Στην πιο ταραγμένη περιοχή του πλανήτη την περίοδο αυτή εξελίσσεται η ευρύτερη γειτονιά μας και όχι μόνον λόγω της κρίσης με την Ουκρανία. Και είναι η αρνητική αυτή εξέλιξη που υποχρεώνει τώρα Αμερικανούς και Ευρωπαίους να αναθεωρήσουν την πολιτική τους, χωρίς να γνωρίζουν πού τελικά θα οδηγήσουν τα νέα δεδομένα που προκύπτουν. Το βέβαιο είναι πάντως ότι ο πρόεδρος Ομπάμα υποχρεώνεται να εγκαταλείψει την αρχική του ιδέα για απαγκίστρωση των Ηνωμένων Πολιτειών από την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Μαύρης Θάλασσας και η καγκελάριος Μέρκελ να παγώσει τις στενές σχέσεις που διατηρούσε με τον πρόεδρο Πούτιν. Και όλα αυτά μέσα σ’ έναν ευρύτερο σχεδιασμό για συνεργασία μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Ευρωπαϊκής Ενωσης με στόχο την περιλάλητη πολιτική των κυρώσεων κατά της Ρωσίας.
Οι κυρώσεις όμως αυτές εύκολα μπορούν να εξελιχθούν σε μπούμερανγκ, καθώς ο μεν αμερικανός πρόεδρος είχε στηριχθεί στη συνεργασία της Ρωσίας για την επίλυση της κρίσης στη Συρία και τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων για τα πυρηνικά του Ιράν, η δε γερμανίδα καγκελάριος παραμένει πλήρως εξαρτημένη για τις ενεργειακές ανάγκες της χώρας της από τη Ρωσία και μπορεί έτσι να βρεθεί αντιμέτωπη με ανεπιθύμητα αντίποινα. Εγκαινιάζεται έτσι ένα νέο παιχνίδι στη διεθνή σκακιέρα, όπου φυσικό είναι να κερδίσει αυτός που θα έχει στο χέρι του το ισχυρότερο χαρτί, τη στιγμή που πέρα από την Ουκρανία προκύπτει τώρα και το ερώτημα πού θα καταλήξει τελικά η εσωτερική αναταραχή στην Τουρκία, η οποία συνεχώς επιδεινώνεται. Ετσι η χώρα αυτή από ένας παράγοντας σταθερότητας, σε μια κατεξοχήν ασταθή περιοχή, εξελίσσεται τώρα σε πόλο επικίνδυνης αστάθειας, ανατρέποντας τα δεδομένα του παρελθόντος για έναν από τους ισχυρότερους στρατιωτικά συμμάχους του ΝΑΤΟ. Σε μια περίοδο μάλιστα που δεν φαίνεται να κλείνει το γνωστό ρήγμα στις σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ.
Ενός Ισραήλ το οποίο συνεχίζει να αρνείται να έλθει σε κάποια στοιχειώδη συνεννόηση με τους Παλαιστινίους για τη δημιουργία του παλαιστινιακού κράτους, επιμένοντας στη συνέχιση της απαράδεκτης πολιτικής των παράνομων οικισμών στα παλαιστινιακά εδάφη και απαιτώντας από τους Παλαιστινίους να αναγνωρίσουν το Ισραήλ ως το «εβραϊκό κράτος», αποκλείοντας έτσι την επιστροφή σ’ αυτό των παλαιστινίων προσφύγων, που ξεριζώθηκαν από τις εστίες τους. Η Ουάσιγκτον, η οποία παίζει τον ρόλο του μεσολαβητή, είχε θέσει ως απώτατο χρονικό όριο τα τέλη Μαρτίου για μια καταρχήν συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, η οποία όμως δεν φαίνεται να μπορεί να επιτευχθεί. Ετσι, πέραν όλων των άλλων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ταραχώδης αυτή περιοχή (Αίγυπτος, Συρία, Ιράκ, Ιράν, Λιβύη κ.λπ.), αναζωπυρώνεται τώρα και η πολύχρονη ισραηλοπαλαιστινιακή διαμάχη, επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο το κλίμα μετά την κρίση της Ουκρανίας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



