«Μη ερρώσθαι τα συνοικέσια άνευ της ιεράς ευλογίας» ορίστηκε με μια νεαρά του Λέοντος Στ´ του Σοφού το 893 μ.Χ. και η αυτοκρατορική εντολή έφερε τον υποχρεωτικό θρησκευτικό γάμο στη βυζαντινή επικράτεια. Χρειαζόταν έκτοτε και ιερολογία ως συστατικός τύπος του γάμου (Κράτος και Εκκλησία μαζί στον χορό του Ησαΐα). Μια επανάσταση, η Γαλλική, έκανε το πρωτοποριακό βήμα και μετά το 1789 καθιερώνεται για πρώτη φορά ο πολιτικός γάμος στο πλαίσιο του χωρισμού Κράτους και Εκκλησίας ­ είχαν προηγηθεί ορισμένες άλλες προσπάθειες στην Ολλανδία το 1580 και στην Αγγλία από τον Κρόμγουελ. Στην Ελλάδα το 1982 το σφικταγκάλιασμα Κράτους και Εκκλησίας, όπως περνούσε και μέσα από την τελετουργική όψη του γάμου, χαλάρωσε, για να επέλθει ο συμβιβασμός της καθιέρωσης του προαιρετικού πολιτικού γάμου. Τώρα ξαναβγήκε στην επιφάνεια ο υποχρεωτικός πολιτικός γάμος με δηλώσεις (του κ. Κ. Δαφέρμου, προέδρου της Αρχής Προσωπικών Δεδομένων), αναφορές για έλλειψη σοβαρότητας (από τον κ. Απ. Κακλαμάνη) και υπουργικό κλείσιμο του θέματος (από τον κ. Μιχ. Σταθόπουλο).



«Η πεθερά μου το ξεκαθάρισε. Δεν θα είναι στον γάμο μας αν γίνει στο δημαρχείο» λέει η Τατιάνα. «Κλαίει και μας προειδοποιεί ότι χωρίς την ευλογία της Εκκλησίας δεν πρόκειται να στεριώσει το σπιτικό μας. Δεν θα μπορεί κιόλας να αντικρίσει συγγενείς και φίλους. Ενδώσαμε… Στην Κοίμηση της Θεοτόκου, ώρα 9 το βράδυ. Ετος 2001». Ο θρησκευτικός γάμος νίκησε στα σημεία και στις στατιστικές. Το 1988 αφορούσε το 10% του συνόλου των γάμων, το 1989 έπεσε στο 9,2% και σήμερα το ποσοστό είναι ακόμη μικρότερο. Ούτε καν οι πολιτικοί που τον καθιέρωσαν παντρεύτηκαν στο δημαρχείο… Ούτε είχε γίνει προσπάθεια μέχρι πρότινος να δοθεί γουστόζικη και ξεχωριστή ατμόσφαιρα στους χώρους τέλεσής του. Είναι όμως ζήτημα στατιστικών η καθιέρωση του υποχρεωτικού πολιτικού γάμου; «Σίγουρα όχι» τονίζει ο κ. Θ. Κ. Παπαχρίστου, καθηγητής Αστικού Δικαίου στο Νομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών. «Αλλωστε το δίκαιο προστατεύει τους λίγους». Ξεκαθαρίζει κάτι από την αρχή: «Ο πολιτικός γάμος είναι ο γάμος του ανθρώπου ως πολίτη, ως μέλους της κοινωνίας πολιτών, και όχι ως πιστού κάποιας θρησκευτικής κοινότητας».


Στην Ελλάδα το διαζευκτικό σύστημα (η επιλογή θρησκευτικού ή πολιτικού γάμου, που και οι δύο είναι ισότιμοι και ισόκυροι) καθιερώθηκε στο πλαίσιο συμβιβασμού ανάμεσα στην Πολιτεία και στην Εκκλησία. «Ορθότερο ωστόσο είναι το σύστημα του υποχρεωτικού πολιτικού γάμου. Από τη στιγμή που ο γάμος αναγνωρίζεται από την Πολιτεία, η σύστασή του προϋποθέτει την παρέμβαση πολιτειακού οργάνου. Για την Πολιτεία, για το δίκαιό της, ο γάμος είναι μια σύμβαση που δημιουργεί έννομη σχέση. Το πολιτειακό δίκαιο πρέπει επομένως να ρυθμίζει όχι μόνο τις συνέπειες της σχέσης αυτής αλλά και τον τρόπο (τον τύπο) με τον οποίο διαμορφώνεται» εξηγεί ο κ. Παπαχρίστου.


