Στο ιωβηλαίο των 100 χρόνων από τη γέννηση του K.Θ. Δημαρά δεν ήταν δυνατόν να μη γίνει λόγος και για το θέμα που έχει συνταυτιστεί με τον άνθρωπο που σήμερα τιμούμε: Νεοελληνικός Διαφωτισμός και Δημαράς είναι μια άρρηκτη σχέση στην κοινή συνείδηση.


Να θυμίσουμε πρώτα πως η γενέθλια χρονολογία της δημιουργίας αυτής της σχέσης είναι το 1945. Ο Δημαράς, ύστερα από μακρά κυοφορία, δημοσίευσε τη χρονιά αυτή τα πρώτα συμπεράσματα των ερευνών του στο περιοδικό «Δημοκρατικά Χρονικά». Στην επιγραφή μάλιστα του σύντομου άρθρου του εμφανίζεται, για πρώτη φορά, και ο νεολογισμός «Ελληνικός Διαφωτισμός». Την επόμενη χρονιά, σε μελέτη του δημοσιευμένη στο περιοδικό «Παιδεία», που εξέδιδε ο Ευάγγελος Παπανούτσος, ο Δημαράς χρησιμοποιεί και τον όρο «Νεοελληνικός Διαφωτισμός» με τον οποίο θα συνδεθεί το όνομά του.


Το επόμενο ορόσημο είναι το 1948, όταν ο Δημαράς θέλησε να δώσει στο πρόσφατο τότε εύρημά του τις κοινωνικές του διαστάσεις, εντάσσοντας τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό στο σχήμα της Ιστορίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, της οποίας ο πρώτος τόμος – εκείνος που μας ενδιαφέρει – δημοσιεύεται τη χρονιά εκείνη.


Στο μεταξύ, ανάμεσα στο 1945 και στο 1948, δημοσιεύει μελέτες και εκδίδει κείμενα που αποδεικνύουν τη σοβαρή και σε βάθος ενασχόλησή του με το φαινόμενο της «δεξίωσης» ιδεών και αρχών του Διαφωτισμού στον χώρο της «Ελληνικής Ανατολής»: «Γρηγόριος Κωνσταντάς» και «Οι πηγές της έμπνευσης του Κάλβου» το 1946· «Ενα ανέκδοτο έργο του Δ. Καταρτζή», «Επαφές της νεώτερης ελληνικής λογοτεχνίας με την αγγλική (1780-1821)», αλλά και κείμενα σχετικά με την αλληλογραφία του Κοραή με τη Jeanne Wyttenbach το 1947· και πάλι Κοραής το 1948 («Εξη γράμματα του Κοραή σχολιασμένα», «Εφημερίς του κάτω κόσμου») αλλά και η έκδοση της σάτιρας «Ρωσσαγγλογάλλος», καθώς και οι «Σημειώσεις γύρω στον Διάλογο» του Σολωμού. Εχει κανείς την εντύπωση πως με τα δημοσιεύματα των τεσσάρων αυτών πρώτων χρόνων δίνεται μια σύνοψη των θεμάτων που θα τον απασχολήσουν ως το τέλος της ζωής του: ο Καταρτζής, ο Κοραής, η ριζοσπαστική κριτική την περίοδο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, που ένας από τους εκπροσώπους της είναι και ο ανώνυμος συγγραφέας του «Ρωσσαγγλογάλλου», και ακόμη το πέρασμα από τον Διαφωτισμό στον Ρομαντισμό.


* Νηφάλια θεώρηση


Γιατί όμως το 1948 μπορεί να θεωρηθεί το δεύτερο ορόσημο στη μελέτη του Νεοελληνικού Διαφωτισμού;


H Γραμματολογία του Δημαρά δεν είναι μια αφήγηση για τη λογοτεχνική έκφραση και την αισθητική αναζήτηση, είναι μια ιστορία της παιδείας, είναι η αφήγηση της πορείας ενός «κοινωνικού φαινομένου», όπως ο Δημαράς χαρακτηρίζει από τις πρώτες κιόλας σελίδες του Προλόγου του τη λογοτεχνία. Για να κατανοήσεις όμως και να ερμηνεύσεις τις πνευματικές εκφάνσεις μέσα στον χρόνο αυτού του κοινωνικού φαινομένου, πρέπει να έχεις άποψη και για τη δυναμική του κοινωνικού ιστού πάνω στον οποίο είναι κεντημένες οι λογοτεχνικές εκφράσεις, πρέπει να είσαι έτοιμος να αποκαλύψεις τον άλλο κοινωνικό ιστό που οραματίζονται όσοι διαφορετικά εκφράζονται, να δεις τη γέννηση ή την υιοθέτηση μιας ιδέας ως κοινωνική ανάγκη και όχι ως ιδεαλιστική πραγμάτωση.


Μέσα από μια τέτοια μεθοδολογική οπτική, η οποία εμπνέει και τον δημιουργό της Ιστορίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός βρίσκει τη θέση του μέσα στο ερμηνευτικό του σχήμα ως πνευματική έκφανση μιας ορισμένης ιστορικής περιόδου αλλά και ως έκφραση κοινωνικών αιτημάτων μέρους της κοινωνίας. Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός δεν αποτελεί «ιστορική περίοδο» και δεν συνιστά μια λυδία λίθο πάνω στην οποία δοκιμάζονται όσα έγιναν πριν ή ύστερα από αυτόν. Από την άποψη αυτή, η νηφάλια και ισορροπημένη θέση που δίνει ο Δημαράς σε ένα πρόσφατο εύρημά του, και προσωπικά αγαπημένο του θέμα, συνιστά πραγματικά έναν ακόμη σταθμό στη μελέτη του Νεοελληνικού Διαφωτισμού.


