Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, οπότε ανέκυψε το ακανθώδες πρόβλημα για την τύχη των ελληνικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας, ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεχόταν ισχυρότατες πιέσεις από τους πρόσφυγες που δεν ήθελαν με κανέναν τρόπο να παραδεχθούν ότι ο ξεριζωμός τους από τα προγονικά εδάφη ήταν οριστικός. Γι’ αυτό και δεν συμφωνούσαν με την ανταλλαγή των πληθυσμών. «Εχω τρεις μέρες να κοιμηθώ. Αναζητώ λύσιν. Θα ήθελα πολύ να με βοηθήσεις εκθέτοντας με απόλυτη ειλικρίνεια τη γνώμη σου» είπε ο Βενιζέλος απευθυνόμενος στον Μποδοσάκη Αθανασιάδη. Και εκείνος απάντησε με τη σωστή κρίση και τη διορατικότητα που τον χαρακτήριζε:
«Τι γνώμη να σας πω, κύριε Πρόεδρε; H ανταλλαγή από πλευράς ελληνικής έχει γίνει de facto. Οι Ελληνες που έφυγαν δεν μπορούν πλέον να επιστρέψουν στην Τουρκία. Και όσοι έμειναν θα εξαναγκαστούν από τους Τούρκους πολύ γρήγορα να φύγουν. Δεν υπάρχει πλέον ψωμί για τους Ρωμιούς στην Τουρκία!». Αυτό, δηλαδή, που τελικά συνέβη τις τελευταίες δεκαετίες. Και στην ένσταση του Βενιζέλου ότι είναι ασύγκριτα μεγαλύτερες οι περιουσίες των Ελλήνων στην Τουρκία από ό,τι οι τουρκικές στην Ελλάδα, ο Μποδοσάκης παρατήρησε: «Με την αναχώρηση των Ελλήνων από την Τουρκία οι περιουσίες αυτές έχουν χάσει το μεγαλύτερο μέρος της αξίας τους. Γιατί οι Τούρκοι είναι ανίκανοι να τις αξιοποιήσουν. Αντίθετα, οι πολύ μικρότερες περιουσίες των Τούρκων στην Ελλάδα, αν παραδοθούν στους πρόσφυγες, θα αξιοποιηθούν και η αξία τους θα αυξηθεί σημαντικά. Εξάλλου οι Ελληνες της Τουρκίας, εγκαθιστάμενοι στην Ελλάδα, θα αποτελέσουν παράγοντα οικονομικής προόδου λόγω της εργατικότητας και του πνεύματος πρωτοβουλίας που τους διακρίνει. Με άλλα λόγια, η ανταλλαγή θα αποβεί προς όφελος και όχι προς ζημίαν της χώρας μας». Και αυτή η πρόβλεψη του Μποδοσάκη επαληθεύθηκε μέχρι κεραίας. Αλλωστε έσυρε πρώτος τον χορό καθώς, με το σπάνιο επιχειρηματικό δαιμόνιο που τον χαρακτήριζε από την παιδική του ηλικία, αναδείχθηκε πρωτοπόρος της εκβιομηχάνισης της χώρας μας και η συνεισφορά του υπήρξε καθοριστική και για την προπολεμική και για τη μεταπολεμική οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας κατά τις δεκαετίες ’50, ’60 και ’70.
Ελάχιστοι όμως είναι σήμερα όσοι θυμούνται και ακόμη λιγότεροι όσοι ξέρουν ποιος ήταν πραγματικά ο Μποδοσάκης Αθανασιάδης και τι του οφείλει η Ελλάς αλλά και όλες οι κυβερνήσεις κατά τον 20ό αιώνα. Ο πριν από τέσσερις ημέρες κυκλοφορήσας τόμος «Μποδοσάκης Αθανασιάδης, 1891-1979» που εξέδωσε το ομώνυμο Ιδρυμα και ο οποίος προέκυψε από τα κατά κάποιον τρόπο απομνημονεύματά του περιέχει στην ουσία μια δεύτερη καταγραφή της ελληνικής ιστορίας, όπως την έζησε, κυρίως από το παρασκήνιο, και όπως την επηρέασε αυτή η σπάνια επιχειρηματική ιδιοφυΐα, που ήταν ταυτόχρονα ένας φλογερός πατριώτης και ο τελευταίος ίσως μεγάλος ευεργέτης του τόπου μας.
Στα όσα προανέφερα για το θέμα των προσφύγων αξίζει να προστεθεί και η ακόλουθη επισήμανσή του προς τον Βενιζέλο:
«Εάν εγκαταστήσουμε τους πρόσφυγες στη Μακεδονία, η περιοχή αυτή θα αποκτήσει εθνολογική ομοιομορφία που δεν έχει σήμερα. Ετσι θα απαλλαγούμε από τον φόβο να μας δημιουργήσουν αργότερα ζητήματα διά την Μακεδονία». Ευτυχώς εισακούστηκε και σε αυτό και έτσι εξουδετερώθηκε ο κίνδυνος να ευδοκιμήσουν οι αξιώσεις των Σλαβομακεδόνων.



