Θέατρο – εμπορικό, εναλλακτικό, κρατικό, πειραματικό –, παραστάσεις χορού, κινηματογράφο, χώρους διασκέδασης, μουσικές σκηνές. Ο Μανόλης Παντελιδάκης έχει το ταλέντο να δημιουργεί νέους κόσμους με δράση. Από τους πιο δραστήριους σκηνογράφους της γενιάς του, γνωρίζει καλά πώς να κάνει τις εικόνες να μιλούν και να συμμετέχουν σε κάθε δρώμενο. Χαρακτηριστικές είναι οι πρόσφατες δουλειές του: οι βραβευμένες «Η αυλή των θαυμάτων» και «Απατεώνες και τζέντλεμεν» και τα εφετινά «Αχ, αυτά τα φαντάσματα!», «I am what I am» με τον Τάκη Ζαχαράτο, «Historia de un amor ή Τα μυρμήγκια» με την Πέμη Ζούνη, «Θησέας και Αριάδνη» και «Η άλλη αίσθηση».
Αντιφατικά ή απλά διαφορετικά πράγματα; Ο ίδιος έχει βρει την ισορροπία: «Ολες οι δουλειές μου έχουν να κάνουν με την παρουσία του κόσμου. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να δημιουργώ εικόνες στο κοινό».
Ετσι και το σπίτι του, ένα κτίριο των αρχών του 19ου αιώνα, κάτω από την Ακρόπολη, όπου κάποτε φιλοξενούνταν η έκθεση ξύλινων επίπλων του μεγάλου κατασκευαστή Φιλιππάκη, τα γραφεία του, το εργοστάσιο, το σπίτι του και τα δωμάτια της υπηρεσίας. Κοινός παρoνομαστής όλων είναι ο ίδιος, οι στιγμές και οι διαθέσεις του που φέρνουν κάτι νέο ή διατηρούν κάτι παλιό. Οχι τι ταιριάζει και τι όχι.
Μας φίλεψε ένα κυριακάτικο πρωινό λίγο προτού φύγει για το ραντεβού του με τον σκηνοθέτη Γιάννη Κακλέα και τον θίασο από τη ροκ όπερα «Δαίμονες» όπου υπογράφει τα σκηνικά. Θα θεωρούσε κανείς ότι οι επιλογές ενός σκηνογράφου θα ήταν επιτηδευμένες. Με δεκάδες πράγματα από παλιά σκηνικά και λεπτομερώς τοποθετημένα αντικείμενα. Απαιτούνται, όμως, λίγα μόνο λεπτά και μια κούπα τσάι για να αντιληφθείς ότι ναι μεν βρίσκεσαι σε ένα μη συνηθισμένο σπίτι, με σπιτίσια όμως στόφα. Καθετί έχει ένα παρελθόν γεμάτο εικόνες – το ζητούμενο του Μανόλη Παντελιδάκη: «Δεν μου αρέσει να κρεμάω πίνακες ζωγραφικής. Προτιμώ τις συλλογές από εργαλεία: καλούπια για τον καθαρισμό των καπέλων, καρέκλες οδοντιατρείου, ένα ερμάριο όπου κρεμούσαν τα ρούχα τους οι εργάτες, παλιά φώτα. Με ελκύουν όσα έχουν χρησιμοποιηθεί από ανθρώπινα χέρια για να δημιουργηθεί κάτι».
Τι σας πρωτοτράβηξε σε αυτό το σπίτι; «Η ταράτσα του. Προτού χτιστούν όλες αυτές οι πολυκατοικίες, η θέα ήταν μοναδική. Επειτα ανακάλυψα και τα υπόλοιπα. Το πόσο καθαρογραμμένο και ασκητικό ήταν – κόντρα στην υπερβολή εκείνης της εποχής –, η μαγευτική ξύλινη σκάλα από το ισόγειο μέχρι επάνω στο σπίτι, τα σαγρέ τζάμια χαμηλά στο παράθυρο της κουζίνας για να μην υπάρχει οπτική επαφή με το εργοστάσιο κάτω…».
Κατοικείτε εδώ πάνω από 20 χρόνια. Φαίνεται να αρνείστε στη ζωή σας το εφήμερο της σκηνογραφίας… «Η σκηνογραφία οφείλει να είναι εφήμερη. Αφορά την παράσταση. Αυτή είναι το γεγονός. Χωρίς αυτήν δεν είναι τίποτα. Δεν έχει νόημα να κρατάς μακέτες. Την ίδια λογική είχα και όταν άλλαζα σπίτια. Αφηνα τα πάντα εκεί. Μόνο δυο-τρία πράγματα με ακολουθούν παντού. Τα υπόλοιπα ήταν προορισμένα για εκείνους τους χώρους. Δεν είχα λόγο να τα αποκόψω. Επειτα, η ίδια η ζωή είναι αυτή που κάνει το σπίτι να αλλάζει, να ανανεώνεται».