* Η διαπίστωση του «συμβολαίου»


Με το διαζευκτικό σύστημα ο γάμος μπορεί να τελεστεί από οποιονδήποτε θρησκευτικό λειτουργό κάθε γνωστής θρησκευτικής κοινότητας. Η δυνατότητα να τελείται γάμος και να τηρείται επομένως ο αναγκαίος τύπος για την ύπαρξη του γάμου από λειτουργούς οποιασδήποτε γνωστής θρησκείας (θρησκείας δηλαδή χωρίς απόκρυφες δοξασίες και τελετές) θέτει ­ κατά τον καθηγητή ­ κρίσιμα προβλήματα στη διαπίστωση από την Πολιτεία τού αν πράγματι τελέστηκε γάμος, αν υπάρχει γάμος. Και το πιο σημαντικό: το Σύνταγμα, στο πλαίσιο της ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης, προστατεύει τον πολίτη που δεν θέλει να αποκαλύψει τη στάση του απέναντι στο θείο. «Το διαζευκτικό σύστημα αναγκάζει τον άθεο ή άθρησκο να αποκαλύπτει τη θρησκευτική αυτή στάση επιλέγοντας τον πολιτικό τύπο. Είναι κατανοητό ότι η καθιέρωση του υποχρεωτικού πολιτικού γάμου δεν μπορεί να αποκλείσει το δικαίωμα κάθε πιστού να τελεί και θρησκευτικό γάμο» επισημαίνει ο κ. Παπαχρίστου.


Τι γίνεται όμως στον υπόλοιπο κόσμο; Ο πολιτικός γάμος είναι υποχρεωτικός στην Τουρκία, στη Γαλλία, στη Γερμανία, στο Βέλγιο, στην Ολλανδία, στο Λουξεμβούργο, στην Ελβετία και στα περισσότερα κράτη της Λατινικής Αμερικής (Μεξικό, Αργεντινή, Χιλή κ.ά.). Το διαζευκτικό σύστημα επικρατεί με δύο παραλλαγές· μία που θυμίζει το δικό μας σύστημα ισχύει στην Ιταλία, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία και μία άλλη στα σκανδιναβικά κράτη (Νορβηγία, Σουηδία, Φινλανδία, Δανία, Ισλανδία), στη Βρετανία και στην Ιρλανδία, όπου εξομοιώνεται ο θρησκευτικός λειτουργός με πολιτειακό όργανο (π.χ., εκεί ο προτεστάντης κάνει χρέη ληξιάρχου). Υπάρχουν και κάποιες ακραίες περιπτώσεις ­ σημειώνει ο κ. Παπαχρίστου ­ που δεν χρειάζεται ούτε ο ένας ούτε ο άλλος γάμος (π.χ., σε ορισμένες Πολιτείες των ΗΠΑ, 15 τον αριθμό)…


* Η ετοιμότητα της κοινωνίας


«Η θέση μου είναι ότι θα έπρεπε να γίνεται γενικά ο πολιτικός γάμος και όσοι επιθυμούν να κάνουν θρησκευτικό. Είναι δυσάρεστο το ότι η κοινωνία δεν είναι έτοιμη να το υιοθετήσει» λέει μετ’ εμφάσεως ο κ. Σ. Αγουρίδης, καθηγητής στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Διευκρινίζει ότι το θέμα θα πρέπει να μας απασχολήσει γρήγορα, αλλά όταν θα είναι ώριμη η κοινωνία, «και όχι να έχουμε άκαιρες προτάσεις και ενέργειες που θα καταλήξουν σε ποσοστό ανάλογο με της πρώτης σφυγμομέτρησης μετά την καθιέρωσή του ως ισοτίμου με τον θρησκευτικό (2,5%). Μπορεί να κάνεις ένα σωστό νομοθέτημα αλλά όταν είναι κόντρα στις ικανότητες του λαού να το αφομοιώσει είναι ακατάλληλο».