* Επιστημονική μελέτη


Το επόμενο και αποφασιστικό βήμα γίνεται τη δεκαετία του 1960, όταν η μελέτη του φαινομένου βρίσκει δύο θεσμικές εκφράσεις, συνδεδεμένες στενά, και οι δύο, με τον Δημαρά. Αναφέρομαι στη δημιουργία το 1960 του Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών στο πλαίσιο του Ιδρύματος Ερευνών και στην ίδρυση το 1962 του Ομίλου Μελέτης του Ελληνικού Διαφωτισμού. Στο Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών ο Δημαράς, πλαισιωμένος από νέους κυρίως συνεργάτες, θέλησε να επιτελέσει έναν από τους βασικούς σκοπούς κάθε σοβαρής επιστημονικής έρευνας, την παραγωγή νέας γνώσης. Και ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός ήταν τότε ακόμη το πεδίο που είχε να δώσει πολλά. Ενώ με την ίδρυση ενός επιστημονικού σωματείου, του Ομίλου Μελέτης του Ελληνικού Διαφωτισμού (ΟΜΕΔ), αποκλειστικά αφοσιωμένου στη μελέτη του φαινομένου, ο Δημαράς θέλησε να δημιουργήσει ένα παράλληλο και ευέλικτο όργανο, στο οποίο εμπιστεύτηκε την πραγμάτωση δύο στόχων: τη δημιουργία ενός επιστημονικού περιοδικού δημοσιεύματος αφιερωμένου στην κοινοποίηση ερευνητικών ευρημάτων και την έκδοση νεοελληνικών πηγών που αναφέρονταν στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό. Από την επόμενη κιόλας χρονιά, το 1963, το περιοδικό του Ομίλου, «Ο Ερανιστής», άρχισε να εκδίδεται και όλοι οι συνεργάτες του Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών, μαζί με τον Δημαρά και τους παλαιούς συνοδοιπόρους του στην έρευνα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, βρίσκουν ένα επιστημονικό βήμα για την κοινοποίηση των ερευνών τους. Την ίδια χρονιά, το 1963, εγκαινιάζεται και η σειρά με τα κείμενα-πηγές για τον ελληνικό 18ο αιώνα. Μερικοί τίτλοι που δημοσιεύτηκαν είναι ενδεικτικοί: «Αλληλογραφία» του Κοραή, «Εφημερίδες» του Παναγιώτη Κοδρικά, αλληλογραφία των Δανιήλ Φιλιππίδη – Barbie du Bocage – Ανθιμου Γαζή, τα σωζόμενα έργα του Δημήτριου Καταρτζή.


Στις αποφασιστικές συμβολές του Δημαρά πρέπει, νομίζω, να κατατάξουμε και το γεγονός ότι ο ΟΜΕΔ αποτέλεσε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Διεθνούς Εταιρείας Μελέτης του 18ου Αιώνα (ISECS). H υποδοχή της ολιγάριθμης ελληνικής εταιρείας στη διεθνή επιστημονική κοινότητα οφείλεται ασφαλώς στη διεθνή αναγνώριση της προσωπικότητας του Δημαρά.


Συμπερασματικά, τι οφείλουμε στον Δημαρά; Οτι πρώτος μελέτησε συστηματικά το γεγονός πως ιδέες και αρχές του κινήματος που στην Ευρώπη ονομάστηκε Διαφωτισμός πέρασαν και στον χώρο της «Ελληνικής Ανατολής», ότι θεμελίωσε την άποψη πως ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός δεν είναι κάτι το αυτοφυές αλλά ένας κλάδος του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, ότι οργάνωσε τη σχετική έρευνα στην Ελλάδα και φρόντισε να συνδεθεί η ελληνική εταιρεία με τη διεθνή επιστήμη. Αν ακούγονται αυτά σήμερα ως αυτονόητα, αποτελούν μία ακόμη επιβεβαίωση της επιρροής που άσκησε και της αποδοχής που έτυχε η ερευνητική του θεώρηση: αποτελούν τα ανεξίτηλα σημεία της προσφοράς του.


* Σχέση βιωματική


Εχει αρκετές φορές γραφτεί πως η σχέση που συνέδεε τον Δημαρά με τη μελέτη του Διαφωτισμού είχε και μια διάσταση βιωματική. Στράφηκε στη μελέτη μιας ιστορικής περιόδου, που είχε τον ορθό λόγο ως οδηγό, την πίστη στην ιδέα της προόδου και την προσδοκία για την εξάλειψη των προλήψεων στις ανθρώπινες κοινωνίες, καθώς ο ίδιος έβγαινε από μια περίοδο της ζωής του στην οποία ο ευσεβισμός και η πίστη στον ιδανισμό είχαν κυριαρχήσει. Για έναν ιστορικό του διαμετρήματος του Δημαρά είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς πως δεν είχε συνείδηση της σχετικότητας στην ιστορία των ιδεών, ακόμη και αυτών που ο ίδιος πίστευε ως ορθές. Αλλο, νομίζω, είναι το περιεχόμενο της βιωματικής του σχέσης: ενστερνίστηκε αυτή τη ζωτική ουτοπία του Διαφωτισμού και έμεινε πιστός σε αυτήν ως το τέλος. H συνέπεια της τελικής του απόφασης με τις ιδέες που κυριάρχησαν στα ύστερα χρόνια της ζωής του αποτελεί ένα μάθημα εξίσου σημαντικό με τα γραπτά που μας άφησε.


Ο κ. Δημήτρης Γ. Αποστολόπουλος είναι διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, αντιπρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Μελέτης του 18ου Αιώνα (ISECS).