Δεν αποτελεί, όμως, μορφή τέχνης η σκηνογραφία; Δεν πρέπει να διασωθεί; «Η σκηνογραφία συνδυάζει πολλά, αλλά δεν αποτελεί απλά την εφαρμογή μιας τέχνης και κυρίως δεν στηρίζεται στην ιστορία της όπως οι υπόλοιπες τέχνες. Κατά καιρούς έχουν συμβάλει στην ανάπτυξή της αρχιτέκτονες, designers, ζωγράφοι… Μέσα από τις διαφορετικές ματιές τους εμπλουτίζεται, αλλά παραμένει μια ανεξάρτητη υπόσταση».
Η σκηνογραφία, βέβαια, προϋποθέτει και λειτουργικότητα. Σωστά; «Η λειτουργικότητα σε κάνει να σκέφτεσαι, να δημιουργείς. Σου προσφέρει μια καλή καθημερινότητα. Για εμένα αφορά περισσότερο το σπίτι. Η σκηνογραφία δεν γίνεται για να διευκολύνει τον ηθοποιό. Είναι εικόνα. Ο ηθοποιός μαθαίνει να τη χειρίζεται. Γι’ αυτό στη σκηνογραφία επιμένω στην αισθητική».
Και εσείς έχετε αποδείξει ότι μπορείτε να «χειριστείτε» πολύ διαφορετικούς ανθρώπους, διαφορετικές παραστάσεις. «Λειτουργώ όπως και εδώ στο σπίτι. Εχω “κουτομανία”. Είναι ο τρόπος μου για να τακτοποιούμαι! Ετσι αντιμετωπίζω και τις δουλειές μου. Κάθε συνεργασία είναι ένα διαφορετικό κουτί, ένα συρτάρι. Κλείνει και ξανανοίγει για να εμπλουτιστεί το περιεχόμενό του, το οποίο ποτέ δεν μπλέκεται με κάτι άλλο. Δεν θα ανακατέψω το “Αρβανιτάκη” με το “Φρόσω Λύτρα”. Ετσι μπορώ να κάνω διαφορετικές δουλειές και να εξελίσσω την καθεμία χωριστά. Δεν μπορώ να είμαι μονομερής. Γι’ αυτό και – πέρα από άλλους, προσωπικούς λόγους – επέστρεψα από το Παρίσι, όπου σπούδαζα. Με “έβλεπαν” ως Ελληνα, μόνο για τα μεσογειακά θέματα. Δεν έχω αυτή την ελληνικότητα. Είμαι πιο διεθνής δημιουργικά».
Πάντα εμπλουτίζετε ή άλλοτε αφαιρείτε; Απαιτεί η σκηνική αφαίρεση σκηνογράφο; «Η σκηνογραφία είναι συνιστώσα δραματική, δίνει τους άξονες που θα σχηματίσουν το δραματουργικό περιβάλλον. Ακόμη και μια καρέκλα υπόκειται σε σκηνογραφικές οδηγίες για να αποκτήσει δράση. Ο χώρος αποτελεί τη βασική έμπνευση. Κάθομαι αρκετές ώρες και τον παρατηρώ για την κάθε παράσταση».
Τον δικό σας χώρο πώς τον βιώνετε; «Στην αρχή φάνταζε μεγάλο το σπίτι. Οσο το ζούσα, ερχόταν στα μέτρα μου. Κάθε γωνιά αποκτά τον χαρακτήρα και τον λόγο ύπαρξής της. Η ναυαρχίδα του σπιτιού, όμως, είναι το γραφείο μου. Μου αρέσει πλέον να περνώ χρόνο στο σπίτι. Και παρακινώ όλους να έρχονται εδώ για να συζητήσουμε, να εμπνευστούμε, να γνωριστούμε. Κυριακές πρωί, όμως, μετακομίζω πάνω, στο αίθριο, και διαβάζω τις εφημερίδες μου».
Ποιο έργο θα παίζατε στο σπίτι σας; «Αυτό που δεν έχει γραφτεί ακόμη. Το έργο με σκηνές που συντίθενται από στιγμές που μαζεύονται όλοι οι συντελεστές μιας δουλειάς και γεμίζει ο χώρος ιδέες, διαφωνίες, συμφωνίες, σιωπές, γέλια».
Με τι θα αλλάζατε το σημερινό σας σπίτι; «Με ένα γυάλινο. Δυο πλάκες και γυαλί. Αυτό».
Και αυτό το σπίτι είναι γεμάτο ανοίγματα, παράθυρα. Δεν σας φοβίζει στην εποχή που ζούμε, με τις αυξανόμενες διαρρήξεις; «Οχι. Το μόνο που με φοβίζει είναι η βλακεία».
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 7 Απριλίου 2013