Ενα Σάββατο του Ιουνίου – ή μάλλον όχι όποιο κι όποιο Σάββατο, αλλά εκείνο της μικρότερης νύχτας του χρόνου – είχαμε κοντά μας έναν φίλο που βρέθηκε για λιγότερο από ένα εικοσιτετράωρο στην Αθήνα, καθ’ οδόν προς την Αλάσκα. Αφού είχε μπροστά του ένα τόσο μακρινό, αρκτικό ταξίδι, θελήσαμε να του προσφέρουμε μια ζεστή, χαρακτηριστική καλοκαιρινή βραδιά της πόλης. Και τι πιο αθηναϊκά καλοκαιρινό από ένα ποτό σε μια ταράτσα με θέα την Ακρόπολη;
Μας ήρθε… λουκούμι
Κατηφορίζοντας προς το Μοναστηράκι επιλέξαμε ως πρώτο σταθμό το Λουκούμι (πλατεία Αβησσυνίας 3), ένα all day (and night) στέκι το οποίο προσφέρει τη θέα του ιερού βράχου σε απόσταση αναπνοής. Ανεβήκαμε λοιπόν τη σκάλα, περάσαμε τον «κάτω», κλειστό χώρο με τη vintage-postmodern διακόσμηση που τον χειμώνα αρκετές βραδιές φιλοξενεί live συναυλίες και θεατρικά (και όχι μόνο) δρώμενα, και πήγαμε κατευθείαν στην ταράτσα όπου, για καλή μας τύχη, σχεδόν αμέσως άδειασε ένα τραπέζι. Η μελέτη του καταλόγου αποκάλυψε ποτά (από €5, special €8), κρασιά (€4-5), μπίρες (€3-6) και κοκτέιλ, signature και κλασικά (€6-10). Το «δυνατό χαρτί» του καταστήματος όμως – σε σχέση με τα άλλα ποτά, όπως γνωρίζαμε από προηγούμενες επισκέψεις – είναι το ρακόμελο, το οποίο το καλοκαίρι προτείνεται παγωμένο, και καθώς ο φιλοξενούμενός μας δεν το είχε ξαναπιεί είπαμε να το δοκιμάσουμε (σερβίρεται σε κανάτα των 150 ml ως 0,5 λίτρου, €4-10). Ηρθε συνοδευόμενο από μεζέ (ελιές, ντοματάκια, τυρί) και ήταν πράγματι εξαιρετικό – άρεσε ακόμη και στην Τόνικ που δεν είναι fan του συγκεκριμένου ποτού, αφήστε δε που δόθηκε και η συνταγή και τον χειμώνα θα πίνεται στο σκι στο Ανκορέιτζ της Αλάσκας! Το τιμήσαμε δεόντως υπό τους ήχους της funky μουσικής συζητώντας και απολαμβάνοντας τη θέα – για ένα διάστημα και τρώγοντας, γιατί πεινάσαμε και επιτεθήκαμε στους λουκουμάδες κοτόπουλου και τυριού (€3,5) από τον αρκετά ευρύ για μπαρ κατάλογο των φαγητών. Μοναδικό μείον η σκεπασμένη ταράτσα, μας άρεσε περισσότερο όπως τη θυμόμαστε παλαιότερα, προτού τη σκεπάσουν. Δεν ήταν ωστόσο αυτός ο λόγος για τον οποίο φύγαμε: η νύχτα ήταν μικρή, όχι μόνο λόγω του ηλιοστασίου αλλά και γιατί ο φίλος μας πετούσε τα ξημερώματα – θέλαμε λοιπόν να του δείξουμε κάτι ακόμη.
Γνωριμία με το παποτό
ΜΠΑΪΟΣ
Επόμενος προορισμός μας ήταν το ΜΠΑΪΟΣ στην ταράτσα του Bios στο Γκάζι (Πειραιώς 84). Ο πιο εναλλακτικός πολυχώρος της πόλης δικαιολογεί επάξια αυτόν τον χαρακτηρισμό και στην open-air εκδοχή του: παλέτες, μεταλλικά βαρέλια μπίρας και έξυπνος φωτισμός μεταμορφώνουν σχεδόν σε έργα τέχνης ακόμη και τα άχαρα ντεπόζιτα του νερού και δημιουργούν ένα εξαιρετικά καλόγουστο μπαρ με θέα τη φωτισμένη πόλη και τον Παρθενώνα. Μουσική κεφάτη αλλά σε χαμηλή ένταση – ακούγεται τόσο ώστε να μπορείς να λικνιστείς αν θέλεις αλλά και να συζητήσεις άνετα – και, έκπληξη, λόγω Μουντιάλ, μια οθόνη στο μπαρ με… προσφορά ακουστικών σε όποιον ήθελε να ακούει την αναμετάδοση. Σταθήκαμε στην μπάρα όπου, κοιτάζοντας τον κατάλογο με τα κοκτέιλ (από €6,50) μας περίμενε μια δεύτερη έκπληξη: το παποτό. Ναι, καλά διαβάζετε και ίσως καλά υποπτεύεστε: πρόκειται για ποτό παγωμένο σε ξυλάκι, φτιαγμένο από το φρούτο της επιλογής σας και αλκοόλ. Μπορείτε να το φάτε απλώς ως παγωτό (συνοδευόμενο από ποτήρι με παγάκια για να μη λιώνει, €4) ή βουτηγμένο στο ασορτί κοκτέιλ για διπλή απόλαυση (€9). Προτιμήσαμε τη δεύτερη επιλογή: εμείς οι δύο (επιτέλους σύμπνοια!) επιλέξαμε το Bramble με berries, ο φίλος από την Αλάσκα το Pi~na Colada και ο τέταρτος της παρέας ένα Jameson (7 ευρώ). Οπως είπαμε ομόφωνα, ο φίλος με το Jameson έχασε: η εμπειρία του παποτού-κοκτέιλ ήταν μοναδική! Αν είχαμε χρόνο, το πιθανότερο είναι ότι θα την επαναλαμβάναμε, όμως η νύχτα είχε προχωρήσει πολύ και ο φιλοξενούμενός μας έπρεπε να προλάβει την πτήση του.
Συμπέρασμα: θα ξαναπάμε στο Λουκούμι για τη ζεστή ατμόσφαιρα και τα value-for-money ποτά και φαγητά του. Θα ξαναπάμε οπωσδήποτε και στο ΜΠΑΪΟΣ, όχι μόνο για το παποτό αλλά και για τον καλόγουστο, ευχάριστο και «ανοιχτόκαρδο» χώρο του.
*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 15 Ιουνίου 2014.