Ο περίφημος νόμος 1250/82, με τον οποίο καθιερώθηκε ο πολιτικός ως ισότιμος με τον θρησκευτικό, πέρασε από σαράντα κύματα προτού διαμορφωθεί. Ο κ. Σπ. Τρωιάνος, καθηγητής Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, είχε υποστηρίξει και προτείνει το δυαδικό σύστημα γάμου την εποχή εκείνη. Ηταν τότε γενικός διευθυντής Θρησκευμάτων στο υπουργείο Παιδείας (θέση που καλυπτόταν υποχρεωτικά από καθηγητές του Εκκλησιαστικού Δικαίου). «Είχα συζητήσει πολύ με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Σεραφείμ. Του έλεγα ότι η Εκκλησία δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από την εισαγωγή του πολιτικού γάμου, που θα έλυνε προβλήματα όπως π.χ. γάμοι αθέων, οι οποίοι έπρεπε να υποστούν την ιερολογία χωρίς να πιστεύουν, κ.ά.» θυμάται ο κ. Τρωιάνος. «Το δυαδικό σύστημα έκτοτε λειτουργεί θαυμάσια. Οταν έχουμε μια ομάδα που παίζει και κερδίζει τα πρωταθλήματα, γιατί να της αλλάξουμε τη σύνθεση; Με άλλα λόγια, γιατί να αλλάξουμε το σύστημα που ισχύει, με τον πολιτικό να είναι ισόκυρος με τον θρησκευτικό γάμο;».


* Ακαιρη η συζήτηση


Ακαιρη, αλλά για άλλους λόγους, θεωρεί τη συζήτηση για τον υποχρεωτικό πολιτικό γάμο σήμερα και ο κ. Αντώνης Μανιτάκης, καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης: «Τότε που έπρεπε να γίνει υποχρεωτικός ο πολιτικός γάμος, δεν έγινε δυστυχώς. Τότε που αντιμετωπίστηκε συνολικά το ζήτημα της μεταρρύθμισης του Αστικού Κώδικα και απασχόλησε τους πάντες καθιερώθηκε η ερμαφρόδιτη μορφή, να είναι ο πολιτικός γάμος ισόκυρος με τον θρησκευτικό. Σήμερα λοιπόν θεωρώ άμεσο πρόβλημα να καθιερωθεί η πολιτική κηδεία και η καύση των νεκρών».


Κατά τον Μητροπολίτη Δημητριάδος Ιγνάτιο «ο ελληνικός λαός έχει τοποθετηθεί τελεσίδικα και οριστικά». Επισημαίνει ότι με την καθιέρωση του προαιρετικού πολιτικού γάμου, που επιβαλλόταν για να αντιμετωπιστούν κυρίως περιπτώσεις γάμων που δεν μπορούσαν να γίνουν θρησκευτικά, και με τη σταθερότητα του λαού μας στην τελετή του θρησκευτικού σε συντριπτική πλειονότητα έχει αποδειχθεί το ισόκυρο και ισότιμο του θρησκευτικού γάμου και αρκεί πλέον η δήλωση στο ληξιαρχείο για να αναγνωρίζεται και από το κράτος. «Εξάλλου όλοι αντιλαμβάνονται ότι κανένα πρόβλημα δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί με την καθιέρωση του υποχρεωτικού πολιτικού γάμου. Αντιθέτως δημιουργείται η αίσθηση μιας «φασιστικής» νοοτροπίας επιβολής απόψεως και θέσεων» λέει ο Μητροπολίτης Ιγνάτιος. Και διευκρινίζει ότι «είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη η σχέση Κράτους και Εκκλησίας στον τόπο μας, και μάλιστα με τρόπο που δεν επιδέχεται καμία αλλαγή. Το Σύνταγμα προβλέπει την ανεξιθρησκεία και ταυτόχρονα την προστασία της θρησκείας. Εφόσον η Εκκλησία τηρεί τους νόμους που διέπουν τον γάμο, από πλευράς κράτους δεν υφίσταται λόγος να μην είναι ο θρησκευτικός γάμος παραδεκτός».