Ευρώπη».
–Περίεργο να ακούγεται αυτό από εσάς, έναν βέρο κοσμοπολίτη. Γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στο Κάιρο, σπουδάσατε στο Παρίσι, ζείτε ανάμεσα σε Γαλλία και Ελλάδα, βιώσατε τα προνόμια της επαφής με πολλές γλώσσες και πολιτισμούς, είναι εξάλλου έκδηλο και στην τέχνη σας.
«Δεν υπάρχει πιο Ευρωπαίος από μένα. Θέλω όμως μια Ευρώπη που βασίζεται στον πολιτισμό και στην πολιτική, ενώ τελικά στους κόλπους της παίζεται ένα παιχνίδι που αφορά μόνο την οικονομία. Προσέξτε: δεν είμαι ούτε αριστερός ούτε δεξιός. Το πάθος μου το νεανικό ήταν ο Μπακούνιν. Απλώς είμαι υπέρ της ποιότητας, όποια κι αν είναι η προέλευσή της. Βέβαια αυτό στην Ελλάδα δεν ισχύει διότι αναιρείται κάθε αξιοκρατική επέμβαση. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να πάμε μπροστά. Γι’ αυτό, αν και είμαι εναντίον της εξωτερικής πολιτικής του Ισραήλ, πιστεύω ότι αυτό που συμβαίνει εδώ δεν θα συνέβαινε ποτέ εκεί. Παρότι οι ασκενάζι και οι σεφαραδίτες μισιούνται μεταξύ τους, όταν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα είναι ένα. Εμείς κοιτάμε να εξασφαλίσουμε το άμεσο μέλλον. Δεν υπάρχει μακροχρόνια πολιτική. Δεν υπάρχει καν πολιτική. Ο Ελληνας θυσιάζει το κράτος για το κόμμα του, για να διασφαλίσει τη γνωριμία που θα του εξασφαλίσει το παιδί του. Οχι ότι δεν συμβαίνουν αλλού αυτά. Εξω οι κλεψιές είναι μεγαλύτερες, τρομακτικές. Αλλά υπάρχει και η ιδέα της δικαιοσύνης. Εδώ είναι ανύπαρκτη».
–Πάντως καταγράφετε και καταγγέλλετε την έλλειψη κατανόησης και την ασυνεννοησία του σύγχρονου κόσμου μέσα από ένα ιδίωμα που είναι το ίδιο ακατανόητο. Υπάρχει ειρωνεία σαφέστατα, αλλά είναι σαν να δυσκολεύετε την επικοινωνία με τους αναγνώστες του έργου σας.
«Εγώ ζητάω τον χρόνο σας. Ξέρετε, κάποτε η πληροφόρηση έπαιρνε πολύ χρόνο. Ο Μάρκο Πόλο ταξίδευε έναν χρόνο για να φτάσει στην Ταϊβάν και αυτό σημαίνει ότι βίωνε αυτό που ζούσε. Σήμερα ο άνθρωπος παπαγαλίζει, μαθαίνει πράγματα από το Internet χωρίς να τα χωνεύει. Πιστεύω ότι η γνώση και το ένστικτο -το οποίο βεβαίως είναι γνώση –απαιτούν χρόνο. Επειτα ο κόσμος έχει μάθει στην ευκολία μιας αισθητικής που καταλαβαίνει άμεσα. Δηλαδή, σε αυτό που καταδίκασε ο Πλάτωνας: τη μίμηση. Ο καλλιτέχνης που θα πάρει ένα γεγονός άλφα για να το απεικονίσει ακριβώς όπως το βλέπει είναι δημοσιογράφος ή σκιτσογράφος, τέλος πάντων κάνει κάτι που εγώ δεν μπορώ να αποκαλέσω τέχνη. Ο Τζεφ Κουνς, π.χ., φτιάχνει απαίσια ντεκόρ και τίποτε περισσότερο. Ο κόσμος προσλαμβάνει άμεσα το έργο του Χερστ, για μένα όμως αυτό δεν είναι τέχνη».
–Εδώ βέβαια τίθεται το φιλοσοφικό ερώτημα «τι είναι τέχνη»;
«Εχω χαθεί πλέον μέσα σε αυτό. Τι είναι και τι δεν είναι. Διαπιστώνω ότι η τέχνη, όπως και ο αιώνας μας, βρίσκεται σε μια παρακμή μέσα στην οποία κάθε αξιολόγηση γίνεται μέσω της οικονομίας. Πιστεύω ότι ένα έργο τέχνης χρειάζεται υπέρβαση και όχι άμεση δράση».
