Στην ανθρώπινη κοινωνία η πλαστοπροσωπία είναι ένα κολάσιμο αδίκημα, στον κόσμο των φυτών όμως μπορεί να αποτελέσει το διαβατήριο για τη διαιώνιση του είδους. Σε αυτήν ακριβώς την απάτη καταφεύγουν, όπως ανακάλυψαν οι επιστήμονες, οι ορχιδέες που δεν διαθέτουν νέκταρ ή κάτι άλλο για να «φιλέψουν» τα έντομα: στέλνουν ειδικά «σήματα» μιμούμενα άλλα, πιο «γενναιόδωρα» λουλούδια, ώστε να τα ξεγελάσουν και να τα προσελκύσουν στη γύρη τους.
Φυτικά «καλούδια»
Τα φυτά των τροπικών περιοχών βασίζονται κατά κύριο λόγο για τη γονιμοποίησή τους στα έντομα, τα οποία μεταφέρουν τη γύρη τους από άνθος σε άνθος. Για να τα κάνουν όμως να επισκεφθούν τα άνθη τους, πρέπει κάτι να έχουν να τους προσφέρουν. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό το «κάτι» είναι το θρεπτικό νέκταρ τους ή, ελλείψει αυτού, κάποια άλλη ανταμοιβή, όπως π.χ. έλαια με τα οποία τα έντομα μπορούν να τραφούν ή να φτιάξουν τις φωλιές τους.
Κάποια είδη φυτών ωστόσο δεν διαθέτουν κανένα από τα παραπάνω «καλούδια». Αυτό ακριβώς συμβαίνει στην οικογένεια των ορχεοειδών: αν και οι ορχιδέες στη συντριπτική πλειονότητά τους πολλαπλασιάζονται με επικονίαση (δηλαδή με τη μεταφορά της γύρης), το ένα τρίτο των ειδών τους δεν έχει απολύτως τίποτε να προσφέρει στους «μεσάζοντες» που θα εξασφαλίσουν τον πολλαπλασιασμό τους. Παρ’ όλα αυτά όλα τους αυξάνονται και πληθύνονται στις τροπικές ζούγκλες όπου ζουν.
Μηχανισμοί εξαπάτησης
Πώς ακριβώς το καταφέρνουν; Οι επιστήμονες υποπτεύονταν ότι θα πρέπει να επιστρατεύουν κάποιους «μηχανισμούς εξαπάτησης», στέλνοντας σήματα που ξεγελούν τα έντομα ώστε να τα κάνουν να έρθουν στα άνθη τους. Μια ομάδα ερευνητών του Imperial College του Λονδίνου ξεσκέπασε ακριβώς έναν τέτοιο μηχανισμό που «στήνεται» στα τροπικά δάση της Λατινικής Αμερικής.
Για να το επιτύχουν, οι επιστήμονες εξέτασαν δεκάδες είδη ορχιδέας της ομάδας Oncidinae που φύονται στην Κόστα Ρίκα και σε άλλα γειτονικά κράτη συγκρίνοντάς τα με άλλα πιο «ανταποδοτικά» για τα έντομα φυτά. Διαπίστωσαν ότι τα άνθη περίπου πεντακοσίων από αυτά τα είδη ορχιδέας μοιάζουν πολύ στο σχήμα και στο χρώμα με τα άνθη πολλών ειδών μιας σχετικά συγγενικής τους οικογένειας, των μαλπιγιοειδών (Malpighiaceae), τα οποία όμως διαθέτουν έλαια που προτιμώνται ιδιαίτερα από τα έντομα.
Οπτικά κόλπα στο υπεριώδες φως
Η πιο «χτυπητή» ομοιότητα που εντόπισαν οι ειδικοί ήταν στο χρώμα: τα λουλούδια και των δύο οικογενειών έχουν ένα ξεχωριστό, όχι και τόσο συνηθισμένο χρώμα, το οποίο είναι γνωστό ως «bee-UV-green». Αυτό το «ιδιαίτερο πράσινο» είναι ορατό για τις μέλισσες αλλά όχι για τους ανθρώπους, οι οποίοι το βλέπουν ως φωτεινό κίτρινο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι δύο ορχιδέες (Trichocentrum ascendens και Rossioglossum ampliatum) και το μαλπιγιοειδές (Stigmaphyllon) της φωτογραφίας.
Συγκρίνοντας διάφορα είδη λουλουδιών της Κόστα Ρίκα που επελέγησαν με τυχαίο τρόπο οι ερευνητές έδειξαν ότι η ομοιότητα αυτή δεν είναι καθόλου τυχαία. Αντιθέτως, αποτελεί «μελετημένο» προϊόν της εξέλιξης σε 14 διαφορετικούς κλάδους του γενεαλογικού δέντρου των Oncidinae με αποκλειστικό στόχο την πλαστοπροσωπία. Οπως επισημαίνεται στη μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Proceedings of the Royal Society B», στο υπεριώδες φως που βλέπουν οι μέλισσες είναι σχεδόν αδύνατον να γίνει διάκριση μεταξύ των δύο οικογενειών: οι ορχιδέες «περνάνε» για μαλπιγιοειδή εκπέμποντας πανομοιότυπα με αυτά οπτικά σήματα και εξασφαλίζοντας έτσι την επιβίωση του είδους τους.

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 2 Ιουλίου 2013

HeliosPlus