Η ζωή στην πόλη λέγεται ότι είναι πιο γρήγορη από ό,τι στην εξοχή. Και αυτό αποδεικνύεται αληθές ακόμα και για τα κοτσύφια, των οποίων το βιολογικό ρολόι δείχνει να αποσυντονίζεται από τα φώτα και το θόρυβο.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Ορνιθολογίας Max Planck στη Γερμανία ήθελαν να συνεχίσουν προηγούμενες μελέτες, οι οποίες είχαν δείξει ότι τα πτηνά στις πόλεις υιοθετούν ένα πιο νυκτόβιο τρόπο ζωής σε σχέση με τους συγγενείς τους στην εξοχή.
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές θέλησαν να εξετάσουν αν οι παρατηρούμενες μεταβολές στις δραστηριότητες των πτηνών είναι απλώς συμπεριφορικές προσαρμογές, ή αν οφείλονται σε αποσυντονισμό του βιολογικού ρολογιού.
Ο δρ Νταβίντ Ντομινόνι και οι συνεργάτες του τοποθέτησαν μικρούς ραδιοπομπούς σε ευρωπαϊκά κοτσύφια (Turdus merula) που ζουν μέσα στο Μόναχο, καθώς και σε κοτσύφια που ζουν σε γειτονικό δάσος.
Έπειτα από τρεις εβδομάδες παρακολούθησης, η ανάλυση των δεδομένων αποκάλυψε ότι τα αστικά πτηνά ξυπνούσαν 29 λεπτά ταχύτερα και παρέμεναν δραστήρια για έξι λεπτά περισσότερο τα απογεύματα.
Ακολούθησε ένα δεύτερο πείραμα, στο οποίο επιβεβαιώθηκε ότι οι μεταβολές στον κύκλο δραστηριότητας των πουλιών οφείλεται πράγματι στο βιολογικό ρολόι. Κοτσύφια από το εσωτερικό του Μονάχου και από το γειτονικό δάσος και τα τοποθέτησε σε κλειστούς χώρους με αμυδρό, σταθερό φωτισμό, έτσι ώστε τα πτηνά να μην μπορούν να αντιληφθούν τι ώρα είναι.
Το «ξεκούρδισμα» της πόλης
Οι παρατηρήσεις επιβεβαίωσαν τις υποψίες ότι τα πουλά της πόλης παρουσίαζαν μεταβολές των κιρκαδικών ρυθμών, όπως ονομάζεται ο κύκλος ύπνου/εγρήγορσης που υπαγορεύει το βιολογικό ρολόι: στα κοτσύφια του Μονάχου, ο κύκλος αυτός διαρκούσε κατά μέσο όρο 50 λεπτά λιγότερο από ένα πλήρες 24ωρο.
Το ενδιαφέρον μάλιστα είναι ότι, σε αυτές τις συνθήκες σταθερού φωτισμού, το βιολογικό ρολόι των αστικών πτηνών αποσυντονίστηκε ταχύτερα, με τα μοτίβα δραστηριότητας να γίνονται πιο ακανόνιστα από ό,τι στα πτηνά του δάσους.
Όπως σχολιάζει ο Δρ Ντομινόνι, αυτή η παρατηρούμενη αστάθεια στο βιολογικό ρολόι των πτηνών στις πόλεις θα μπορούσε να είναι μια ωφέλιμη προσαρμογή, καθώς τα βοηθά να αντιμετωπίζουν το απρόβλεπτο περιβάλλον μιας πόλης που δεν κοιμάται ποτέ.
Από την άλλη, η αστάθεια αυτή θα μπορούσε να προκαλεί προβλήματα υγείας, αφού περιορίζει τη διάρκεια του νυχτερινού ύπνου και ίσως προκαλεί υπνηλία στη διάρκεια της ημέρας.
Σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα της μελέτης φέρνουν τους ερευνητές ένα βήμα πιο κοντά στην απάντηση του μεγάλου ερωτήματος: πώς επηρεάζεται το ανθρώπινο βιολογικό ρολόι από τη ζωή στις πόλεις; Και, είναι άραγε μόνιμες αυτές οι αλλαγές, ή μήπως εξαφανίζονται όταν κανείς μετακομίσει στην επαρχία;
Η μελέτη δημοσιεύεται στο «Proceedings of the Royal Society Biological Sciences».