–Μια τέχνη, δηλαδή, που, όπως είχατε πει, γεννιέται «όταν ο θυμός ξεπεράσει τον θυμό και συναντήσει τη γαλήνη ώστε η ανάμειξη των δύο να γεννά το έργο απαλλαγμένο από το συναίσθημα και τους ευτελείς συμβολισμούς»;
«Ναι, μπαίνω στη δουλειά μου και βρίσκομαι σε απόσταση από τον θυμό. Τότε μπορεί να δημιουργηθεί ένα έργο. Πολλές φορές αποτυγχάνω. Στα 83 μου όμως έχω πλέον την απαραίτητη απόσταση. Θυμώνω βέβαια συνέχεια. Διαρκώς σκέφτομαι να μην ξαναγυρίσω στην Ελλάδα –μια ζωή εξάλλου πήγαινα και ερχόμουν. Με τραβάνε όμως τα αρχαία και η θάλασσα. Είχα πάει στην Ινδία πριν από τέσσερα χρόνια για να δω μήπως μείνω εκεί τα υπόλοιπα χρόνια μου. Δεν μπορείς να πιεις το νερό, δεν μπορείς να φας λαχανικά αν δεν τα βράσεις. Πήγα στη θάλασσα της Βεγγάζης. Είπα: «Μα είναι θάλασσα αυτή;». Γύρεψα τον Παράδεισο στη Νότια Ινδία και βρήκα μια κόλαση, από κλιματικής πλευράς τουλάχιστον. Εδώ είναι ο Παράδεισος. Θα έπρεπε η Ελλάδα να είναι πιο ισχυρή από το Ισραήλ και πιο πλούσια από την Ελβετία. Εχει τον ίδιο πληθυσμό και πιο πλούσια βιογραφία, πιο πλούσια ιστορία. Ολα είναι πιο πλούσια στην Ελλάδα. Οι άνθρωποι είναι το πρόβλημα και ιδιαίτερα αυτοί που διοικούν. Δεν λέω, ξέρω 10, 20 άτομα εξαιρετικά. Οταν ο Ελληνας είναι καλός, είναι ο καλύτερος του κόσμου».
– «Η χώρα των παράλληλων μονολόγων», όπως έλεγε ο Σεφέρης και σημειώνετε σε έναν χάρτη σας. Ο «θυμός» πάντως δεν ήταν το συναίσθημα που σας έφερε εξαρχής κοντά στην τέχνη;
«Ηταν άλλου είδους. Οταν έφυγα από την Αίγυπτο, είπα: «Θα πάω στο Παρίσι και θα γίνω αρχιτέκτονας και διακοσμητής». Ημουν από ένα αστικό σπίτι, δεν χρειαζόταν να δουλέψω για να σπουδάσω. Επειτα από έναν χρόνο οι γονείς μου τα έχασαν όλα. Μου είπαν να γυρίσω πίσω, εγώ το έβαλα πείσμα να μείνω. Εμεινα στο Παρίσι άστεγος, δίχως μια δραχμή. Ηθελα να πάω στη Λεγεώνα των Ξένων. Τελικά δεν πήγα, θα είχα πεθάνει από τις ασκήσεις. Είπα «θα τελειώσω τη σχολή», έκανα ένα σωρό δουλειές και τα κατάφερα. Είχα συναντήσει έναν κόσμο απελπισίας και ήθελα να γράψω γι’ αυτόν. Οταν είδα ότι χρειάζομαι έναν μήνα για να γράψω μια σελίδα, τότε είπα να ζωγραφίσω. Ολη στην οικογένεια ζωγράφιζαν. Μικρός νόμιζα ότι η ζωγραφική είναι για γυναίκες. Εγώ έκανα αθλητισμό, πάλη, ακόντιο. Σταμάτησα όταν τραυματίστηκα».
–Στη δεκαετία του ’60 πιστεύατε ότι «τo μέλλον είναι η τεχνολογία και η επιστήμη». Σήμερα ποιο πιστεύετε ότι είναι το μέλλον;
«Πιστεύω ότι πρέπει να πούμε «στοπ» στην τεχνολογία και στην επιστημονική έρευνα. Αυτά που έχουμε είναι αρκετά. Να πάρουμε τον χρόνο να ζήσουμε καλύτερα, ποιοτικά σε μια γωνιά ανθρώπινη, όπου η έννοια της εξουσίας να εξαφανιστεί όσο γίνεται περισσότερο για μια συμβίωση έξυπνη».
–Αυτή η λύση παραπέμπει σε σοσιαλιστικά ιδεώδη τα οποία έχουν αποτύχει.
«Οχι, όπως σας είπα, δεν υπήρξα κομμουνιστής ποτέ –εξάλλου γκρέμισαν οι ίδιοι τον μύθο τους. Θυμάμαι στη Ρωσία τους πλούσιους συλλέκτες τέχνης από τη μια και τον κόσμο που περίμενε στην ουρά για φαγητό δέκα ώρες από την άλλη. Εγώ αγγίζω ένα όνειρο. Αυτό που ζητώ, όχι μόνο από την Ελλάδα αλλά από την υφήλιο, είναι να παραδώσουν όλοι τα όπλα, να σταματήσουν τον πόλεμο. Αυτό όμως δεν γίνεται, το γνωρίζουμε. Είναι κακή φάρα ο άνθρωπος –ό,τι καλύτερο και ό,τι χειρότερο υπάρχει. Αυτό που βλέπω ως λύση είναι να συνασπιστούν μικρές ομάδες ανθρώπων που μπορούν να επικοινωνήσουν ουσιαστικά μεταξύ τους και να αρχίσουν να φεύγουν από τις μεγάλες πόλεις. Η Ελλάδα είναι πλούσια όπου και να πας».
πότε & πού:
Τα έργα του Κωνσταντίνου Ξενάκη εκτίθενται στην γκαλερί Citronne στον Πόρο ως τις 15/9.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